Πληθαίνουν όλο και περισσότερο τα δημοσιεύματα στον ελληνικό και διεθνή τύπο που αναφέρονται σε προβλέψεις μελλοντικών τιμών δικαιωμάτων εκπομπών CO2. Μάλιστα πολλά από αυτά μιλούν και για τιμές της τάξης των 40-50€/τόνο. Είναι προφανές ότι εάν οι προβλέψεις αυτές επαληθευθούν τότε είτε οι συμβατικές μονάδες με ορυκτά καύσιμα θα πρέπει να σταματήσουν πρόωρα τη λειτουργία τους είτε οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα εκτοξευθούν στα ύψη.
Σε πρόσφατο άρθρο των Financial Times (David Sheppard: Hedge funds’ bet against coal augurs badly for Germany, 29.01.2019) εκτός των άλλων αναφέρεται ότι αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου τοποθετούνται στο διπλασιασμό της τιμής των δικαιωμάτων CO2 στην Ευρώπη μέσα στα επόμενα χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι οι τιμές δικαιωμάτων εκπομπών CO2 αποκτούν επενδυτικό ενδιαφέρον ως χρηματοοικονομικό προϊόν με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο μέλλον σχετικά με πιθανά κερδοσκοπικά σενάρια μέσω αυτών.
Είναι νωπές οι μνήμες – αρχές 2018 – όταν οι προβλέψεις των αναλυτών μιλούσαν για τιμές δικαιωμάτων CO2 στο τέλος του 2018 περί τα 8,5€/τον (αύξηση 43% σε σχέση με το 2017), αλλά κατέληξαν στα 22,5€/τον. Αυτό συνέβη διότι μετεβλήθη το ρυθμιστικό πλαίσιο προσδιορισμού των τιμών μέσω του μηχανισμού Market Stability Reserve. Είναι γνωστό ότι ο ευρωπαϊκός μηχανισμός εμπορίας ρύπων (EU ETS) αποτελεί μία πολιτική κατασκευή σύμφωνα με τον Mark Lewis διευθύνοντα σύμβουλο του χρηματοοικονομικού think tank Carbon Tracker. Αυτό σημαίνει ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι σε θέση να μεταβάλλει τις συνθήκες προσδιορισμού των τιμών το οποίο σε συνδυασμό με τις πιθανές κερδοσκοπικές κινήσεις των αμοιβαίων κεφαλαίων αντιστάθμισης καθιστούν τις τιμές δύσκολα προβλέψιμες. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να θυμίσουμε ότι στο τέλος Ιανουαρίου 2019, οι τιμές κυμαίνονταν στα 24,5 €/τον και ένα μήνα μετά (τέλη Φεβρουαρίου) στα 18,6 €/τον (πτώση 24%).
Στο διάγραμμα που ακολουθεί φαίνεται η εξέλιξη των τιμών δικαιωμάτων εκπομπών CO2 την τελευταία δεκαετία.
Είναι φανερό ότι οι σημερινές υψηλές τιμές ιστορικά δεν είναι πρωτόγνωρες ούτε προοιωνίζεται με βεβαιότητα η διατήρησή τους στα ίδια επίπεδα στο μέλλον, αντιθέτως αποδεικνύεται η μεταβλητότητα αυτών όχι μόνο προς τα επάνω αλλά και προς τα κάτω. Στην πιθανή όμως περίπτωση σκλήρυνσης του μηχανισμού εμπορίας μέσω μεταβολής του ρυθμιστικού πλαισίου και ενεργοποίησης κερδοσκοπικών μηχανισμών, αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την εκτόξευση των τιμών η οποία θα μετατραπεί σε μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Στην περίπτωση αυτή το 2030, έτος ορόσημο της μετάβασης από την οικονομία των ορυκτών καυσίμων στην οικονομία των ανανεώσιμων πηγών, θα έρθει πιο κοντά (2023-2025). Έτσι η σημερινή σκλήρυνση του ρυθμιστικού πλαισίου που στόχο έχει την επιτάχυνση της απανθρακοποίησης μέσω της αύξησης των τιμών δικαιωμάτων CO2 πιθανόν να εξελιχθεί σε επιταχυντή των εξελίξεων με ρυθμό πολύ ταχύτερο του επιθυμητού και διαχειρίσιμου. Αυτό θα καταστήσει απαγορευτική τη λειτουργία των συμβατικών μονάδων ορυκτών καυσίμων ενώ ταυτόχρονα η τεχνολογία των Α.Π.Ε θα είναι παντελώς ανέτοιμη να ανταπεξέλθει στις με γεωμετρική πρόοδο αυξημένες ανάγκες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Δεδομένου δε και του γεγονότος ότι δεν θα είναι ακόμα σε θέση να αντικατασταθούν φορτία βάσης με Α.Π.Ε, αυτό θα δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα που θα εκτινάξει τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας σε δυσθεώρητα ύψη και θα οδηγήσει σε ενεργειακή κρίση τις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως αναφέρεται στην προαναφερθείσα ανάλυση του Carbon Tracker, την οποία μάλιστα επικαλείται και η S&P Global Platts, εάν οι τιμές φθάσουν στα επίπεδα των 50€/τον για διάστημα δύο μόνο μηνών τα επόμενα 2-3 έτη, τότε θα πρέπει να υπάρξουν αντισταθμιστικά μέτρα. Ποιά θα είναι αυτά; Προφανώς τότε θα αντιδράσει ο ευρωπαϊκός μηχανισμός εμπορίας ρύπων μεταβάλλοντας εκ νέου το ρυθμιστικό πλαίσιο στην κατεύθυνση αποκλιμάκωσης των τιμών και τη συνεπαγόμενη απόσυρση από το προσκήνιο των κερδοσκοπικών μηχανισμών με αποτέλεσμα τη μείωση των τιμών, επαναφέροντας στο προσκήνιο την οικονομικότητα των διαφόρων ενεργειακών καυσίμων που κάποιοι σήμερα βιάζονται να προεξοφλήσουν ενδεχομένως προς τη λάθος κατεύθυνση.
Από τα ανωτέρω γίνεται σαφές ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ασφαλής πρόβλεψη εξέλιξης των τιμών δικαιωμάτων εκπομπών CO2 όχι μόνο μέχρι το 2030 που κάποιοι εγχώριοι «αναλυτές» επικαλούνται αλλά ούτε και για τα επόμενα τέσσερα χρόνια όπως αναλυτές διεθνούς κύρους αφήνουν να εννοηθεί. Για τους λόγους αυτούς θα πρέπει να είναι όλοι πολύ προσεκτικοί κατά τη χάραξη της εθνικής ενεργειακής στρατηγικής διότι αυτό θα επηρεάσει σε βάθος χρόνου αφενός μεν την οικονομικότητα του ενεργειακού συστήματος αφετέρου δε την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας.
Για άλλη μια φορά θα πρέπει να τονισθεί ότι η μετάβαση από την οικονομία των ορυκτών καυσίμων στην οικονομία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να γίνει με βήματα προσεκτικά και όχι με άλματα χωρίς δίχτυ ασφαλείας, μετουσιώνοντας την υπεύθυνη στάση μας απέναντι στο περιβάλλον αλλά και στην ασφαλή οικονομική ανάπτυξη της χώρας σε πράξη μέσω της μείωσης της ενεργειακής εξάρτησής της.
*Ο Θεόδωρος Βλάχος είναι Μηχανικός Μεταλλείων-Μεταλλουργός Ε.Μ.Π, ΜΒΑ και Βοηθός Διευθυντής στη Διεύθυνση Κεντρικής Υποστήριξης Ορυχείων της ΔΕΗ Α.Ε.
(Τα ανωτέρω αποτελούν προσωπικές απόψεις του γράφοντος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου