Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

Η ραγδαία ανάπτυξη της αγοράς των «πράσινων» ομολόγων


Δημήτρης Κοιλάκος   
Η έκδοση του «πράσινου» ομολόγου της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή και το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε για αυτό, έστρεψε την προσοχή του ελληνικού κοινού στο νέο αυτό χρηματοδοτικό εργαλείο.
 
Μπορεί η έκδοση της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή να ήταν το πρώτο «πράσινο» ομόλογο στην ελληνική αγορά, όμως διεθνώς η ανάπτυξη τέτοιων εγχειρημάτων γνωρίζει ραγδαία ανάπτυξη.
Άλλωστε, η συζήτηση περί «πράσινης» χρηματοδότησης εντείνεται στη διεθνή οικονομική ατζέντα, καθώς η ανάπτυξή της, μέσω των κατάλληλων εργαλείων, θεωρείται κρίσιμο ζήτημα για τη στήριξη του στόχου περί «βιώσιμης ανάπτυξης».
Προσπάθειες για την υποστήριξη της ανάπτυξης των αγορών «πράσινων» ομολόγων καταβάλλονται διεθνώς. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρόσφατα, οι επτά μεγάλες ρυθμιστικές αρχές της Κίνας ανακοίνωσαν κοινές κατευθυντήριες γραμμές για την ίδρυση Πράσινου Χρηματοπιστωτικού Συστήματος, με σκοπό τη μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία.
Η αγορά πράσινων ομολόγων αναδύθηκε το 2007-2008, με τις πρώτες εκδόσεις να γίνονται από πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης, όμως με την ένταξη στη σχετική αγορά των ιδιωτών εκδοτών από το 2013, η ανάπτυξή τους υπήρξε αλματώδης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με το Climate Bonds Initiative, φέτος αναμένεται να εκδοθούν «πράσινα» ομόλογα συνολικού ύψους περίπου 150 δισ. δολαρίων, έναντι 81 δισ. δολ. πέρυσι και μόλις 3 δισ. δολ. το 2012.
Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των διαφόρων «πράσινων» ομολόγων (κρατικά, εταιρικά, τραπεζικά, δήμων κ.λπ.), με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία μέχρι και το 2016, οι ΗΠΑ αποτελούν τη μεγαλύτερη σχετική αγορά «πράσινων», με 29,2 δισ. δολάρια, για να ακολουθήσει στη δεύτερη θέση η Ινδία με 23,6 δισ., στην τρίτη η Κίνα με 19,5 δισ., στην τέταρτη η Γαλλία με 19,4 δισ. και στην πέμπτη η Γερμανία με 12,5 δισ. δολάρια.
Η δεκάδα κλείνει με τη Σουηδία (6,1 δισ. δολάρια), το Μεξικό (2,6 δισ.), τον Καναδά (2,4 (2,6 δισ.), την Ιαπωνία (1,8 δισ.) και την Αυστραλία (1,67 δισ. δολάρια).
Τι είναι τα «πράσινα» ομόλογα
Τα λεγόμενα «πράσινα» ομόλογα, είναι ένα σχετικά νέο επενδυτικό εργαλείο, που στην ουσία αποτελεί επέκταση της ιδέας των «κοινωνικά υπεύθυνων επενδύσεων» στο χώρο των ομολόγων. Ουσιαστικά, πρόκειται για χρηματοδοτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται από εταιρείες και κυβερνήσεις για την άντληση πόρων με σκοπό τη χρηματοδότηση «πράσινων» έργων.
Υπολογίζεται ότι σήμερα τα «πράσινα» ομόλογα χρηματοδοτούν κυρίως έργα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (45,8% σε παγκόσμιο επίπεδο το 2015), την ενεργειακή απόδοση (19,6%), μεταφορές χαμηλών εκπομπών άνθρακα (13,4%), το βιώσιμο νερό (9,3%), τα απόβλητα και τη ρύπανση (5,6%). 
Σε ό,τι αφορά τα έργα ΑΠΕ, η πλειοψηφία των αντλούμενων πόρων κατευθύνεται σε έργα αιολικής και ηλιακής ενέργειας, ενώ στα έργα ενεργειακής απόδοσης σε επενδύσεις που αφορούν κτίρια με χαμηλό ανθρακικό αποτύπωμα, είτε για εμπορική είτε για οικιστική χρήση.
Ανάλογα και με το μέγεθος της έκδοσης, η τάση είναι να αγοράζονται από θεσμικούς επενδυτές που μπορούν να αγοράσουν μεγάλα ποσά και να μην αποθαρρυνθούν από τις – σε αρκετές περιπτώσεις – μικρές αποδόσεις. Βέβαια, συχνά συναντάμε και άλλους επενδυτές, όπως για παράδειγμα στα γαλλικά «πράσινα» ομόλογα, μεταξύ των κύριων επενδυτών στα οποία βρίσκονται γαλλικά και ολλανδικά συνταξιοδοτικά ταμεία. Αναδεικνύεται, έτσι, σε ό,τι αφορά κυρίως τις κρατικές εκδόσεις και κινήσεις, μια επιπλέον διάσταση ως προς το που αποσκοπεί η ανάπτυξη της συγκεκριμένης αγοράς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι έχουν αρχίσει να δραστηριοποιούνται και ETFs που κινούνται ειδικά στην αγορά «πράσινων» ομολόγων. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ, το πρώτο ETF που επικεντρώνεται στα «πράσινα ομόλογα», είναι το VanEck Vectors Green Bond, το οποίο ξεκίνησε τις δραστηριότητές του τον Μάρτιο. Ακόμα, υπάρχουν τα funds Mirova Global Green Bond και το Calvert Green Bond. Πέραν των άλλων, τέτοια σχήματα αποτελούν και το προσφιλέστερο όχημα για την, έστω και έμμεση, δραστηριοποίηση μικρότερων επενδυτών στη συγκεκριμένη αγορά, μέσω δηλαδή των ETFs και των αμοιβαίων κεφαλαίων που τα αγοράζουν.
Το παράδειγμα της Apple
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για να δούμε την αξία που έχουν αποκτήσει ως χρηματοδοτικό εργαλείο τα «πράσινα» ομόλογα, αποτελεί η πρόσφατη έκδοση «πράσινου» ομολογιακού δανείου ύψους 1 δισ. δολ. από την Apple εξέδωσε πράσινο ομολογιακό δάνειο.
Μέσω των χρημάτων που θα αντλήσει, η Apple σκοπεύει να χρηματοδοτήσει, μεταξύ άλλων, έργα για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και την αναβάθμιση της ενεργειακής απόδοσης στις εγκαταστάσεις της και την αλυσίδα εφοδιασμού της.
Σύμφωνα με δηλώσεις των ιθυνόντων της εταιρείας, το ομόλογο είχε σκοπό να αποδείξει ότι οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να δεσμεύονται στους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού για την αλλαγή του κλίματος, όπως έγραψε το Reuters. Γίνεται προφανές και από το συγκεκριμένο παράδειγμα ότι η συζήτηση για την κλιματική αλλαγή έχει μια ισχυρή οικονομική διάσταση, εξ ου και οι έντονες αντιπαραθέσεις που σημειώνονται.
Ένα χρόνο νωρίτερα, η Apple είχε εκδώσει το πρώτο πράσινο ομολογιακό δάνειο, ύψους 1,5 δισ. δολ., το οποία αποτελεί το μεγαλύτερο ομόλογο που έχει εκδοθεί από εταιρεία των ΗΠΑ.
Μέσω των πόρων που άντλησε από την έκδοση, η Apple χρηματοδότησε, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη ενός ρομποτικού συστήματος που αποσυναρμολογεί τα iPhones που δεν χρησιμοποιούνται πια, προκειμένου να εκμεταλλευτεί τα ανακυκλώσιμα υλικά, όπως το ασήμι και το βολφράμιο.
Σύμφωνα με δηλώσεις της Lisa Jackson, αντιπροέδρου περιβάλλοντος της Apple στο Reuters, «το να ηγηθεί τέτοιων projects η επιχειρηματική κοινότητα είναι απαραίτητο για την αντιμετώπιση της απειλής της αλλαγής του κλίματος και για την προστασία του κοινού μας πλανήτη». Άλλωστε, η επαναχρησιμοποίηση των υλικών αυτών μειώνει σημαντικά το κόστος ανάπτυξης των νέων εμπορεύσιμων προϊόντων των εταιρειών. 
Το «χειμερινό πακέτο» και το ενδιαφέρον της Κομισιόν για τα «πράσινα» ομόλογα
Η συζήτηση για τα «πράσινα» ομόλογα έχει ζεσταθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδιαίτερα μετά τις ανακοινώσεις της Κομισιόν για λεγόμενο το «χειμερινό πακέτο».
Μια μελέτη που δημοσίευσε η Κομισιόν το Δεκέμβριο, τονίζει ότι τα «πράσινα ομόλογα», που εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 2007, έχουν ήδη σημειώσει εξαιρετική ανάπτυξη και έχουν σημαντικές προοπτικές.
Στην Ευρώπη, η αρχή έχει γίνει από την Πολωνία τον Δεκέμβριο του 2016, η οποία κατάφερε να αντλήσει 789 εκατ. ευρώ για περιβαλλοντικά πρότζεκτ, για να ακολουθήσει τον Ιανουάριο η Γαλλία.
Βέβαια, στην περίπτωση της Γαλλίας έχουμε να κάνουμε με πολύ μεγαλύτερα μεγέθη σε σχέση με την Πολωνία, καθώς η γαλλική έκδοση αφορούσε ομόλογα ύψους 7 δισ. ευρώ, που φέρουν επιτόκιο 1,75% και λήγουν τον Ιούνιο του 2039, δηλαδή σε 22 χρόνια.
Στο σχέδιο που φέρει τον τίτλο «Καθαρή Ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους», η Κομισιόν διαπιστώνει ότι από το 2021 μέχρι το 2030 απαιτούνται επιπλέον επενδύσεις ύψους 177 δισ. ευρώ για την επίτευξη των στόχων που τίθενται. Για την άντληση των κεφαλαίων αυτών κρίνεται απαραίτητη η ανάπτυξη νέου τύπου χρηματοδοτικών εργαλείων, εξ ου και η προσοχή έχει στραφεί και στα «πράσινα» ομόλογα.
Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Β. Ντομπρόβσκις Valdis Dombrovskis, δήλωνε τότε, μεταξύ άλλων: «Η προώθηση της μακροπρόθεσμης πράσινης χρηματοδότησης είναι μία από τις προτεραιότητες του σχεδίου δράσης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Τα Πράσινα ομόλογα είναι ένα σημαντικό μέσο για την αύξηση της χρηματοδότησης της αγοράς κεφαλαίων για επενδύσεις φιλικές προς το περιβάλλον και περισσότερο βιώσιμες. Η νέα Ομάδα Εμπειρογνωμόνων Υψηλού Επιπέδου για τη βιώσιμη χρηματοδότηση θα βοηθήσει στον καθορισμό των βημάτων προς περισσότερο πράσινες αγορές κεφαλαίου».
Επίσης, ο Επίτροπος Περιβάλλοντος, Ναυτιλιακών Υποθέσεων και Αλιείας, Κ. Βέλα, σημείωνε: «Η ΕΕ έχει τοποθετηθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιτρέπεται στις εταιρείες και τους δήμους να είναι μεταξύ των πρωτοπόρων στην επέκταση της αγοράς πράσινων ομολόγων. Πρέπει να διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας για την εξάλειψη των υφισταμένων σημείων συμφόρησης. Αυτό θα επιτρέψει τα πράσινα ομόλογα να βοηθήσουν στις επενδύσεις που απαιτούνται για να προχωρήσουμε προς μια κυκλική οικονομία και την εκπλήρωση των περιβαλλοντικών και κλιματικών δεσμεύσεων».
Το συνέδριο της Φρανκφούρτης
Οι προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης των «πράσινων» ομολόγων έχουν συγκεντρώσει μεγάλο ενδιαφέρον και από τον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος, εξάλλου, καλείται να αντιμετωπίσει στην πράξη και τα προβλήματα που εγείρει η απουσία συγκεκριμένων λειτουργικών διεθνών προτύπων.
Την προηγούμενη εβδομάδα διοργανώθηκε στην Φρανκφούρτη συνέδριο για τις «πράσινες» χρηματοδοτήσεις, υπό την αιγίδα της BIS (Bank of International Settlements) και της Bundesbank.
Στο συνέδριο παρευρέθηκαν και τοποθετήθηκαν πολλά στελέχη του τραπεζικού τομέα, συμπεριλαμβανομένου του διοικητή της Bundesbank, Jens Weidmann, καθώς και κυβερνητικοί αξιωματούχοι από διάφορες χώρες.
Τους συνέδρους απασχόλησε κυρίως το ζήτημα της ρύθμισης της συγκεκριμένης αγοράς, θέμα για το οποίο κατατέθηκαν αρκετές προτάσεις. Στο επίκεντρο των συζητήσεων βρέθηκε το ζήτημα της τιμολόγησης, με τους περισσότερους συνέδρους να αναδεικνύουν ότι η σημερινή τιμολόγηση λαμβάνει κυρίως υπόψη τη χρηματοοικονομική κατάσταση της εκάστοτε χώρας, το πολιτικό και οικονομικό κλίμα που επικρατεί, προκειμένου να αποτυπωθούν σωστά τα μεγέθη σε ό,τι αφορά το επενδυτικό ρίσκο.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου