Σε τροχιά αποδυνάμωσης της λιγνιτικής παραγωγής μπαίνει σταδιακά η ΔΕΗ, αλλά και συνολικά η ηλεκτροπαραγωγή στη χώρα μας, καθώς απόφαση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, όπως και της διοίκησης της ΔΕΗ, είναι να κλείσουν οι παλιές μονάδες και να μην αντικατασταθούν με νέες παρά σε ένα ποσοστό τους και μόνο.
Ο «παροπλισμός» του λιγνίτη ως καυσίμου για την παραγωγή ηλεκτρισμού είναι κατεύθυνση που επιβάλλεται, έστω και έμμεσα, από την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς από το 2013 και μετά το κόστος για την αγορά «δικαιωμάτων ρύπων» θα είναι πολύ υψηλό, καθιστώντας ασύμφορη τη μαζική χρησιμοποίησή του. Αυτός είναι
άλλωστε ο λόγος για τον οποίο, όπως λένε παράγοντες της αγοράς, «είναι πολύ δύσκολο να βρεί κανείς χρηματοδότηση σήμερα για να φτιάξει λιγνιτική μονάδα».
Στο πλαίσιο αυτό, το ΥΠΕΚΑ θέλει η συμμετοχή του λιγνίτη στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας να φτάσει το 2020 στο 40% έναντι περίπου 55% που είναι σήμερα. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΔΕΗ κ. Ζερβό, ότι από 5200 «λιγνιτικά» Μεγαβάτ που έχουμε σήμερα εγκατεστημένα, θα πάμε στα 3300 Μεγαβάτ το 2020 και στη συνέχεια, μέχρι το 2024, στα 2200 Μεγαβάτ.
Ειδικότερα, μετά την πρόσφατη απόσυρση της μονάδας Ι της Πτολεμαϊδας, ισχύος 70 μεγαβάτ, το χρονοδιάγραμμα των «λουκέτων» στις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ έχει ως εξής:
• Μέχρι το 2015 θα αποσυρθούν άλλες 3 μονάδες στην Πτολεμαϊδα (ΙΙ, ΙΙΙ και IV) και 2 μονάδες στη Μεγαλόπολη (Ι και ΙΙ), συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 870 Μεγαβάτ.
• Μέχρι το 2019 – 2020 θα αποσυρθούν οι 4 μονάδες της Καρδιάς και οι 2 του Αμυνταίου
• Μέχρι το 2022 θα βγούν εκτός λειτουργία οι 3 μονάδες του Αγίου Δημητρίου Κοζάνης
• Μέχρι το 2024 θα αποσυρθούν και οι τελευταίες δύο μονάδες της Μεγαλόπολης
Επίσης, στα σχέδια περιβαλλοντικής απόσυρσης της Επιχείρησης για την επόμενη πενταετία εντάσσονται και οι παλαιοί πετρελαϊκοί σταθμοί στο διασυνδεδεμένο δίκτυο (Λαύριο και Αλιβέρι), μαζί με παλαιούς σταθμούς χαμηλής απόδοσης φυσικού αερίου (Λαύριο και Άγιος Γεώργιος) με συνολική εγκατεστημένη ισχύ 1.280 MW περίπου.
Πρέπει βεβαίως να αναφερθεί ότι η ΔΕΗ έχει προγραμματίσει την κατασκευή δύο νέων σύγχρονων λιγνιτικών μονάδων για την αντικατάσταση μέρους της ισχύος των αποσυρόμενων μονάδων. Πρόκειται για τη μονάδα V της Πτολεμαϊδας για την οποία έχει «βγεί» και είναι σε εξέλιξη ο διαγωνισμός και τη μονάδα ΙΙ της Μελίτης στη Φλώρινα, η οποία εξαρτάται από το λιγνίτη του κοιτάσματος της Βεύης, για την εκμετάλλευση του οποίου επίσης «τρέχει» η διαδικασία. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, ενώ κάποιοι από τους διεκδικητές του κοιτάσματος είχαν πρόθεση να φτιάξουν μόνοι τους ηλεκτροπαραγωγική λιγνιτική μονάδα, τώρα «δεν ακούγεται» τέτοια προοπτική, αντίθετα θεωρείται βέβαιο πως ο λιγνίτης της Βεύης θα πουλιέται τελικά στη ΔΕΗ η οποία συνεχίζει να δηλώνει ότι θα φτιάξει εκεί την «Μελίτη ΙΙ».
Χαρακτηριστικό των νέων δεδομένων είναι ότι και ο ίδιος ο πρόεδρος της ΔΕΗ σε κατ’ ιδίαν συνομιλίες του παραδέχεται πως αν η επιχείρηση δεν είχε τους συγκεκριμένους λόγους στην περιοχή αυτή, θα έπρεπε να το σκεφθεί πολλές φορές για να κάνει λιγνιτική μονάδα σήμερα.
Σε κάθε περίπτωση, δηλώνει ο κ. Ζερβός «πάμε σε μία κατάσταση που ο λιγνίτης θα παίζει όλο και μικρότερο ρόλο». Και όχι μόνον αυτό. Σύμφωνα με πληροφορίες, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ εξετάζει το ενδεχόμενο ακόμα μεγαλύτερης μείωσης των ποσοστών λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, ανάλογα με το τι επιπτώσεις θα έχει στα τιμολόγια του ρεύματος η ενσωμάτωση σε αυτά, από το 2013, του πλήρους κόστους των δικαιωμάτων ρύπων.
Τα σενάρια για το θέμα αυτό θα εξετάσει η επιτροπή που με απόφαση της υπουργού Περιβάλλοντος έχει συσταθεί «για τη μελέτη και επεξεργασία θεμάτων Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού και Ενεργειακής Κυβερνητικής Πολιτικής», προκειμένου από το νέο έτος ή και νωρίτερα, να παρουσιάσει μια νέα έκθεση ενεργειακού σχεδιασμού.
Το σκεπτικό για την περαιτέρω περιορισμό του λιγνίτη, έχει αναπτυχθεί συχνά από την υπουργό Τίνα Μπιρμπίλη και έχει μεταφερθεί στους συνομιλητές της στην Ε.Ε.. Είναι δε ένα επιχείρημα που χρησιμοποιείται και για να μειωθεί η πίεση των κοινοτικών για το «άνοιγμα» νέων κοιτασμάτων και την παραχώρησή τους σε ιδιώτες, καθώς ο περιορισμός των ποσοστών του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή, καθιστά το «καλάθι» καυσίμων πιο ανταγωνιστικό για τους ιδιώτες.
Επιπλέον, υποστηρίζει το ΥΠΕΚΑ, υπάρχει μια αντίφαση από πλευράς της κοινότητας: «Αφού η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να έχει λιγότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα πώς πιέζει για άνοιγμα νέων λιγνιτωρυχείων; Αντιβαίνει τις επιδιώξεις για τη σύνθεση του ενεργειακού μίγματος την επόμενη 10ετία ή 20ετία».
Πηγή: Ο Κόσμος του Επενδυτή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου