Του Παναγή Βουρλούμη*
Πρόσφατα η Δικαιοσύνη ενέπλεξε στα γρανάζια της τη ΓΕΝΟΠ μαζί με την προηγούμενη διοίκηση της ΔΕΗ και στελέχη της εταιρείας. Οι κατηγορίες είναι για απιστία και άλλα κακουργήματα και αξιόποινες πράξεις που σχετίζονται με οικονομική ενίσχυση της ΔΕΗ προς τη ΓΕΝΟΠ και χαλαρή διαχείριση από τη δεύτερη. Σε ό, τι αφορά τις ευθύνες της διοίκησης, αν οι δημοσιογραφικές πληροφορίες είναι ακριβείς, οι κατηγορίες νομικά μάλλον δεν στέκουν. Οι ενισχύσεις ήταν μέρος του πακέτου Συλλογικών Συμβάσεων που εγκρίθηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο. Οι διοικήσεις απλώς συνέχισαν νόμιμα μια ήδη από χρόνια υφιστάμενη τακτική. Η
οικονομική ενίσχυση του συνδικαλισμού από τις ΔΕΚΟ για «κοινωνικούς» σκοπούς έχει γίνει κεκτημένο και προφανώς το Διοικητικό Συμβούλιο έκρινε ότι η διακοπή της, ιδίως σε περίοδο οξύτητας, θα έριχνε λάδι στη φωτιά. Ειδικά για τη ΔΕΗ δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι κατεβάζοντας τους διακόπτες, οι συνδικαλιστές προκαλούν στην Επιχείρηση και στην οικονομία τεράστιες ζημίες. Μια διοίκηση μπορεί να αποφασίσει ότι δεν θα διακινδυνεύσει τα χειρότερα και θα ακολουθήσει αυτό που υπαγορεύει η προσγείωση στην ελληνική πραγματικότητα. Για τη ΔΕΗ, αυτή η πραγματικότητα είναι ότι το πρωτοπαλίκαρο του Γιώργου Παπανδρέου ήταν ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ και ότι στις κόντρες του με τη διοίκηση του έδινε κουράγιο με την παρουσία του ο κατόπιν υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Η ΓΕΝΟΠ, με το χέρι στους διακόπτες, ισχυρή εκπροσώπηση στο Διοικητικό Συμβούλιο, εξουσία επάνω στους εργαζομένους και πολιτική κάλυψη, συνδιοικεί τη ΔΕΗ. Οταν το κράτος δεν μπορεί να εφαρμόσει τον νόμο και να επιβάλει την τάξη, οι διοικήσεις είναι αναγκασμένες να διαπραγματεύονται με τους πραγματικά ισχυρούς για να υπερασπιστούν τα συμφέροντα της Επιχείρησης.Μια ερμηνεία των πρόσφατων εξελίξεων είναι ότι εν όψει ιδιωτικοποιήσεων, γίνεται προσπάθεια εμπλοκής της ΓΕΝΟΠ σε δικαστικές περιπέτειες. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να θιγεί το κύρος της και να ανοιχτούν μέτωπα που θα την βάζουν σε άμυνα. Για λόγους πολιτικής ορθότητας και δημοκρατικής συμμετρίας μπαίνουν στο στόχαστρο και παλιότερες διοικήσεις. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς κάτι τέτοιο. Θα ήταν χειρότερο από λάθος να χρησιμοποιηθεί ξανά η Δικαιοσύνη για πολιτικές σκοπιμότητες. Θα ήταν και αναποτελεσματικό. Η πορεία τέτοιων διώξεων είναι προδιαγεγραμμένη. Ο κάθε ανακριτής και εισαγγελέας θα πετάει το μπαλάκι στον επόμενο για να καταλήξει κάποτε, έπειτα από χρόνια, στο ακροατήριο, όταν οι σκοπιμότητες που οδήγησαν εκεί έχουν ξεχαστεί. Κατά τη διαδρομή θα τσαλακωθούν υπολήψεις, θα πλουτίσουν δικηγόροι και θα ασχοληθεί υπέρμετρα η ήδη υπερφορτωμένη Δικαιοσύνη. Εκείνοι που πήγαν στη ΔΕΗ με την πρόθεση να προσφέρουν θα το μετανιώσουν και θα γίνουν παράδειγμα προς αποφυγήν για άλλους με ευγενείς φιλοδοξίες. Για τους συνδικαλιστές η δίωξη μπορεί να συμβάλει στην ηρωοποίηση.
Ο συνδικαλισμός έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στην καταστροφή της οικονομίας μας και συνεχίζει να το κάνει. Αν δεν αλλάξει ριζικά μορφή, δεν υπάρχει ελπίδα για πραγματική και μόνιμη ανάκαμψη. Αντί να στρέφεται εναντίον των στελεχών του η πολιτεία, πρέπει να κατανοήσει τη φύση του προβλήματος και να το χτυπήσει στη ρίζα του. Από τη μεταπολίτευση και μετά, σε όλες τις αναμετρήσεις του με την κεντρική εξουσία ο συνδικαλισμός βγήκε νικητής. Ετσι απέκτησε μεγάλη δύναμη που του επιτρέπει να διεκδικεί ισοτιμία με την εκλεγμένη κυβέρνηση. Θεωρεί ότι είναι πάνω από τον νόμο – είναι ο ίδιος νόμος. Κατάφερε επί δεκαετίες να εξασφαλίζει παροχές και κεκτημένα για εργαζομένους σε στρατηγικούς τομείς. Προνόμια που δεν συνδέονταν με αυξήσεις στην παραγωγικότητα, αλλά που έδεσαν στο άρμα του μεγάλες ομάδες και επιρροή στα κόμματα. Οσο υπήρχαν δανεικά, η Πολιτεία αλλά και οι εργοδότες υποχωρούσαν στις πιέσεις και τους εκβιασμούς, ενισχύοντας το κύρος του συνδικαλισμού. Επέλεξαν να ενδίδουν για να αποφύγουν τη σύγκρουση. Τώρα έχει αρχίσει η αντίστροφη φορά. Εξ αντικειμένου όχι μόνον αποκλείονται νέες παροχές, αλλά αμφισβητούνται και τα κεκτημένα. Τόσο τα οικονομικά όσο και το πλέγμα νόμων και ρυθμίσεων που επιτρέπει στον συνδικαλισμό να στραγγαλίζει ολόκληρους τομείς της οικονομίας. Η κρίση μοιραία θα οδηγήσει σε απογοήτευση της αγέλης που ακολουθούσε πιστά τους εργατοπατέρες όσο εκείνοι έφερναν το φαΐ. Οσο η κρίση θα βαθαίνει, τόσο θα αδυνατίζει η βάση του κινήματος. Θα εμφανίζονται ρωγμές στη συνοχή του και θα απομονώνονται οι κομματικές του ηγεσίες. Απεργίες όπως της ΠΝΟ και των ΚΤΕΛ αυξάνουν την αντιπάθεια της κοινής γνώμης.
Είναι τώρα η ευκαιρία να επέμβει η Πολιτεία για να εξυγιάνει τον χώρο και ξαναγυρίζοντας στη ΔΕΗ, ιδού ένα πρώτο βήμα που θα μπορούσε να λύσει συγχρόνως πολλά προβλήματα. Τις εισφορές των εργαζομένων προς τη ΓΕΝΟΠ τις κρατάει από τη μισθοδοσία η Επιχείρηση και αποδίδει στο συνδικάτο. Πρόκειται για σημαντικά ποσά που η ΓΕΝΟΠ (και τα άλλα συνδικάτα) διαχειρίζονται χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα ούτε στα μέλη τους, βέβαια. Τι απλούστερο από το να υποχρεωθούν με νόμο τα συνδικάτα να υπόκεινται σε έλεγχο ορκωτών λογιστών και να δημοσιεύουν οικονομικές καταστάσεις και μέχρι να το κάνουν, να κατατίθενται οι εισφορές στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Ποιος θα τολμήσει να είναι εναντίον της διαφάνειας στη διαχείριση; Αντί να κυνηγάμε τον κ. Φωτόπουλο για σαχλαμάρες και λογαριασμούς ξενοδοχείων, ας πάμε κατ’ ευθείαν στους θεσμούς. Η σύγκρουση θα γίνει έτσι κι αλλιώς – ας γίνει εκεί που έχει σημασία.
* Ο κ. Παναγής Βουρλούμης είναι πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΤΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου