Την ώρα που στην υπόλοιπη Ευρώπη μοιάζει να είναι η δεδομένη η στροφή προς τη σχεδιασμένη υποχώρηση του μεριδίου της ανθρακικής παραγωγής στο ενεργειακό μείγμα, στα Δυτικά Βαλκάνια, με όχημα κυρίως τις κινεζικές επενδύσεις, φαίνεται ότι διαμορφώνουν ένα παράθυρο ευκαιρίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι χώρες όπως η Σερβία, η Βοσνία, το Κόσσοβο και το Μαυροβούνιο σχεδιάζουν επενδύσεις δισεκατομμυρίων σε νέες ανθρακικές μονάδες, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που προκαλεί η αύξηση της ενεργειακής ζήτησης σε συνδυασμό με το γηρασμένο στόλο των παλαιών μονάδων.
Παράλληλα με την κατασκευή νέων μονάδων, μεγάλες είναι και οι επενδύσεις που απαιτούνται για την αναβάθμιση των παλαιών μονάδων, ώστε να ανταποκρίνονται στις νέες, αυξημένες παραγωγικές και περιβαλλοντικές απαιτήσεις.
Η CMEC κατασκευάζει την πρώτη νέα μονάδα στη Σερβία
Εμβληματική σημασία για την ενίσχυση της κινεζικής παρουσίας στην ηλεκτροπαραγωγή των Βαλκανίων αποκτά η έναρξη της κατασκευής από την CMEC μιας νέας μονάδας 350MW στο δεύτερο μεγαλύτερο ανθρακικό συγκρότημα στη Σερβία.
Πρόκειται για την πρώτη νέα ηλεκτροπαραγωγική μονάδα που κατασκευάζεται στη Σερβία τα τελευταία σχεδόν 30 χρόνια.
Το έργο, συνολικής αξίας 613 εκατ. δολ., είναι μέρος μιας ευρύτερης συμφωνίας μεταξύ Σερβίας και Κίνας, η οποία περιλαμβάνει την επέκταση του παρακείμενου ορυχείου και την αναβάθμιση του ηλεκτροπαραγωγικού συγκροτήματος στο Κόστολατς.
Το ύψος του συνολικού πρότζεκτ φτάνει περίπου τα 715 εκατ. δολάρια, με την κινεζική τράπεζα Εισαγωγών-Εξαγωγών (China Exim Bank ) να παρέχει το 80% της χρηματοδότησης, μέσω δανείου 20ετούς διάρκειας. Το υπόλοιπο κόστος θα καλυφθεί από πόρους που θα διαθέσει η σερβική κυβέρνηση και ίδιους πόρους της EPS.
Η κατασκευή της μονάδας αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2020, με τον CEO της σερβικής EPS, Μίλοραντ Γκρτσιτς, να δηλώνει ότι η νέα μονάδα θα ανταποκρίνεται σε υψηλότερα περιβαλλοντικά πρότυπα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη από τον Ιανουάριο έχει «πιάσει δουλειά» στο λιγνιτικό κοίτασμα Ντρμνο ο νέος εκσκαφέας, τεχνολογίας VI ECS, αξίας 123 εκατ. δολαρίων, με στόχο την αύξηση της παραγωγής από τα 9 εκατ. τόνους που είναι σήμερα στα 12 εκατ. τόνους.
Το έργο εκτελείται από κοινοπραξία υπό την κινεζική CMEC, στην οποία συμμετέχουν η γερμανική Krupp, η αυστριακή Sandvik, καθώς και σερβικές εταιρείες.
Το ενδιαφέρον και η παρουσία των Κινέζων στο Κοστολατς δεν είναι καινούργια, αλλά έχει παρελθόν από τις αρχές της δεκαετίας, με την αίτηση για τη νέα μονάδα να είχε υποβληθεί από το καλοκαίρι του 2016.
Η παρουσία των Κινέζων αντιμετωπίζεται από τη σερβική πλευρά ως «χρυσή ευκαιρία» για να απαντηθούν οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται η ηλεκτροπαραγωγή της χώρας.
Σήμερα, τα 2/3 της ηλεκτροπαραγωγής της Σερβίας καλύπτονται από παλιές ανθρακικές μονάδες, ενώ το 1/3 από υδροηλεκτρικούς σταθμούς. Προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αυξανόμενης ζήτησης, κρίνεται αναγκαία η αναβάθμιση της ενεργειακής υποδομής της χώρας.
Τα προβλήματα στον ενεργειακό τομέα της Σερβίας εντάθηκαν μετά τις καταστροφικές πλημμύρες του 2014, που “χτύπησαν” και ένα από τα πιο σημαντικά ορυχεία της χώρας και, σε συνδυασμό με τα συνολικότερα προβλήματα που προκάλεσε η βαρυχειμωνιά και οι χαμηλές θερμοκρασίες έριξαν την ηλεκτροπαραγωγή της χώρας κατά περισσότερο από 15%.
Ο λιγνίτης στο τρίγωνο Ευρώπη - Κίνα - Ελλάδα
Όπως φαίνεται, το βασικό όχημα που αξιοποιείται για τον εκσυγχρονισμό της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής στα Βαλκάνια, είναι το αυξημένο ενδιαφέρον που επιδεικνύουν Κινέζοι επενδυτές. Μάλιστα, οι Κινέζοι μοιάζουν αποφασισμένοι να πάρουν μεγαλύτερα ρίσκα από άλλους πιθανούς επενδυτές (π.χ. Ευρωπαίους), ώστε να κατοχυρώσουν την αναβαθμισμένη θέση τους στην περιοχή και την πιο στενή σύνδεσή τους με κρίσιμους τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Από την άποψη αυτή, έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι σχεδιασμοί για αναβάθμιση της ανθρακικής ηλεκτροπαραγωγής στα Δυτικά Βαλκάνια εξελίσσονται παράλληλα με τις προσπάθειες των ίδιων κρατών να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρότι οι περιβαλλοντικές προβλέψεις της ΕΕ μοιάζει να «ρίχνουν άκυρο» στον άνθρακα.
Όπως είναι προφανές, βέβαια, οι περιβαλλοντικές ανησυχίες της Ευρώπης απηχούν και διαφορετικούς επενδυτικούς προσανατολισμούς και προτεραιότητες, με το θέμα του λιγνίτη να αποκτά και σημαντική γεωοικονομική διάσταση, δεδομένων των περίπλοκων σχέσεων Ευρώπης-Κίνας.
Στο περιβάλλον αυτό εντάσσεται και η προοπτική της ενεργότερης εμπλοκής κινεζικών εταιρειών στον εν Ελλάδι ενεργειακό τομέα, και δη στην ηλεκτροπαραγωγή από ανθρακικές μονάδες.
Άλλωστε, οι προδιαγραφόμενες εξελίξεις σε ό,τι αφορά την αποεπένδυση του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ δίνουν έρεισμα για τέτοιους σχεδιασμούς, σε δυο επίπεδα:
Το πρώτο αφορά το υπό πώληση λιγνιτικό δυναμικό της ΔΕΗ (μονάδες σε Μεγαλόπολη και Μελίτη, καθώς και τα αντίστοιχα ορυχεία) με το ενδεχόμενο εκδήλωσης ενδιαφέροντος από Κινέζους υποψήφιους αγοραστές να θεωρείται εξαιρετικά πιθανό. Ως προς το θέμα αυτό, σημασία έχει ότι, σύμφωνα με τα όσα διαρρέουν από την Κομισιόν, δεν αναμένεται να τεθούν εκ μέρους της εμπόδια σε μια τέτοια προοπτική.
Το δεύτερο αφορά το θέμα της αναβάθμισης των λιγνιτικών μονάδων που θα παραμείνουν στην ιδιοκτησία της ΔΕΗ, με την αναβάθμιση του Αμυνταίου, μάλιστα, να έχει ήδη τεθεί ως θέμα στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, είναι ήδη σε εξέλιξη επαφές για συμμετοχή κινεζικών εταιρειών (είτε αυτοτελώς είτε σε κοινοπραξία με ελληνικές) στο εγχείρημα της αναβάθμισης του λιγνιτικού στόλου που θα διατηρήσει η ΔΕΗ.
Έτσι, παρά τα εμπόδια που τελικά εμπόδισαν την υλοποίηση βάσει του αρχικού σχεδιασμού της συνεργασίας της ΔΕΗ με την CMEC για τη Μελίτη 2, φαίνεται ότι ο δρόμος που άνοιξε με τις επαφές της ΔΕΗ με Κινέζους υποψήφιους εταίρους θα έχει τη δική του σημασία για το πώς θα διαμορφωθεί η εικόνα στον ενεργειακό χάρτη της χώρας τα επόμενα χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου