Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις η αύξηση της λιγνιτικής παραγωγής της ΔΕΗ οφείλεται κατ΄ αρχήν στην υποχρέωση κάλυψης των αναγκών τηλεθέρμανσης της Κοζάνης, της Πτολεμαΐδας και της Μεγαλόπολης.
Πάντως με δεδομένο ότι η ΔΕΗ πως η λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων τη ζημιώνει κατά 200- 300 εκατ. ευρώ ετησίως, λόγω του υψηλού κόστους των ρύπω
ν αλλά και των υψηλών λειτουργικών εξόδων κυρίως των ορυχείων θα έλεγε κανείς ότι τη συμφέρει να μην τις βάζει στο σύστημα. Ιδιαίτερα δε μονάδες όπως η Μεγαλόπολη 3 με πολύ υψηλό αποτύπωμα CO2 (1,89 tn CΟ2/MWH) και πολύ χαμηλό βαθμό απόδοσης.
Όμως το όλο θέμα είναι περισσότερο περίπλοκο.
Η ΔΕΗ ανακτά το μεταβλητό κόστος των λιγνιτικών μονάδων όταν αυτές λειτουργούν, αφού ισχύει ο Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους, ενώ μεγάλο μέρος του κόστους CO2 μετακυλίεται ως διακριτή χρέωση στα τιμολόγια Μέσης και Υψηλής Τάσης.
Επίσης ο αλγόριθμος επίλυσης του ΗΕΠ λαμβάνει υπόψιν το κόστος αναβοσβησίματος των μονάδων, ενώ μέσω των προσφορών που κάνει στην αγορά για τις λιγνιτικές μονάδες μπορεί να περιορίσει την ΟΤΣ (κάτι το οποίο συνέβη τον Νοέμβριο σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας), κάτι που τη συμφέρει αφού παίρνει από το pool το 30% των πωλήσεων της.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και το πρώτο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΗΕΠ η ΔΕΗ είχε σε λειτουργία το σύνολο των λιγνιτικών μονάδων, ενώ δεν λειτουργούσε τις μονάδες φυσικού αερίου.
Όπλο στο παιχνίδι της αγοράς
Ένα ερώτημα που προκύπτει από την παρατήρηση της αγοράς είναι πώς η ΔΕΗ θα κλείσει το σύνολο των λιγνιτικών μονάδων έως το 2023 τη στιγμή που όλα δείχνουν ότι τις χρειάζεται τόσο η ίδια όσο και το σύστημα για λόγους επάρκειας.
Όσο δε για την πρόταση της ίδιας της ΔΕΗ για υιοθέτησης μηχανισμού strategic reserve, εφόσον εγκριθεί θα σημαίνει ότι οι συγκεκριμένες μονάδες θα βγουν από την αγορά και θα περάσουν στον έλεγχο του ΑΔΜΗΕ για την κάλυψη των αιχμών. Δηλαδή η ΔΕΗ θα έχει χάσει ένα σημαντικό όπλο στο παιχνίδι της αγοράς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το δελτίο του ΗΕΠ για τον Νοέμβριο λιγντική ηλεκτροπαραγωγή κάλυψε μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης και συγκεκριμένα το 19,40% σε σχέση με το 16,95% του Οκτωβρίου, ενώ αντίθετα το φυσικό αέριο από μερίδιο στην κάλυψη της ζήτησης 38,88% τον Οκτώβριο έπεσε στο 31% τον Νοέμβριο, οι εισαγωγές από 22,01% αυξήθηκαν στο 25,09%, οι ΑΠΕ από 18,66% αυξήθηκαν στο 20,57% και τα υδροηλεκτρικά έμειναν ουσιαστικά σταθερά, από το 3,4% στο 3,94%.
Τον Νοέμβριο η συνολική ζήτηση μειώθηκε κατά 9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, με το υψηλότερο φορτίο, τα 6.585 MW να καταγράφεται στις 21.00 της 27ης /11/2019 και το χαμηλότερο, 3.418 MW στις 5 το πρωί της 8ης Νοεμβρίου 2019.
Όσον αφορά στο μερίδιο του κάθε καυσίμου στην παραγωγή ηλεκτρισμού τον Νοέμβριο αυτά διαμορφώθηκαν ως εξής: φυσικό αέριο 41,38%, τις ΑΠΕ 27,45%, τον λιγνίτη 25,90%, τους ΥΗΣ 5,26%. Από τους συμμετέχοντες, η ΔΕΗ είχε μερίδιο 36,69%, ο ΔΑΠΕΕΠ 26,11% και η ELPEDISON 13,07%.
www.worlenergynews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου