Από τη μια η κυβέρνηση δια στόματος του Π. Λαφαζάνη
αναγνωρίζει τη μεγάλη σημασία λήψης μέτρων για τη μείωση του ενεργειακού
κόστους της βιομηχανίας, από την άλλη όμως η τύχη των μέτρων αυτών αγνοείται.
'Αλλα συνδεδεμένα με την αβέβαιη τύχη της διαπραγμάτευσης
(βλέπε δημοπρασίες Nome), άλλα επειδή έχουν σκοντάψει στο ποιός θα πληρώσει τη
νύφη (βλέπε συμβάσεις διακοψιμότητας), το βέβαιο είναι ότι όσο τα μέτρα αυτά θα
καθυστερούν, τόσο και θα δίνουν “πάτημα” στους θεσμούς να εντείνουν τις πιέσεις
τους για κατάργηση των εκπτώσεων 20% στο βιομηχανικό ρεύμα, οι οποίες είχαν
αποφασιστεί στη γενική συνέλευση της ΔΕΗ.
Διότι το σκοπό αυτό καλούνται να εξυπηρετήσουν οι
πολιτικές μείωσης του ενεργειακού κόστους. Να υποκαταστήσουν δηλαδή τις
θεωρούμενες από τους θεσμούς ως κρατικές ενισχύσεις μείωσεις από τη ΔΕΗ προς
τις βιομηχανίες, αφού είναι “βάσιμο” το επιχείρημα ότι αποφασίστηκαν με εντολή
του βασικού μετόχου της επιχείρησης (βλέπε Δημόσιο), και όχι κατόπιν ελεύθερων
διαπραγματεύσεων του προμηθευτή με το πελάτη.
Παρ’ όλα αυτά, δεν κινείται τίποτα. Τι και αν ο Λαφαζάνης
απαντώντας την Παρασκευή σε ερώτηση στη Βουλή του βουλευτή των ΑΝΕΛ Ν.
Μαυραγάνη για τη ΛΑΡΚΟ, είπε ότι "το ενεργειακό κόστος πρέπει να μειωθεί
σημαντικά για όλες τις επιχειρήσεις, είτε είναι δημόσιες, είτε ιδιωτικές, γιατί
είναι ανισοβαρές σε σχέση με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες".
Τι και αν ο ΣΕΒ ζητά και ξαναζητά τρία μέτρα. Μείωση του
ΕΦΚ που επιβάλλεται στο φυσικό αέριο που προορίζεται για την ηλεκτροπαραγωγή
και τη βιομηχανική χρήση, συμβάσεις διακοψιμότητας, και ενσωμάτωση στο Εθνικό
Δίκαιο των κατευθυντηρίων γραμμών (EEAG) για κρατικές ενισχύσεις στους τομείς
του περιβάλλοντος και της ενέργειας.
Στην πράξη, είμαστε εκεί που βρισκόμασταν πριν τις
εκλογές. Το χειρότερο μάλιστα είναι ότι όχι μόνο δεν διαφαίνεται πρόοδος στα
παραπάνω ζητήματα, αλλά το χειρότερο, η κυβέρνηση, αρχίζει να προωθεί
αποσπασματικά επιλεκτικές ρυθμίσεις μείωσης του κόστους προς όφελος
συγκεκριμένων επιχειρήσεων.
Η φωτογραφική διάταξη
Τέτοια είναι και η “φωτογραφική” διάταξη κυρίως υπέρ μίας
επιχείρησης, της Φωσφορικά Λιπάσματα (ELFE AE), που την απαλάσσει από τον
ειδικό φόρο κατανάλωσης για το φυσικό αέριο, και που συμπεριέλαβε η κυβέρνηση,
δηλαδή τα υπουργεία Οικονομικών και Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, στο μίνι
φορολογικό νομοσχέδιο την περασμένη εβδομάδα, με στόχο να ψηφισθεί αύριο στη
Βουλή.
Πρόκειται για τη ρύθμιση που απαλάσσει τις επιχειρήσεις
από την υποχρέωση καταβολής ΕΦΚ για το φυσικό αέριο, το οποίο χρησιμοποιούν
αποκλειστικά ως πρώτη ύλη για την παραγωγή των προιόντων τους. Στην ουσία, η
επιχείρηση που χρησιμοποιεί τόσο πολύ μόνο φυσικό αέριο ως πρώτη ύλη (όχι ως
καύσιμο) για την παραγωγή των προιόντων της, είναι η ELFE. Συγκεκριμένα,
παράγει νητρική αμμωνία για την οποία χρησιμοποιεί φυσικό αέριο το οποίο συμμετέχει
σε ποσοστό 90% στο κόστος του τελικού προιόντος. Το όφελος που θα έχει από την
απαλλαγή ανέρχεται σε 10 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Το επιχείρημα της Οδηγίας
Σαν αιτία για την απαλλαγή από τον ΕΦΚ στο φυσικό αέριο,
ο συντάκτης της ρύθμισης επικαλείται σχετική δυνατότητα που παρέχει η Κοινοτική
Οδηγία 2003/1996 για τη φορολογία των ενεργειακών προιόντων.
Με τη διαφορά ότι η συγκεκριμένη Οδηγία δίνει τη
δυνατότητα στις χώρες- μέλη να απαλλάσουν πλήρως ή μερικώς τα ενεργειακά
προιόντα από την επιβολή φόρου, όχι μόνο για τη συγκεκριμένη χρήση (όταν
χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή των προιόντων τους), αλλά για
συνολικά εννέα διαφορετικές χρήσεις, τις οποίες η επίμαχη ρύθμιση άφησε εντελώς
εκτός.
Τέτοιες χρήσεις είναι τα ενεργειακά προϊόντα (από αέριο,
έως μαζούτ) όταν χρησιμοποιούνται στη μεταλλουργία, στην τσιμεντοβιομηχανία,
και στην παραγωγή αλουμινίου, το ηλεκτρικό ρεύμα όταν συμμετέχει με 50% και άνω
στο κόστος ενός προϊόντος, και το κυριότερο όταν κάποιο ενεργειακό προιόν
χρησιμοποιείται ταυτόχρονα ως καύσιμα θέρμανσης και άλλες χρήσεις. Στη
μεταλλουργία, για παράδειγμα, μια βιομηχανία μπορεί να χρησιμοποιήσει
ταυτόχρονα το φυσικό αέριο τόσο για να βάλει μπροστά ένα κλίβανο που ζεσταίνει
το μέταλλο, όσο και για χημική αναγωγή, δηλαδή για περαιτέρω επεξεργασία του
μετάλλου.
Σε όλες αυτές τις χρήσεις, και παρ’ ότι η κοινοτική
οδηγία δίνει εδώ και χρόνια τη δυνατότητα στα κράτη-μέλη να τις απαλλάξουν από
τον ΕΦΚ, η Ελλάδα για ταμειακούς προφανώς λόγους δεν το έχει κάνει, σε αντίθεση
με ότι συνέβη σε άλλες χώρες που κατέστησαν έτσι πιο ανταγωνιστικές τις
βιομηχανίες αλλά και την οικονομία τους.
Πόσο μάλλον όταν ο συντελεστής του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο
που επιβλήθηκε το 2011 στην Ελλάδα είναι μακράν ο υψηλότερος στην Ε.Ε, αφού
καθορίστηκε στα 5,4 ευρώ / μεγαβατώρα -τα διπλάσια επίπεδα από τα
ελάχιστα της Οδηγίας- και όχι μόνο δεν έφερε έσοδα, αλλά οδήγησε σε μείωση της
κατανάλωσης, φέρνοντας το αντίθετο αποτέλεσμα.
Κύκλοι της βιομηχανίας θυμίζουν πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ
(Μάρτιος 2015) για την θετική επίδραση που θα είχε η μείωση του φυσικού αερίου
στην ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με αυτήν μια σημαντική μείωση του ΕΦΚ στο
φυσικό αέριο θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 754 εκατ. ευρώ, να δημιουργήσει
12.500 νέες θέσεις εργασίας, να μειώσει περίπου 2% το κόστος της
ηλεκτροπαραγωγής και των τιμών για τη βιομηχανία.
Για την ώρα, τίποτα απ’ αυτά δεν φαίνεται να βρίσκεται
στην ατζέντα της κυβέρνησης. Από τη μια ο Π. Λαφαζάνης δηλώνει δημόσια ότι
αναγνωρίζει τη μεγάλη σημασία του ενεργειακού κόστους για τη βιομηχανία, και
από την αλλη εισάγει φωτογραφικές διατάξεις για λίγους, στέλνοντας αρνητικά
μηνύματα στην αγορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου