DEH

DEH

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

ΣΥΡΙΖΑ και Ενεργειακή ΔημοκρατίαΣΥΡΙΖΑ και Ενεργειακή Δημοκρατία

 
 
Των Sean Sweeney (Global Labor Institute, Cornell U.) και Νατάσσας Ρωμανού (Columbia U./NASA-GISS, SYRIZA-NY)
Στις πρoγραμματικές του θέσεις ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευτεί για ένα νέο οικονομικό και οικολογικό μοντέλο, μια εντελώς καινούργια προσέγγιση για την ενέργεια και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Ούτε το νεοφιλελεύθερο πλαίσιο για την ενέργεια που εκπορεύεται από την Ε.Ε. ούτε η συνέχιση του συγκεντρωτικού πρότυπου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που χτίστηκε γύρω από τα ορυκτά καύσιμα πριν από αρκετές δεκαετίες μπορούν να εξυπηρετήσουν τον σκοπό αυτόν. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να αποδεχθεί τις υποδείξεις της τρόικας για τη διάλυση και το ξεπούλημα του 30% των περιουσιακών στοιχείων της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), η οποία ελέγχει το 75% της παραγόμενης ενέργειας στην Ελλάδα.
Είναι σαφές ότι υπάρχει ανάγκη για έναν «τρίτο δρόμο», που θα οδηγήσει την Ελλάδα προς μια οικονομία βασισμένη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υπό τον έλεγχο του ελληνικού λαού. Ονομάζουμε αυτόν τον δρόμο «Ενεργειακή Δημοκρατία».
Έχοντας τον έλεγχο των ενεργειακών επιλογών στη χώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αντιμετωπίσει αφενός τη μεγάλη εξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα, εγχώρια και εισαγόμενα, και αφετέρου την ατροφική ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η Ελλάδα έχει ένα δυσανάλογα μεγάλο αποτύπωμα άνθρακα: σύμφωνα με τη Euracoal, 57% των ενεργειακών αναγκών καλύπτονται από την εκμετάλλευση λιγνίτη, ενώ εισάγονται μεγάλες ποσότητες πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η κλιμάκωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πάρει χρόνο, αλλά -αν γίνει σωστά- μπορεί να παραγάγει άμεσα οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη για τον ελληνικό λαό. Επίσης θα βοηθήσει τόσο στη μείωση της συμβολής της χώρας στην υπερθέρμανση του πλανήτη, όσο και στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην οικοδόμηση της κοινωνικής παρέμβασης και συμμετοχής.
 

Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ: Ενεργειακή Δημοκρατία

Η Ενεργειακή Δημοκρατία είναι μια προσέγγιση του δημόσιου τομέα, που οδηγεί στην ταχεία ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ελλάδα, κυρίως αιολικής και ηλιακής ενέργειας (ίσως και γεωθερμικής), καθώς και τη σταδιακή και κοινωνικά δίκαιη κατάργηση της χρήσης ορυκτών καυσίμων.
Τα κύρια συστατικά για την πρόταση της Ενεργειακής Δημοκρατίας είναι:
1) Σχεδιασμός της ενεργειακής μετάβασης που βασίζεται σε σαφείς στόχους και σκοπούς. Το μοντέλο μετάβασης προβλέπει την ενίσχυση του ρόλου της κοινότητας με βάση τον έλεγχο και τη δημιουργία εποικοδομητικής αυτονομίας. Μια σωστή ισορροπία δημιουργείται μεταξύ των διαφορετικών ρόλων των ατόμων, των συνεταιρισμών, των δημοτικών αρχών και του κράτους. Το μοντέλο επίσης προβλέπει πρωτοβουλίες που θα βοηθήσουν την κοινωνία και την οικονομία να προσαρμοστούν στη κλιματική αλλαγή. Οι πρωτοβουλίες αυτές περιλαμβάνουν την έρευνα, την εκπαίδευση και τα νέα σχέδια ανάπτυξης της τεχνολογίας.
2) Εκσυγχρονισμός και αναδιάρθρωση της ΔΕΗ για να διευκολυνθεί η μετάβαση προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η πλήρης συνεργασία και δέσμευση της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ και των λιγνιτικών - μεταλλευτικών κοινοτήτων είναι απαραίτητη. Οι εργαζόμενοι και κάποια μεσαία στελέχη στον κλάδο μπορούν να ενσωματωθούν στη νέα ιδιοκτησία και τις δομές εποπτείας αναλαμβάνοντας μεγάλο μέρος από την ευθύνη για τη λειτουργία και συντήρηση των συστημάτων.
3) Ένα νέο νομικό πλαίσιο που θα διευκολύνει και θα εδραιώσει την ανάπτυξη της Ενεργειακής Δημοκρατίας. Οι εθνικές νομοθεσίες που ψηφίστηκαν προκειμένου η χώρα να συμμορφωθεί με τις οδηγίες της Ε.Ε. για απελευθέρωση της αγοράς θα πρέπει να καταργηθούν ή να τροποποιηθούν και νέοι νόμοι να εισαχθούν για τον εκδημοκρατισμό του συστήματος.
4) Ο ρόλος των υφιστάμενων θεσμών, όπως π.χ. η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Το υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) και, το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας (ΚΑΠΕ) θα πρέπει να συνεργαστούν με ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα στην Ελλάδα ώστε να ευθυγραμμίσουν τον ενεργειακό σχεδιασμό με τις νέες κλιματικές συνθήκες στην Ελλάδα.
5) Η χρηματοδότηση του νέου δημόσιου συστήματος ενέργειας αποτελεί τεράστια πρόκληση, αλλά όχι μεγαλύτερη από την εξάρτηση από ιδιώτες που συνήθως αποφεύγουν κάθε ρίσκο. Η ΔΕΗ μπορεί να εκδώσει ομόλογα (εγχώρια) έναντι μελλοντικών εσόδων της, να επιβάλει στις περισσότερο ρυπαίνουσες βιομηχανίες έναν φόρο διοξειδίου του άνθρακα ή ακόμα και μια επιπρόσθετη φορολόγηση στην κατανάλωση βενζίνης. Αποτελεί ευτυχή συγκυρία το γεγονός ότι το κόστος των ηλιακών φωτοβολταϊκών και ανεμογεννητριών έχει μειωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια.
6) Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των κεντρικών και αποκεντρωμένων συστημάτων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά. Αποκεντρωμένη παραγωγή (που εγκαθίσταται στα υπάρχοντα κτήρια ή σε κενές εκτάσεις κοντά στο σημείο της κατανάλωσης) μπορεί να δημιουργηθεί σχεδόν αμέσως και είναι εύκολο να υπαχθεί στον τοπικό έλεγχο. Το όραμα μιας «prosumer» κοινωνίας -όπου "ο καθένας" μπορεί να παράγει και να καταναλώνει ηλεκτρική ενέργεια- έχει προοδευτικά χαρακτηριστικά. Πρέπει όμως να προστατευθούν εκείνοι που δεν έχουν στην ιδιοκτησία τους ακίνητα ή κεφάλαια για να επενδύσουν σε ηλιακές εγκαταστάσεις (προς το παρόν η πλειοψηφία) και η λήψη αποφάσεων να γίνεται μέσω των κοινοτικών οργανώσεων και των εκλεγμένων αρχών. Συστήματα κεντρικού / περιφερειακού ελέγχου μπορούν επίσης να έχουν ένα ρόλο.
8) Οι συνεταιρισμοί παρέχουν σε μη ιδιοκτήτες ακινήτων τη δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία. Μια συναιτεριστική δομή θα επιτρέψει σε ομάδες ατόμων την αγορά φωτοβολταϊκών ή αιολικών συστημάτων και την εγκατάστασή τους σε αχρησιμοποίητες εκτάσεις ή πρώην βιομηχανικούς χώρους.
9) Η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί επίσης να έχει ένα ρόλο (όπως πρόσφατα στη Γερμανία με ιδιαίτερη επιτυχία). Στην Ελλάδα η μεγαλύτερη κατανάλωση σε κτήρια είναι τα δημόσια σχολεία. Το ΚΑΠΕ έχει διερευνήσει τις δυνατότητες ανάπτυξης των φωτοβολταϊκών συστημάτων στις στέγες των σχολείων και παρόμοιες εφαρμογές μπορούν να επεκταθούν και σε άλλα δημόσια κτήρια. Ο δημοτικός έλεγχος αποτελεί ίσως την καταλληλότερη μορφή διαχείρισης τέτοιων εγκαταστάσεων.
10) Θα πρέπει να διερευνηθούν οι δυνατότητες προσέλκυσης / δημιουργίας βιομηχανιών κατασκευής ηλιακής και αιολικής τεχνολογίας στην Ελλάδα. Η ύπαρξη σταθερής ζήτησης για προϊόντα τεχνολογίας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας για την προσέλκυση των παραγωγών. Η Ενεργειακή Δημοκρατία μπορεί να συντονίσει δημιουργικά τμήματα του ιδιωτικού τομέα, κατασκευαστές και εταιρείες εγκατάστασης. Πολλές μικρές επιχειρήσεις έχουν "πράσινη" κοινωνική συνείδηση, αλλά συγχωνεύσεις στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δημιουργούν μεγάλες πολυεθνικές με έδρα την Ισπανία, τη Γερμανία, την Κίνα και αλλού, που αρχίζουν να κυριαρχούν στην αγορά. Κάθε συμμετοχή στη βιομηχανία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους όρους της δημοκρατικής εντολής που θα δοθεί σε μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος και θα δεσμευτεί για τον μέγιστο δυνατό τοπικό έλεγχο και την τοπική αυτονομία.Των Sean Sweeney (Global Labor Institute, Cornell U.) και Νατάσσας Ρωμανού (Columbia U./NASA-GISS, SYRIZA-NY)
Στις πρoγραμματικές του θέσεις ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευτεί για ένα νέο οικονομικό και οικολογικό μοντέλο, μια εντελώς καινούργια προσέγγιση για την ενέργεια και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Ούτε το νεοφιλελεύθερο πλαίσιο για την ενέργεια που εκπορεύεται από την Ε.Ε. ούτε η συνέχιση του συγκεντρωτικού πρότυπου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που χτίστηκε γύρω από τα ορυκτά καύσιμα πριν από αρκετές δεκαετίες μπορούν να εξυπηρετήσουν τον σκοπό αυτόν. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να αποδεχθεί τις υποδείξεις της τρόικας για τη διάλυση και το ξεπούλημα του 30% των περιουσιακών στοιχείων της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), η οποία ελέγχει το 75% της παραγόμενης ενέργειας στην Ελλάδα.
Είναι σαφές ότι υπάρχει ανάγκη για έναν «τρίτο δρόμο», που θα οδηγήσει την Ελλάδα προς μια οικονομία βασισμένη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υπό τον έλεγχο του ελληνικού λαού. Ονομάζουμε αυτόν τον δρόμο «Ενεργειακή Δημοκρατία».
Έχοντας τον έλεγχο των ενεργειακών επιλογών στη χώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αντιμετωπίσει αφενός τη μεγάλη εξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα, εγχώρια και εισαγόμενα, και αφετέρου την ατροφική ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η Ελλάδα έχει ένα δυσανάλογα μεγάλο αποτύπωμα άνθρακα: σύμφωνα με τη Euracoal, 57% των ενεργειακών αναγκών καλύπτονται από την εκμετάλλευση λιγνίτη, ενώ εισάγονται μεγάλες ποσότητες πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η κλιμάκωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πάρει χρόνο, αλλά -αν γίνει σωστά- μπορεί να παραγάγει άμεσα οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη για τον ελληνικό λαό. Επίσης θα βοηθήσει τόσο στη μείωση της συμβολής της χώρας στην υπερθέρμανση του πλανήτη, όσο και στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην οικοδόμηση της κοινωνικής παρέμβασης και συμμετοχής.
 

Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ: Ενεργειακή Δημοκρατία

Η Ενεργειακή Δημοκρατία είναι μια προσέγγιση του δημόσιου τομέα, που οδηγεί στην ταχεία ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ελλάδα, κυρίως αιολικής και ηλιακής ενέργειας (ίσως και γεωθερμικής), καθώς και τη σταδιακή και κοινωνικά δίκαιη κατάργηση της χρήσης ορυκτών καυσίμων.
Τα κύρια συστατικά για την πρόταση της Ενεργειακής Δημοκρατίας είναι:
1) Σχεδιασμός της ενεργειακής μετάβασης που βασίζεται σε σαφείς στόχους και σκοπούς. Το μοντέλο μετάβασης προβλέπει την ενίσχυση του ρόλου της κοινότητας με βάση τον έλεγχο και τη δημιουργία εποικοδομητικής αυτονομίας. Μια σωστή ισορροπία δημιουργείται μεταξύ των διαφορετικών ρόλων των ατόμων, των συνεταιρισμών, των δημοτικών αρχών και του κράτους. Το μοντέλο επίσης προβλέπει πρωτοβουλίες που θα βοηθήσουν την κοινωνία και την οικονομία να προσαρμοστούν στη κλιματική αλλαγή. Οι πρωτοβουλίες αυτές περιλαμβάνουν την έρευνα, την εκπαίδευση και τα νέα σχέδια ανάπτυξης της τεχνολογίας.
2) Εκσυγχρονισμός και αναδιάρθρωση της ΔΕΗ για να διευκολυνθεί η μετάβαση προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η πλήρης συνεργασία και δέσμευση της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ και των λιγνιτικών - μεταλλευτικών κοινοτήτων είναι απαραίτητη. Οι εργαζόμενοι και κάποια μεσαία στελέχη στον κλάδο μπορούν να ενσωματωθούν στη νέα ιδιοκτησία και τις δομές εποπτείας αναλαμβάνοντας μεγάλο μέρος από την ευθύνη για τη λειτουργία και συντήρηση των συστημάτων.
3) Ένα νέο νομικό πλαίσιο που θα διευκολύνει και θα εδραιώσει την ανάπτυξη της Ενεργειακής Δημοκρατίας. Οι εθνικές νομοθεσίες που ψηφίστηκαν προκειμένου η χώρα να συμμορφωθεί με τις οδηγίες της Ε.Ε. για απελευθέρωση της αγοράς θα πρέπει να καταργηθούν ή να τροποποιηθούν και νέοι νόμοι να εισαχθούν για τον εκδημοκρατισμό του συστήματος.
4) Ο ρόλος των υφιστάμενων θεσμών, όπως π.χ. η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Το υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) και, το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας (ΚΑΠΕ) θα πρέπει να συνεργαστούν με ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα στην Ελλάδα ώστε να ευθυγραμμίσουν τον ενεργειακό σχεδιασμό με τις νέες κλιματικές συνθήκες στην Ελλάδα.
5) Η χρηματοδότηση του νέου δημόσιου συστήματος ενέργειας αποτελεί τεράστια πρόκληση, αλλά όχι μεγαλύτερη από την εξάρτηση από ιδιώτες που συνήθως αποφεύγουν κάθε ρίσκο. Η ΔΕΗ μπορεί να εκδώσει ομόλογα (εγχώρια) έναντι μελλοντικών εσόδων της, να επιβάλει στις περισσότερο ρυπαίνουσες βιομηχανίες έναν φόρο διοξειδίου του άνθρακα ή ακόμα και μια επιπρόσθετη φορολόγηση στην κατανάλωση βενζίνης. Αποτελεί ευτυχή συγκυρία το γεγονός ότι το κόστος των ηλιακών φωτοβολταϊκών και ανεμογεννητριών έχει μειωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια.
6) Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των κεντρικών και αποκεντρωμένων συστημάτων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά. Αποκεντρωμένη παραγωγή (που εγκαθίσταται στα υπάρχοντα κτήρια ή σε κενές εκτάσεις κοντά στο σημείο της κατανάλωσης) μπορεί να δημιουργηθεί σχεδόν αμέσως και είναι εύκολο να υπαχθεί στον τοπικό έλεγχο. Το όραμα μιας «prosumer» κοινωνίας -όπου "ο καθένας" μπορεί να παράγει και να καταναλώνει ηλεκτρική ενέργεια- έχει προοδευτικά χαρακτηριστικά. Πρέπει όμως να προστατευθούν εκείνοι που δεν έχουν στην ιδιοκτησία τους ακίνητα ή κεφάλαια για να επενδύσουν σε ηλιακές εγκαταστάσεις (προς το παρόν η πλειοψηφία) και η λήψη αποφάσεων να γίνεται μέσω των κοινοτικών οργανώσεων και των εκλεγμένων αρχών. Συστήματα κεντρικού / περιφερειακού ελέγχου μπορούν επίσης να έχουν ένα ρόλο.
8) Οι συνεταιρισμοί παρέχουν σε μη ιδιοκτήτες ακινήτων τη δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία. Μια συναιτεριστική δομή θα επιτρέψει σε ομάδες ατόμων την αγορά φωτοβολταϊκών ή αιολικών συστημάτων και την εγκατάστασή τους σε αχρησιμοποίητες εκτάσεις ή πρώην βιομηχανικούς χώρους.
9) Η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί επίσης να έχει ένα ρόλο (όπως πρόσφατα στη Γερμανία με ιδιαίτερη επιτυχία). Στην Ελλάδα η μεγαλύτερη κατανάλωση σε κτήρια είναι τα δημόσια σχολεία. Το ΚΑΠΕ έχει διερευνήσει τις δυνατότητες ανάπτυξης των φωτοβολταϊκών συστημάτων στις στέγες των σχολείων και παρόμοιες εφαρμογές μπορούν να επεκταθούν και σε άλλα δημόσια κτήρια. Ο δημοτικός έλεγχος αποτελεί ίσως την καταλληλότερη μορφή διαχείρισης τέτοιων εγκαταστάσεων.
10) Θα πρέπει να διερευνηθούν οι δυνατότητες προσέλκυσης / δημιουργίας βιομηχανιών κατασκευής ηλιακής και αιολικής τεχνολογίας στην Ελλάδα. Η ύπαρξη σταθερής ζήτησης για προϊόντα τεχνολογίας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας για την προσέλκυση των παραγωγών. Η Ενεργειακή Δημοκρατία μπορεί να συντονίσει δημιουργικά τμήματα του ιδιωτικού τομέα, κατασκευαστές και εταιρείες εγκατάστασης. Πολλές μικρές επιχειρήσεις έχουν "πράσινη" κοινωνική συνείδηση, αλλά συγχωνεύσεις στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δημιουργούν μεγάλες πολυεθνικές με έδρα την Ισπανία, τη Γερμανία, την Κίνα και αλλού, που αρχίζουν να κυριαρχούν στην αγορά. Κάθε συμμετοχή στη βιομηχανία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους όρους της δημοκρατικής εντολής που θα δοθεί σε μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος και θα δεσμευτεί για τον μέγιστο δυνατό τοπικό έλεγχο και την τοπική αυτονομία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: