Η Κυβέρνηση είχε να επιλέξει μεταξύ δύο σεναρίων. Διάλεξε το
χειρότερο και οι θεσμοί το αποδέχθηκαν μάλλον εύκολα…
Οι ελληνικές Κυβερνήσεις πάλεψαν διαχρονικά για να
εμποδίσουν την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας. Όπως έκαναν και με
οποιαδήποτε απελευθέρωση. Όταν -εν μέσω κρίσης- η Τρόικα
πίεσε για την επιτάχυνση της διαδικασίας, η Ελληνική πλευρά είχε δύο επιλογές.
Να πουλήσει ένα μέρος της ΔΕΗ ή να πουλήσει ένα μέρος της παραγόμενης ενέργειας
από την ΔΕΗ σε προνομιακές τιμές μέσω δημοπρασιών. Επέλεξε αρχικά την
πρώτη και όταν άλλαξε η Κυβέρνηση, άλλαξε την επιλογή της και προώθησε τη
δεύτερη αν και γνώριζε εκ’ των προτέρων ότι θα βλάψει τη ΔΕΗ και θα την
οδηγήσει στην οικονομική ασφυξία και ενδεχομένως στην κατάρρευση.
Η πώληση έστω και μέρους της ΔΕΗ είναι φυσικά ταμπού για
αρκετούς Έλληνες. Πρώτ’ απ’ όλα για τους συνδικαλιστές της επιχείρησης και
συνακόλουθα για τους πολιτικούς κάθε απόχρωσης που δεν θέλουν να τους
κακοκαρδίσουν. Το πρώτο και προφανές επιχείρημα εναντίον της πώλησης σχετίζεται
παραδοσιακά με τις καταγγελίες περί ξεπουλήματος. Ξεπούλημα θεωρούσαν την
πώληση στα 35 ευρώ το 2008, ξεπούλημα την θεωρούν και σήμερα που η μετοχή
βρίσκεται λίγο πάνω από τα δυόμισι.
Η πορεία της μετοχής της ΔΕΗ
Υπήρχαν φυσικά και άλλα επιχειρήματα όπως αυτό της
ενεργειακής ασφάλειας της χώρας που δήθεν θα διασφαλίζονταν από μια κρατική
ΔΕΗ. Επικαλούνται δε το ίδιο επιχείρημα ακόμη και σήμερα, που η ΔΕΗ δεν έχει
καμία σχέση με την διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας καθώς η συγκεκριμένη
αρμοδιότητα αποτελεί αντικείμενο της -υπό αποκρατικοποίηση- θυγατρικής
εταιρείας που ονομάζεται ΑΔΜΗΕ.
Η προηγούμενη Κυβέρνηση είχε επιλέξει και νομοθετήσει την
μέθοδο της πώλησης ενός μέρους της επιχείρησης -περίπου το 30%- διά της
εισφοράς της σε μια νέα επιχείρηση που είχε ονομαστεί εύστοχα μάλλον, “μικρή
ΔΕΗ”. Η πώληση εκτός του ότι θα διασφάλιζε σε μεγάλο βαθμό την απελευθέρωση της
αγοράς, θα έδινε και στην σχεδόν χρεοκοπημένη ΔΕΗ, μια τεράστια κεφαλαιακή
ανάσα.
Η Κυβέρνηση της αριστεράς, διά χειρός Σκουρλέτη, σταμάτησε
τις διαδικασίες πώλησης (με το Ν.4389/16 κατήργησε το Ν.4273/14) και μετά από
σκληρές διαπραγματεύσεις με τους “θεσμούς” αντικατέστησε την πώληση με μια
διαδικασία διενέργειας δημοπρασιών, διά των οποίων θα πωλούνταν ένα μέρος της
παραγόμενης ενέργειας στους ανταγωνιστές και μάλιστα σε προνομιακές τιμές.
Σκοπός της διαδικασίας αυτής είναι να προμηθευτούν οι
ανταγωνιστές της ΔΕΗ, ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας σε χαμηλές τιμές ώστε να
προσφέρουν ανταγωνιστικά τιμολόγια στους καταναλωτές και τελικά να αποκτήσουν
μερίδιο αγοράς. Μια “πλάγια” δηλαδή μέθοδος απελευθέρωσης της αγοράς.
Η διοίκηση της ΔΕΗ -η οποία αντιτάσσεται στην πώληση μέρους
της επιχείρησης- είχε εξαρχής καταστήσει σχεδόν σαφές ότι θα σαμποτάρει τη διαδικασία.
Όπως και έπραξε, προσφεύγοντας στα δικαστήρια έναντι του νόμου που καθορίζει
τις τιμές των υπό δημοπράτηση ποσοτήτων για παράδειγμα. Το βασικό επιχείρημα
συνίσταται περίπου στο ότι οι τιμές στις οποίες διαθέτει την παραγόμενη
ενέργεια, είναι εξαιρετικά χαμηλές.
Αμφισβητείται ωστόσο σφόδρα από παράγοντες της αγοράς το
κατά πόσον η ΔΕΗ έχει αποδείξει επαρκώς το κόστος της για την παραγωγή
ενέργειας. Και πώς να το κάνει άλλωστε όταν συνεχίζει να λειτουργεί σε πολλά
τμήματά της με νοοτροπία κατασπατάλησης της δημόσιας περιουσίας, ασχέτως αν
πλέον δεν είναι ακριβώς δημόσια.
Αντιτίθεται επίσης και στην περαιτέρω αποκρατικοποίηση της
εταιρείας, όπως αυτή έχει προβλεφθεί με την μεταφορά του 17% των μετοχών στο
ΤΑΙΠΕΔ.
Με άλλα λόγια από το 2011 -όταν και υποχρεώθηκε να παρέμβει
για την απελευθέρωση της αγοράς- μέχρι σήμερα, η Ελλάδα έχει κάνει ελάχιστα
πράγματα για να προστατεύσει τη ΔΕΗ. Τη μεγαλύτερη ενεργειακή επιχείρηση της
χώρας, από την οποία εξαρτάται το σύνολο της παραγωγής και της οικονομίας όπως
εύστοχα παρατήρησε ο σημερινός πρόεδρος της επιχείρησης κος. Μ. Παναγιωτάκης.
Αντίθετα έχει κάνει κινήσεις που υπονομεύουν το μέλλον της.
Το ίδιο το δημόσιο χρωστά στην επιχείρηση περί τα 200 εκατ. ευρώ, χωρίς να
υπολογίζονται τα χρέη της τοπικής αυτοδιοίκησης. Επιπλέον, λησμονώντας ότι
πρόκειται για μια ιδιωτική επιχείρηση, διάφοροι πολιτευτές έχουν ταχθεί
εναντίον της διακοπής ρεύματος σε νοικοκυριά με απλήρωτους λογαριασμούς. Το
αποτέλεσμα είναι να χρωστούν τα νοικοκυριά περίπου 600 εκατ ευρώ στην
επιχείρηση. Σε αυτά τα νοικοκυριά δεν συμπεριλαμβάνονται οι ευπαθείς κοινωνικά
ομάδες που δικαιούνται το κοινωνικό τιμολόγιο.
Τώρα, η διοίκηση της επιχείρησης κρούει τον κώδωνα του
κινδύνου, όπως άλλωστε είχε κάνει και η στήλη στα τέλη του περασμένου έτους. Ο
πρόεδρος της επιχείρησης κατηγορεί τις δημοπρασίες ως έναν εκ’ των βασικών
παραγόντων που οδηγούν στην κατάρρευση. Είχε επιχειρήσει να προειδοποιήσει τον
τότε αρμόδιο υπουργό, τον κο. Σκουρλέτη, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία ωστόσο. Οι
φήμες λένε ότι δεν δέχθηκε ούτε να τον ακούσει.
Οι ευθύνες της Κυβέρνησης είναι δεδομένες αλλά αν θέλει να
είναι κανείς δίκαιος, θα πρέπει να τις επιμερίσει και να δώσει το μερίδιό της
ευθύνης που αναλογεί στους “θεσμούς”. Οι εκπρόσωποι των δανειστών υποχώρησαν
μάλλον αμαχητί στις προθέσεις της κυβέρνησης να διακόψει την ήδη νομοθετημένη
διαδικασία για την απελευθέρωση της αγοράς. Ομού, δανειστές και κυβέρνηση
επιχείρησαν να “συμβιβάσουν” τα ασυμβίβαστα. Σήμερα, σχεδόν δύο χρόνια μετά ο
λογαριασμός θα πρέπει να πληρωθεί από τους καταναλωτές. Η Κυβέρνηση θα σφυρίζει
αδιάφορα και οι δανειστές θα κουνούν -ως συνήθως- το δάχτυλο χωρίς να
αναλαμβάνουν την ευθύνη για τις αποφάσεις που ενέκριναν.
*Ο Σταμάτης Ζαχαρός είναι αρθρογράφος του NEWS 247 και
σύμβουλος έκδοσης της 24 MEDIA (@SZacharos)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου