Η Shell καταφέρθηκε ενάντια στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάνοντας λόγο για «ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση», η οποία θα οδηγήσει στη δημιουργία νέων λιγνιτικών σταθμών και θα περιορίσει την χρήση καθαρότερων καυσίμων, όπως του φυσικού αερίου.
Η εταιρεία εκτιμά ότι ως αποτέλεσμα της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής των τελευταίων ετών, θα μπορούσαν να κατασκευαστούν στα επόμενα τέσσερα χρόνια έως 11 GW νέων λιγνιτικών μονάδων με ότι συνεπάγεται αυτό για το περιβάλλον και το κλίμα, όπως υπογράμμισε ο Ντικ Μπένσοπ, επικεφαλής του τομέα φυσικού αερίου της Shell.
Κάτι τέτοιο θα υπονόμευε τις προσπάθειες της Ε.Ε. για συγκράτηση των εκπομπών CO2 και για επέκταση των ΑΠΕ, το κόστος των οποίων αγγίζει σήμερα τα 30 δις. ευρώ ετησίως, όπως υποστηρίζει ο Μπένσοπ. «Η Ευρώπη ακολουθεί έναν δρόμο με άνθρακα και ΑΠΕ και αυτό είναι ένα πολύ απεχθές σενάριο με υψηλά κόστη και μικρά αποτελέσματα», τόνισε σε συνέντευξή του προς τους Financial Times.
«Στη Shell, το αποκαλούμε αυτό "το ενεργειακό παράδοξο της Ευρώπης", αλλά ίσως τελικά να είναι λίγο. Πρόκειται για μια ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση», τόνισε χαρακτηριστικά.
Τα σχόλια του κ. Μπένσοπ έρχονται σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η Ε.Ε. προσπαθεί να καταρτίσει τους νέους της στόχους σε ότι αφορά την πράσινη ενέργεια και τις εκπομπές με άξονα το 2030. Η Shell τονίζει ότι η εισαγωγές άνθρακα της Γερμανίας αυξήθηκαν κατά 7% στους 44 εκατ. τόνους πέρυσι, ενώ αντίστοιχες τάσεις παρατηρούνται και στην περίπτωση της Βρετανίας, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τους στόχους της κοινοτικής πολιτικής.
Σε αντίθετη πορεία από τον άνθρακα φαίνεται πως κινείται το αέριο, αφού περίπου 30 GW μονάδων έχει τεθεί εκτός λειτουργίας ή υπολειτουργεί ανά την Ευρώπη. Ο κ. Μπένσοπ θεωρεί ότι το φαινόμενο δεν είναι συγκυριακό: «Κάποιοι λένε πως είναι κάτι προσωρινό και όχι δομικό. Αυτό είναι λάθος», υποστήριξε, προσθέτοντας ότι χρειάζεται μια υψηλότερη τιμή άνθρακα για να περιορίσει την χρήση του στην Ευρώπη. Κάτι τέτοιο όμως, δεν είναι εύκολο στην παρούσα χρονική συγκυρία, λόγω της οικονομικής ύφεσης και άλλων παραγόντων, οι οποίοι κρατούν χαμηλά τις τιμές των ευρωπαϊκών δικαιωμάτων εκπομπών.
Όπως και να χει το θέμα, με ενδιαφέρον αναμένονται οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον επόμενο μήνα, σε ότι έχει να κάνει με το σύστημα εμπορίας ρύπων ( ETS), αλλά και τους στόχους του 2030.
ΠΗΓΗ energia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου