Στην επιτακτική μείωση του κόστους της λιγνιτικής παραγωγής, ώστε να καταστεί ο λιγνίτης ανταγωνιστικός και να συμμετέχει περισσότερο στο ενεργειακό μείγμα, αλλά και στον «πόλεμο» που πρέπει να γίνει στο φυσικό αέριο, αναφέρθηκε εκτενώς σε συνέντευξή του στον «Π», το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΗ και εκπρόσωπος των εργαζομένων, Παντελής Καραλευθέρης.
Ο ίδιος αναφέρθηκε στο χρονοδιάγραμμα του λιγνίτη, στο ακριβό κόστος του και στο τι πρέπει να γίνει για να αναστραφεί αυτό, λέγοντας χαρακτηριστικά:
Κύριε Καραλευθέρη, εξελίσσεται μια συζήτηση στη Δυτική Μακεδονία, για την επόμενη μέρα στην λιγινιτική παραγωγή. Η ανησυχία μετά τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες είναι έντονη, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που προσπαθούν να διερευνήσουν κάθε πιθανό ενδεχόμενο συνέχισης της λειτουργίας των ΑΗΣ. Που βρισκόμαστε σήμερα και πως μπορεί να ανακοπεί ο «ξαφνικός θάνατος» για το λιγνίτη, και από τι τελικά εξαρτάται;
Όλες οι αναζητήσεις όλων των φορέων, είναι πάρα πολύ καλές και δημιουργούν ένα περιβάλλον διεκδίκησης που ανησυχεί σοβαρά για τη λιγνιτική παραγωγή. Καλώς όλοι ανησυχούν, το ζήτημα είναι ότι τα συμπεράσματα όλων όσων ανησυχούν θα πρέπει να καταλήγουν σε μια συγκεκριμένη στόχευση και η στόχευση δεν πρέπει να είναι άλλη από το πώς θα διατηρήσουμε στο χρόνο, όσο περισσότερο, τη λιγνιτική παραγωγή. Για να πετύχουμε το στόχο αυτό, δεν αρκεί να πιέσουμε την κυβέρνηση και την κάθε κυβέρνηση να πάρει μια καλή απόφαση για εμάς. Δεν είναι θέμα του Μητσοτάκη και του Τσίπρα αν θα συνεχίσει η λιγνιτική παραγωγή στη Δ. Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη. Είναι θέμα του διεθνούς ανταγωνισμού της ενέργειας και του ανταγωνισμού που εξελίσσεται στην Ελλάδα και της εφαρμογής των νέων τεχνολογιών. Όποια καλή απόφαση και να πάρει ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας, αποφασίζοντας να λειτουργήσει 10-20 χρόνια ακόμη ο λιγνίτης, δεν αρκεί.
Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε όλοι είναι ότι τα λιγνιτικά εργοστάσια και τα ορυχεία δεν τα κλείνουν οι κυβερνήσεις, τα κλείνει το κόστος της λιγνιτικής παραγωγής, άρα αν έχουμε στόχο να μακρύνουμε τη λιγνιτική παραγωγή, πρέπει να μειώσουμε το κόστος της λιγνιτικής παραγωγής, πρέπει να καταφέρουμε να κάνουμε τον λιγνίτη όσο γίνεται ανταγωνιστικότερος. Πρέπει να καταφέρουμε στη ΔΕΗ εσωτερικά να καταφέρουμε να πετύχουμε οικονομίες στη παραγωγική δυναμική μας. Αν καταφέρουμε αυτό το στόχο θα μπορούμε πιο βάσιμα να διεκδικούμε ότι πρέπει η λιγνιτική παραγωγή να συμμετέχει περισσότερο στο μείγμα.
Αν παρατηρήσει κανείς πέρυσι, η λιγνιτική παραγωγή στην ημερήσια ζήτηση ήταν τέταρτη στο μείγμα, πίσω από το φυσικό αέριο, τις ΑΠΕ και τις εισαγωγές. Πρέπει να καταφέρουμε τα ίδια τα στελέχη της ΔΕΗ με τη βοήθεια της τοπικής κοινωνίας να πετύχουμε τη μείωση του κόστους της λιγνιτικής παραγωγής. Μετά θα πρέπει να εφαρμόσουμε το σχέδιο της σύμπραξης και της συνεργασίας με τους άλλους παίκτες της αγοράς στην Ελλάδα, για να παράγουμε συνολικότερα τη μείωση του κόστους της εθνικής παραγωγής, να παράγουμε σαν χώρα συνολικά φθηνότερο ρεύμα. Αυτό θα το πετύχουμε μέσα από σχέδια τα οποία μπορούν να επεξεργαστούν όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά: Να αξιοποιήσουμε και το λιγνίτη και τις ΑΠΕ και τις δυνατότητες διαχείρισης των ρύπων που μας κοστίζουν ακριβά. Και μετά πρέπει να δούμε σαν περιοχή τι θα κάνουμε για την επόμενη ημέρα. Πρέπει πρώτα να δούμε τι μπορούμε να πετύχουμε σήμερα. Το κλείσιμο των εργοστασίων εξελίσσονταν τα τελευταία δέκα χρόνια, δεν είναι κάτι που θα συμβεί σε δέκα χρόνια. Συμβαίνει τώρα. Αύριο να πάρει απόφαση ο Μητσοτάκης να πει ότι λειτουργούμε τις μονάδες για δέκα χρόνια ακόμα, δεν μπορούν να μπουν στο σύστημα, δεν μπορούν να προσφέρουν στην ημερήσια ζήτηση, είναι ακριβές.
Ταυτόχρονα, καταφέραμε να απαξιώσουμε ένα σύνολο μονάδων, γιατί δεν έχουν αδειοδότηση, δεν είναι καλοσυντηρημένες, γιατί καταστράφηκαν και δεν μπορούμε να τις ξαναφτιάξουμε. Απαξιώσαμε τη Μελίτη γιατί δεν μπορούμε να έχουμε φθηνό καύσιμο, γιατί ένας ιδιώτης εκμεταλλεύεται ληστρικά τη Μελίτη. Όλα αυτά δείχνουν μια αδυναμία του συστήματος, παρά τη σοβαρή δουλειά των στελεχών της εταιρείας, μέσα στις λάσπες, τα κρύα και τη σκόνη, δεν μπορούν να δώσουν αποτέλεσμα γιατί ο μακροπρόθεσμος και μεσοπρόθεσμος προγραμματισμός δεν λειτουργεί. Όλοι λειτουργούν αποσπασματικά, κυβερνήσεις, διοικήσεις και ιεραρχία που διοικεί τη λιγνιτική παραγωγή. Τα τελευταία χρόνια αρκέστηκαν να αναθέσουν δουλειά σε εργολάβους. Δεν μπήκαν στη δουλειά να δουλέψουν οι ίδιοι για να κάνουν οικονομικότερη την παραγωγή με λιγνίτη.
Υπάρχει κάποιο χρονοδιάγραμμα για το τέλος του λιγνίτη; Και αν ναι, πως μπορούμε να το διαχειριστούμε;
Ο λιγνίτης χάνει το έδαφος γιατί δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστικός. Το περιβαλλοντικό κόστος αποζημιώνεται με συγκεκριμένες τιμές δικαιωμάτων ρύπων. Μη πιστέψει κανείς ότι θα κλείσουν οι μονάδες σε ένα βράδυ, θα συνεχίσουν να λειτουργούν τρία, πέντε ή δέκα χρόνια ακόμη εάν είναι ανταγωνιστικές. Θα παραχθούν υπεραξίες μέχρι τότε. Οι ιδιώτες θέλουν λιγνιτική παραγωγή, πηγαίνουν και ζητάνε, εμείς πρέπει να τους προκαλέσουμε να έρθουν να πάρουν τα εργοστάσια και να τα δουλέψουν, αλλά όχι να μπούμε στη λιγνιτική των ΝΟΜΕ, να παρέχουμε δωρεάν ή κάτω του κόστους., Αφού θέλουν λιγνιτική παραγωγή να τους προκαλέσουμε, μπορούν να είναι κάτω του κόστους;
Μη βάζουμε όλοι την πλερέζα και κλαίμε τον λιγνίτη. Πρέπει να υπερασπιστούμε την προοπτική ζωής του λιγνίτη στη Δ. Μακεδονία. Πρέπει επίσης, – το έχω βάλει θέμα στο ΔΣ – , να δούμε πολύ σοβαρά τη διασφάλιση των κοιτασμάτων. Όσα κοιτάσματα θα είναι αδρανή θα πρέπει να τα διασφαλίσουμε γιατί θα τα χρειαστούμε κάποια εποχή, οι γεωπολιτικές συνθήκες δεν μπορούν να διασφαλίσουν ότι απρόσκοπτα το φυσικό αέριο θα εγκατασταθεί στην Ελλάδα. Ας αφήσουν κάποιοι τα αστεία με το φυσικό αέριο. Όσο κάποιοι και να θέλουν να με κοροϊδέψουν μέσα από κομματικές παραταξιακές ανακοινώσεις, ότι ο πόλεμος μας δεν είναι πόλεμος με την κυβέρνηση. Ο πόλεμός μας πρέπει να είναι με το φυσικό αέριο. Όσοι κάνουν πόλεμο με τις κυβερνήσεις χτες σήμερα ή αύριο, κάνουν πόλεμο για κομματικούς λόγους. Ο πόλεμος είναι με το φυσικό αέριο. Τα συμφέροντα του φυσικού αερίου πιέζουν τις κυβερνήσεις για να κάνει πίσω το λιγνίτη. Ο μόνος τρόπος να αποφύγουμε το σχέδιο της κυβέρνησης για γρήγορη απολιγνιτοποίηση είναι να διαχειριστούμε το σχέδιο της κυβέρνησης για την απολιγνιτοποίηση.
Τελικά γιατί ο λιγνίτης είναι ακριβός; Ισχύει ότι ανέβηκε τεχνητά το κόστος της λιγνιτικής παραγωγής κατόπιν πολιτικών επιλογών τα τελευταία χρόνια;
Δυστυχώς υπήρξαν στην Ελλάδα πολιτικές επιλογές τα τελευταία είκοσι χρόνια, αρνητικές για το λιγνίτη. Οι σημαντικότερες εξ αυτών, όσων ήταν «εραστές» της οικολογίας όπως ο Γιώργος Παπανδρέου και η Τίνα Μπιρμπίλη που απαγόρευσαν τη διάθεση ορυχείων στους ιδιώτες, οι οποίοι με αυτό το πρόσχημα, πίεσαν τη λιγνιτική παραγωγή. Το πρώτο πρόβλημα είναι ότι δεν άφησαν τη ΔΕΗ να κάνει δικά της εργοστάσια και δεν έδωσαν κίνητρα στους ιδιώτες να κάνει δικά της εργοστάσια. Το δεύτερο πρόβλημα είναι πως, πολιτικοί όλων των κομμάτων έγιναν εργαλεία του φυσικού αερίου. Όλοι έπαιρναν αποφάσεις υπέρ του φυσικού αερίου, με το πρόσχημα του περιβάλλοντος. Ούτε τις ΑΠΕ βοήθησαν ουσιαστικά, ούτε το λιγνίτη, το φυσικό αέριο βοήθησαν. Ένα πρόβλημα επίσης ήταν η άναρχη εξάπλωση των ΑΠΕ μέσα από προνομιακές τιμές, χωρίς συντεταγμένο σχέδιο ανάπτυξης των Αιολικών και Φωτοβολταϊκών.
Τέλος, μείωσαν τη φορολόγηση του φυσικού αερίου και αύξησαν τη φορολόγηση του λιγνίτη. Από τότε άρχισε να γίνεται συγκρίσιμος ο λιγνίτης, δεν είναι μόνο οι ρύποι.
Μπορεί να αλλάξει αυτή η πολιτική;
Αυτή η πολιτική δεν μπορεί να αλλάξει, η χώρα χρεωμένη δεν μπορεί να ζητήσει ή να επιβάλει κανένα μέτρο υπέρ της προστασίας των εθνικών συμφερόντων, είμαστε επαίτες στην Κομισιόν. Ο κάθε χαρτογιακάς των Βρυξελλών που ασχολείται με το ελληνικό λόμπι, μπορεί και επιβάλλει στις κυβερνήσεις πολιτικές και ευρωπαϊκές οδηγίες για το μέλλον της ενεργειακής παραγωγής. Όλοι εμείς εδώ στη ΔΕΗ παλεύουμε με τον κάθε χαρτογιακά των Βρυξελλών για να προστατέψουμε τα συμφέροντα της Εταιρίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου