Η ενεργειακή περιφερειοποίηση της Νοτιοανατολικής Ευρώπης είναι αναπόφευκτη. ΤΗΝ απελευθέρωση των αγορών ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 1999 ακολούθησε μια φρενίτιδα εξαγορών, συγχωνεύσεων και ιδιωτικοποιήσεων.
Στη συντριπτική τους πλειονότητα μικρότερες εταιρείες εξαγοράζονταν από μεγαλύτερες. Μια επιτυχημένη στρατηγική συγχώνευση -με τις ευλογίες της χώρας-μέλους- θα μεταμόρφωνε τον αγοραστή σε «εθνικό πρωταθλητή» ή σε «περιφερειακό ..γίγαντα».
Αναμφίβολα, τόσο οι πολιτικές παρεμβάσεις όσο και το θεσμικό πλαίσιο διαδραμάτισαν σημαντικότατο ρόλο στο τρέχον ενεργειακό τοπίο της Ευρώπης· είτε διευκόλυναν τη σύμπραξη είτε περιόρισαν τον ανταγωνισμό και διευκόλυναν τόσο την οργανική όσο και την επεκτατική μεγέθυνσή τους τόσο στην εγχώρια όσο και στις διεθνείς αγορές, ιδιαίτερα σε εκείνες όπου οι φραγμοί εισόδου ήταν χαλαροί.
Σύμφωνα με τον Leveque (2007), 247 επιχειρήσεις εξαγοράστηκαν και συγχωνεύθηκαν και μειώθηκαν σε επτά. Αντί ανταγωνισμού, η απελευθέρωση οδήγησε σε ολιγοπωλιακή υπερσυγκέντρωση και αντί μείωσης των τιμών οδήγησε σε αύξηση.
Η δραματική μετατόπιση από την παραδοσιακή άποψη της λειτουργίας της δημόσιας επιχείρησης από «το δημόσιο συμφέρον» στο «συμφέρον των μετόχων» -που σημαίνει ταυτόχρονα και μετατόπιση στην κατοχή της ισχύος- πυροδοτεί και τη διαμάχη/αντιπαράθεση που βιώνουμε στις μέρες μας.
Ολα αυτά όχι μόνον επιβεβαιώνουν την οικονομική θεωρία και την ιστορική μαρτυρία (ο ανταγωνισμός περιορίζεται από τέτοιες οικονομίες κλίμακας), αλλά επιβεβαιώνουν και το πόσο δίκαιο είχε ο Adam Smith, όταν έγραφε πως «οι άνθρωποι από το ίδιο σινάφι σπάνια βρίσκονται μαζί, ακόμα και για διασκέδαση και ψυχαγωγία, αλλά οι συζητήσεις τους καταλήγουν σε συνωμοσία εναντίον του κοινού, ή σε κάποιον τρόπο αύξησης των τιμών».
Ταυτόχρονα όμως επιβεβαιώνουν ότι και κάθε προσπάθεια για το σχεδιασμό μιας πολιτικής διαφύλαξης του ανταγωνισμού, που να είναι «δίκαιη» και να προωθεί την οικονομική αποτελεσματικότητα, αλλά να έχει συγχρόνως και ένα λογικό κόστος εφαρμογής, δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.
Ωστόσο, αντίθετα με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις/επιχειρήσεις που έγκαιρα επέλεξαν τη μία ή την άλλη στρατηγική, η ΔΕΗ -παρ' όλο που είχε στη διάθεσή της πληροφορίες από τα είκοσι χρόνια πειραματικής πραγματικότητας της απελευθέρωσης των αγορών ενέργειας στις κυριότερες οικονομίες του πλανήτη- όχι μόνον δεν κατάφερε να τις εσωτερικεύσει, να τις μετουσιώσει σε μια επωφελή προσαρμοστική στρατηγική, αλλά και σήμερα ακόμη η κυβέρνηση, χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό, επιλέγει -υπό τη δαμόκλειο σπάθη του Μνημονίου- τη διάσπαση/ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ μέσω του πλέον σκληρού και αμφιλεγόμενου εργαλείου της διάσπασης/ιδιωτικοποίησης -divestiture.
Φαινομενικά, η προτεινόμενη λύση αποτελεί για την κυβέρνηση την απλούστερη λύση. Το δύσκολο ερώτημα για την κυβέρνηση είναι πώς θα τηρήσει τους όρους του Μνημονίου και το φαινομενικά μεγάλο πλεονέκτημα μιας ιδιωτικοποίησης (εάν γίνει σωστά) είναι η ενισχυμένη δέσμευση της κυβέρνησης απέναντι στους όρους του Μνημονίου και των σκληρών εισοδηματικών περιορισμών.
Καταστροφικά αποτελέσματα
Από την άλλη όμως η προτεινόμενη λύση της κυβέρνησης συνιστά επιλογή υψηλού κινδύνου για το σύνολο της οικονομίας, καθώς αυτή συνδέεται άρρηκτα με τα θέματα της κατανομής του πλούτου, αλλά και μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικά αποτελέσματα αντίστοιχα με αυτά της καταστροφικής κρίσης στην Καλιφόρνια, τη Βραζιλία και τη Νέα Ζηλανδία, την κατάρρευση/σκάνδαλο της Enron, τα black out της Νέας Υόρκης και της Κεντρικής Ευρώπης.
Από το διαφωτιστικό παράδειγμα της Αγγλίας -το υπόδειγμα της οποίας υιοθέτησαν οι περισσότερες οικονομίες-, όπου ο ρυθμιστής έκανε χρήση κάθε τρόπου προκειμένου να κατακερματίσει την παραγωγή, προκύπτει ότι πολλοί νέοι παραγωγοί, που στερούνταν πορτοφόλια πωλήσεων-πελατών, χρεοκόπησαν. Οι καταναλωτές -γεγονός που αποδείχθηκε και στις ΗΠΑ- θέλουν την ηλεκτρική ενέργεια και φθηνή και προβλέψιμη. Οι μικρές επιχειρήσεις, λόγω του μεγέθους τους, δεν ήταν σε θέση να εγγυηθούν ένα μίνιμουμ βαθμό ασφάλειας τροφοδοσίας, το οποίο τους διασφάλιζε μια κρίσιμη μάζα.
Υπάρχουν στοιχεία -σταθερά δεδομένα- τα οποία προκύπτουν τόσο από την απώτερη ιστορία της παραδοσιακής οικονομίας όσο και από αυτή την πρόσφατη της εικοσάχρονης απελευθερωμένης αγοράς ενέργειας, στα οποία πρέπει/μπορεί να βασιστεί η ακολουθητέα στρατηγική, προκειμένου η ΔΕΗ να μετασχηματιστεί και να εξελιχθεί.
Πρώτον, η προτεινόμενη από την κυβέρνηση ιδιωτικοποίηση/εκχώρησή της μέσω της διάσπασης παραμένει ερώτημα αναπάντητο από τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα και εύλογα δημιουργεί σημαντικές αντιδράσεις από τα ενδιαφερόμενα μέρη και κατά συνέπεια σημαντικές καθυστερήσεις στην εφαρμογή της (Hannes Weigt, Anne Neumann 2009).
Το εν λόγω προτεινόμενο μέτρο απέβη μοιραίο ακόμη και σε χώρες που είχαν επιλέξει τις πλέον επιθετικές αντιμονοπωλιακές νομοθεσίες και πρακτικές. Οι ΗΠΑ ήταν ίσως οι πλέον επιθετικές στην υιοθέτηση αυτής της στρατηγικής.
Αλλά στα μέσα του περασμένου αιώνα, πενήντα χρόνια μετά την υιοθέτηση της νομοθεσίας-ορόσημου κατά των τραστ, πολλές από τις αμερικανικές βιομηχανίες παρέμειναν συγκεντροποιημένες. Η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία είχε οδηγήσει σε μια ιδιότυπη και λεπτεπίλεπτη αύξηση της μη ανταγωνιστικής συμπεριφοράς! (Stiglitz, 1994)
Ολα αυτά τα γεγονότα, ωστόσο, σε συνδυασμό με τα πρόσφατα δημοψηφίσματα στο Αμβούργο και στο Βερολίνο υπέρ της επιστροφής των εταιρειών κοινής ωφελείας υπό κρατικό έλεγχο, απλώς ενίσχυαν την πίστη στην κυβερνητική ιδιοκτησία και έλεγχο.
Δεύτερον, στον αντίποδα αυτής της διανοητικής τάσης, που θα μπορούσε κανείς να πιστέψει ότι θα προσέφερε μεγαλύτερη στήριξη στην κυβερνητική ιδιοκτησία, είναι η περιφερειοποίηση και η διεθνοποίηση της οικονομίας. Ο ανταγωνισμός περιορίζεται από την κλίμακα της αγοράς και, καθώς η κλίμακα της αγοράς διεθνοποιείται, αλλάζει αντίστοιχα και η αποτελεσματικότητα του ανταγωνισμού.
Οι εξαγορές, συγχωνεύσεις και ιδιωτικοποιήσεις όντως αποτέλεσαν το κύριο συστατικό και την κινητήρια δύναμη των επενδύσεων στην Ε.Ε. και θεωρούνται ένας θεμελιώδης μηχανισμός της παγκοσμιοποίησης.
Το ουσιώδες ωστόσο δεν βρίσκεται στις συγχωνεύσεις, στις εκχωρήσεις/διασπάσεις και στην αλλαγή της ιδιοκτησίας και του ελέγχου ως κύριου τρόπου δημιουργίας ανάπτυξης και πλούτου. Το ουσιώδες υπήρξε στις συμμαχίες όλων των ειδών, στις κοινοπραξίες, στις μετοχοποιήσεις, στις συνεργασίες έρευνας, στις εταιρικές σχέσεις και, συχνά, στις «συμφωνίες χειραψίας».
Η ανάπτυξη των επιχειρήσεων και η επέκτασή τους σε διαφορετικά μέρη του κόσμου δεν θα βασίζεται, πλέον, στις εξαγορές και στις συγχωνεύσεις, ή ακόμη και στην εκκίνηση νέων και πλήρως ιδιόκτητων επιχειρήσεων εκεί. Θα πρέπει, όλο και περισσότερο, να βασίζεται σε συμμαχίες, κοινές επιχειρηματικές προσπάθειες, καθώς και σε όλων των ειδών τις συνεργασίες.
Στις νέες συμμαχίες, συνεργασίες και συνυπάρξεις, management δεν σημαίνει έκδοση εντολών και ελέγχου στη βάση της ιδιοκτησίας. Η συνοχή τους δεν διασφαλίζεται από την ιδιοκτησία, αλλά από τη στρατηγική. Αυτό το είδος της οργάνωσης χρειάζεται και ένα νέο είδος ηγεσίας.
Τρίτον, αντί μιας κοινής ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η απελευθέρωση ανέδειξε επτά διαφορετικές περιφέρειες-επιμέρους αγορές (Ιβηρική, Βρετανική, Βαλτική, Σκανδιναβική, Κεντροευρωπαϊκή, Ιταλική, Γαλλική), οι οποίες διαχωρίζονται από ανεπαρκές δίκτυο μεταφοράς, από φυσικούς ή θεσμικούς φραγμούς εισόδου. Αναδύθηκαν εθνικοί πρωταθλητές, περιφερειακοί γίγαντες, αλλά και πανευρωπαϊκοί παίκτες.
Η κίνηση προς την ενεργειακή περιφερειοποίηση και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης είναι αναπόφευκτη, ως απάντηση στη νέα οικονομική πραγματικότητα. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε και να λειτουργούμε εθνικά, περιφερειακά, αλλά και πανευρωπαϊκά, σε όλα τα επίπεδα ταυτοχρόνως.
Τέταρτον, και αν ακόμη υποθέσουμε ότι σχεδιάζεται η καλύτερη πλειοδοτική διαδικασία για τη μεγιστοποίηση της εισπραττόμενης από την πώληση αξίας, η κυβέρνηση δεν μπορεί να εξασφαλίσει την απόκτηση πλήρους προσόδου ή ότι θα κερδίσει στον πλειστηριασμό ο πιο αποτελεσματικός παραγωγός ή αυτός που θα τηρήσει τις δεσμεύσεις του.
Ο δε στόχος της αποτελεσματικότητας συνιστά και το μεγάλο διακύβευμα για την κυβέρνηση, καθώς αυτό συνδέεται άρρηκτα με τα θέματα της κατανομής του πλούτου· η έλλειψη ενδιαφέροντος για την κατανομή μπορεί σε μερικά χρόνια να κατατρύχει την οικονομία, όχι μόνο με τη μορφή κοινωνικής αναταραχής, αλλά και με τη στενότερη έννοια μιας μακροχρόνιας οικονομικής αναποτελεσματικότητας.
Πέμπτον, η ίδια η ιδιωτικοποίηση /διάσπαση είναι απλώς ο ένας τρόπος για να επιτευχθεί μια ανταγωνιστική οικονομία -η δημιουργία νέων επιχειρήσεων είναι ο άλλος.
Το σκανδιναβικό παράδειγμα
Οπως υποστήριξε ο Newbery (1998), «ο ανταγωνισμός και όχι η ιδιωτικοποίηση είναι η πηγή των ωφελειών». Το παράδειγμα της Σκανδιναβίας έχει δείξει ότι μια επιτυχής μεταρρύθμιση της αγοράς μπορεί να προχωρήσει και χωρίς ιδιωτικοποιήσεις. Και υπό συνθήκες ανταγωνισμού, οι δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας απέδωσαν λογικά στις σκανδιναβικές χώρες.
Το ίδιο έδειξε και το παράδειγμα της Κίνας. Η Κίνα επικέντρωσε την προσοχή της στην αλλαγή των παλαιών και τη δημιουργία νέων θεσμών και έδωσε μεγάλη έμφαση στον ανταγωνισμό. Δεν επικέντρωσε την προσοχή της στην ιδιωτικοποίηση των υπαρχουσών κρατικών επιχειρήσεων, αλλά στην ανάπτυξη νέων, δηλαδή κοινοπραξιών, δημοτικών, περιφερειακών και ιδιωτικών επιχειρήσεων.
Εκτον, τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα εύκολα καθιερώνονται και οποιαδήποτε μεταρρύθμιση μπορεί να καταστρέψει μερικά από αυτά. Οι μεταρρυθμίσεις και οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν μπορεί να είναι δύσκολο να ακυρωθούν αργότερα. Είναι σημαντικό να γίνουν τα πράγματα σωστά από την αρχή -ή, τουλάχιστον, όσο γίνεται πιο σωστά.
Εβδομον, η στρατηγική πρέπει πλέον να αποδεχθεί μια καινούργια θεμελιώδη αρχή. Στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον καμιά επιχείρηση δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα επιβιώσει, αν δεν μπορεί να αναμετρηθεί στα επίπεδα που θέτουν οι ηγέτες του κλάδου, σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Δεν είναι πλέον ωστόσο δυνατόν να βασίζεις την παραγωγικότητα, τη λειτουργία και την οικονομική ανάπτυξη μιας επιχείρησης στις επιλογές προσώπων και στις προαγωγές με πολιτικά κριτήρια· ούτε στο φθηνό εργατικό δυναμικό.
Αυτό χρειάζεται τις στοιχειώδεις λειτουργίες επιλογής προσώπων και παροχής κινήτρων, μηχανισμό ευθύνης και την εκ της ευθύνης συνεπαγόμενη εξουσία.
(Του ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ χημικού μηχανικού, BS, MS Columbia University, ΜΒΑ University of Sheffield, πρώην προέδρου των Διπλωματούχων Μηχανικών ΔΕΗ του Ενεργειακού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας και τέως αντιπροέδρου του Συλλόγου Διπλωματούχων Μηχανικών ΔΕΗ,
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ)
Στη συντριπτική τους πλειονότητα μικρότερες εταιρείες εξαγοράζονταν από μεγαλύτερες. Μια επιτυχημένη στρατηγική συγχώνευση -με τις ευλογίες της χώρας-μέλους- θα μεταμόρφωνε τον αγοραστή σε «εθνικό πρωταθλητή» ή σε «περιφερειακό ..γίγαντα».
Αναμφίβολα, τόσο οι πολιτικές παρεμβάσεις όσο και το θεσμικό πλαίσιο διαδραμάτισαν σημαντικότατο ρόλο στο τρέχον ενεργειακό τοπίο της Ευρώπης· είτε διευκόλυναν τη σύμπραξη είτε περιόρισαν τον ανταγωνισμό και διευκόλυναν τόσο την οργανική όσο και την επεκτατική μεγέθυνσή τους τόσο στην εγχώρια όσο και στις διεθνείς αγορές, ιδιαίτερα σε εκείνες όπου οι φραγμοί εισόδου ήταν χαλαροί.
Σύμφωνα με τον Leveque (2007), 247 επιχειρήσεις εξαγοράστηκαν και συγχωνεύθηκαν και μειώθηκαν σε επτά. Αντί ανταγωνισμού, η απελευθέρωση οδήγησε σε ολιγοπωλιακή υπερσυγκέντρωση και αντί μείωσης των τιμών οδήγησε σε αύξηση.
Η δραματική μετατόπιση από την παραδοσιακή άποψη της λειτουργίας της δημόσιας επιχείρησης από «το δημόσιο συμφέρον» στο «συμφέρον των μετόχων» -που σημαίνει ταυτόχρονα και μετατόπιση στην κατοχή της ισχύος- πυροδοτεί και τη διαμάχη/αντιπαράθεση που βιώνουμε στις μέρες μας.
Ολα αυτά όχι μόνον επιβεβαιώνουν την οικονομική θεωρία και την ιστορική μαρτυρία (ο ανταγωνισμός περιορίζεται από τέτοιες οικονομίες κλίμακας), αλλά επιβεβαιώνουν και το πόσο δίκαιο είχε ο Adam Smith, όταν έγραφε πως «οι άνθρωποι από το ίδιο σινάφι σπάνια βρίσκονται μαζί, ακόμα και για διασκέδαση και ψυχαγωγία, αλλά οι συζητήσεις τους καταλήγουν σε συνωμοσία εναντίον του κοινού, ή σε κάποιον τρόπο αύξησης των τιμών».
Ταυτόχρονα όμως επιβεβαιώνουν ότι και κάθε προσπάθεια για το σχεδιασμό μιας πολιτικής διαφύλαξης του ανταγωνισμού, που να είναι «δίκαιη» και να προωθεί την οικονομική αποτελεσματικότητα, αλλά να έχει συγχρόνως και ένα λογικό κόστος εφαρμογής, δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.
Ωστόσο, αντίθετα με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις/επιχειρήσεις που έγκαιρα επέλεξαν τη μία ή την άλλη στρατηγική, η ΔΕΗ -παρ' όλο που είχε στη διάθεσή της πληροφορίες από τα είκοσι χρόνια πειραματικής πραγματικότητας της απελευθέρωσης των αγορών ενέργειας στις κυριότερες οικονομίες του πλανήτη- όχι μόνον δεν κατάφερε να τις εσωτερικεύσει, να τις μετουσιώσει σε μια επωφελή προσαρμοστική στρατηγική, αλλά και σήμερα ακόμη η κυβέρνηση, χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό, επιλέγει -υπό τη δαμόκλειο σπάθη του Μνημονίου- τη διάσπαση/ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ μέσω του πλέον σκληρού και αμφιλεγόμενου εργαλείου της διάσπασης/ιδιωτικοποίησης -divestiture.
Φαινομενικά, η προτεινόμενη λύση αποτελεί για την κυβέρνηση την απλούστερη λύση. Το δύσκολο ερώτημα για την κυβέρνηση είναι πώς θα τηρήσει τους όρους του Μνημονίου και το φαινομενικά μεγάλο πλεονέκτημα μιας ιδιωτικοποίησης (εάν γίνει σωστά) είναι η ενισχυμένη δέσμευση της κυβέρνησης απέναντι στους όρους του Μνημονίου και των σκληρών εισοδηματικών περιορισμών.
Καταστροφικά αποτελέσματα
Από την άλλη όμως η προτεινόμενη λύση της κυβέρνησης συνιστά επιλογή υψηλού κινδύνου για το σύνολο της οικονομίας, καθώς αυτή συνδέεται άρρηκτα με τα θέματα της κατανομής του πλούτου, αλλά και μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικά αποτελέσματα αντίστοιχα με αυτά της καταστροφικής κρίσης στην Καλιφόρνια, τη Βραζιλία και τη Νέα Ζηλανδία, την κατάρρευση/σκάνδαλο της Enron, τα black out της Νέας Υόρκης και της Κεντρικής Ευρώπης.
Από το διαφωτιστικό παράδειγμα της Αγγλίας -το υπόδειγμα της οποίας υιοθέτησαν οι περισσότερες οικονομίες-, όπου ο ρυθμιστής έκανε χρήση κάθε τρόπου προκειμένου να κατακερματίσει την παραγωγή, προκύπτει ότι πολλοί νέοι παραγωγοί, που στερούνταν πορτοφόλια πωλήσεων-πελατών, χρεοκόπησαν. Οι καταναλωτές -γεγονός που αποδείχθηκε και στις ΗΠΑ- θέλουν την ηλεκτρική ενέργεια και φθηνή και προβλέψιμη. Οι μικρές επιχειρήσεις, λόγω του μεγέθους τους, δεν ήταν σε θέση να εγγυηθούν ένα μίνιμουμ βαθμό ασφάλειας τροφοδοσίας, το οποίο τους διασφάλιζε μια κρίσιμη μάζα.
Υπάρχουν στοιχεία -σταθερά δεδομένα- τα οποία προκύπτουν τόσο από την απώτερη ιστορία της παραδοσιακής οικονομίας όσο και από αυτή την πρόσφατη της εικοσάχρονης απελευθερωμένης αγοράς ενέργειας, στα οποία πρέπει/μπορεί να βασιστεί η ακολουθητέα στρατηγική, προκειμένου η ΔΕΗ να μετασχηματιστεί και να εξελιχθεί.
Πρώτον, η προτεινόμενη από την κυβέρνηση ιδιωτικοποίηση/εκχώρησή της μέσω της διάσπασης παραμένει ερώτημα αναπάντητο από τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα και εύλογα δημιουργεί σημαντικές αντιδράσεις από τα ενδιαφερόμενα μέρη και κατά συνέπεια σημαντικές καθυστερήσεις στην εφαρμογή της (Hannes Weigt, Anne Neumann 2009).
Το εν λόγω προτεινόμενο μέτρο απέβη μοιραίο ακόμη και σε χώρες που είχαν επιλέξει τις πλέον επιθετικές αντιμονοπωλιακές νομοθεσίες και πρακτικές. Οι ΗΠΑ ήταν ίσως οι πλέον επιθετικές στην υιοθέτηση αυτής της στρατηγικής.
Αλλά στα μέσα του περασμένου αιώνα, πενήντα χρόνια μετά την υιοθέτηση της νομοθεσίας-ορόσημου κατά των τραστ, πολλές από τις αμερικανικές βιομηχανίες παρέμειναν συγκεντροποιημένες. Η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία είχε οδηγήσει σε μια ιδιότυπη και λεπτεπίλεπτη αύξηση της μη ανταγωνιστικής συμπεριφοράς! (Stiglitz, 1994)
Ολα αυτά τα γεγονότα, ωστόσο, σε συνδυασμό με τα πρόσφατα δημοψηφίσματα στο Αμβούργο και στο Βερολίνο υπέρ της επιστροφής των εταιρειών κοινής ωφελείας υπό κρατικό έλεγχο, απλώς ενίσχυαν την πίστη στην κυβερνητική ιδιοκτησία και έλεγχο.
Δεύτερον, στον αντίποδα αυτής της διανοητικής τάσης, που θα μπορούσε κανείς να πιστέψει ότι θα προσέφερε μεγαλύτερη στήριξη στην κυβερνητική ιδιοκτησία, είναι η περιφερειοποίηση και η διεθνοποίηση της οικονομίας. Ο ανταγωνισμός περιορίζεται από την κλίμακα της αγοράς και, καθώς η κλίμακα της αγοράς διεθνοποιείται, αλλάζει αντίστοιχα και η αποτελεσματικότητα του ανταγωνισμού.
Οι εξαγορές, συγχωνεύσεις και ιδιωτικοποιήσεις όντως αποτέλεσαν το κύριο συστατικό και την κινητήρια δύναμη των επενδύσεων στην Ε.Ε. και θεωρούνται ένας θεμελιώδης μηχανισμός της παγκοσμιοποίησης.
Το ουσιώδες ωστόσο δεν βρίσκεται στις συγχωνεύσεις, στις εκχωρήσεις/διασπάσεις και στην αλλαγή της ιδιοκτησίας και του ελέγχου ως κύριου τρόπου δημιουργίας ανάπτυξης και πλούτου. Το ουσιώδες υπήρξε στις συμμαχίες όλων των ειδών, στις κοινοπραξίες, στις μετοχοποιήσεις, στις συνεργασίες έρευνας, στις εταιρικές σχέσεις και, συχνά, στις «συμφωνίες χειραψίας».
Η ανάπτυξη των επιχειρήσεων και η επέκτασή τους σε διαφορετικά μέρη του κόσμου δεν θα βασίζεται, πλέον, στις εξαγορές και στις συγχωνεύσεις, ή ακόμη και στην εκκίνηση νέων και πλήρως ιδιόκτητων επιχειρήσεων εκεί. Θα πρέπει, όλο και περισσότερο, να βασίζεται σε συμμαχίες, κοινές επιχειρηματικές προσπάθειες, καθώς και σε όλων των ειδών τις συνεργασίες.
Στις νέες συμμαχίες, συνεργασίες και συνυπάρξεις, management δεν σημαίνει έκδοση εντολών και ελέγχου στη βάση της ιδιοκτησίας. Η συνοχή τους δεν διασφαλίζεται από την ιδιοκτησία, αλλά από τη στρατηγική. Αυτό το είδος της οργάνωσης χρειάζεται και ένα νέο είδος ηγεσίας.
Τρίτον, αντί μιας κοινής ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η απελευθέρωση ανέδειξε επτά διαφορετικές περιφέρειες-επιμέρους αγορές (Ιβηρική, Βρετανική, Βαλτική, Σκανδιναβική, Κεντροευρωπαϊκή, Ιταλική, Γαλλική), οι οποίες διαχωρίζονται από ανεπαρκές δίκτυο μεταφοράς, από φυσικούς ή θεσμικούς φραγμούς εισόδου. Αναδύθηκαν εθνικοί πρωταθλητές, περιφερειακοί γίγαντες, αλλά και πανευρωπαϊκοί παίκτες.
Η κίνηση προς την ενεργειακή περιφερειοποίηση και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης είναι αναπόφευκτη, ως απάντηση στη νέα οικονομική πραγματικότητα. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε και να λειτουργούμε εθνικά, περιφερειακά, αλλά και πανευρωπαϊκά, σε όλα τα επίπεδα ταυτοχρόνως.
Τέταρτον, και αν ακόμη υποθέσουμε ότι σχεδιάζεται η καλύτερη πλειοδοτική διαδικασία για τη μεγιστοποίηση της εισπραττόμενης από την πώληση αξίας, η κυβέρνηση δεν μπορεί να εξασφαλίσει την απόκτηση πλήρους προσόδου ή ότι θα κερδίσει στον πλειστηριασμό ο πιο αποτελεσματικός παραγωγός ή αυτός που θα τηρήσει τις δεσμεύσεις του.
Ο δε στόχος της αποτελεσματικότητας συνιστά και το μεγάλο διακύβευμα για την κυβέρνηση, καθώς αυτό συνδέεται άρρηκτα με τα θέματα της κατανομής του πλούτου· η έλλειψη ενδιαφέροντος για την κατανομή μπορεί σε μερικά χρόνια να κατατρύχει την οικονομία, όχι μόνο με τη μορφή κοινωνικής αναταραχής, αλλά και με τη στενότερη έννοια μιας μακροχρόνιας οικονομικής αναποτελεσματικότητας.
Πέμπτον, η ίδια η ιδιωτικοποίηση /διάσπαση είναι απλώς ο ένας τρόπος για να επιτευχθεί μια ανταγωνιστική οικονομία -η δημιουργία νέων επιχειρήσεων είναι ο άλλος.
Το σκανδιναβικό παράδειγμα
Οπως υποστήριξε ο Newbery (1998), «ο ανταγωνισμός και όχι η ιδιωτικοποίηση είναι η πηγή των ωφελειών». Το παράδειγμα της Σκανδιναβίας έχει δείξει ότι μια επιτυχής μεταρρύθμιση της αγοράς μπορεί να προχωρήσει και χωρίς ιδιωτικοποιήσεις. Και υπό συνθήκες ανταγωνισμού, οι δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας απέδωσαν λογικά στις σκανδιναβικές χώρες.
Το ίδιο έδειξε και το παράδειγμα της Κίνας. Η Κίνα επικέντρωσε την προσοχή της στην αλλαγή των παλαιών και τη δημιουργία νέων θεσμών και έδωσε μεγάλη έμφαση στον ανταγωνισμό. Δεν επικέντρωσε την προσοχή της στην ιδιωτικοποίηση των υπαρχουσών κρατικών επιχειρήσεων, αλλά στην ανάπτυξη νέων, δηλαδή κοινοπραξιών, δημοτικών, περιφερειακών και ιδιωτικών επιχειρήσεων.
Εκτον, τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα εύκολα καθιερώνονται και οποιαδήποτε μεταρρύθμιση μπορεί να καταστρέψει μερικά από αυτά. Οι μεταρρυθμίσεις και οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν μπορεί να είναι δύσκολο να ακυρωθούν αργότερα. Είναι σημαντικό να γίνουν τα πράγματα σωστά από την αρχή -ή, τουλάχιστον, όσο γίνεται πιο σωστά.
Εβδομον, η στρατηγική πρέπει πλέον να αποδεχθεί μια καινούργια θεμελιώδη αρχή. Στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον καμιά επιχείρηση δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα επιβιώσει, αν δεν μπορεί να αναμετρηθεί στα επίπεδα που θέτουν οι ηγέτες του κλάδου, σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Δεν είναι πλέον ωστόσο δυνατόν να βασίζεις την παραγωγικότητα, τη λειτουργία και την οικονομική ανάπτυξη μιας επιχείρησης στις επιλογές προσώπων και στις προαγωγές με πολιτικά κριτήρια· ούτε στο φθηνό εργατικό δυναμικό.
Αυτό χρειάζεται τις στοιχειώδεις λειτουργίες επιλογής προσώπων και παροχής κινήτρων, μηχανισμό ευθύνης και την εκ της ευθύνης συνεπαγόμενη εξουσία.
(Του ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ χημικού μηχανικού, BS, MS Columbia University, ΜΒΑ University of Sheffield, πρώην προέδρου των Διπλωματούχων Μηχανικών ΔΕΗ του Ενεργειακού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας και τέως αντιπροέδρου του Συλλόγου Διπλωματούχων Μηχανικών ΔΕΗ,
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου