Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

ΔΕΗ: Χωρίς ελπίδα είσπραξης τα 1,7 δισ ευρώ από το "βουνό" των ληξιπρόθεσμων οφειλών - Διαγραφή από τις λογιστικές καταστάσεις της επιχείρησης



Ανεπίδεκτο είσπραξης θεωρείται ένα πολύ μεγάλο τμήμα από το "βουνό", συνολικού ύψους 2,7 δισ ευρώ των ληξιπρόθεσμων προς την ΔΕΗ, οφειλών που έχουν σε σημαντικό βαθμό δημιουργηθεί την τελευταία δεκαετία, από νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανίες.
Χρέη πολύ παλιά, συσσωρευμένα ποσά που προέρχονται
από εταιρείες οι οποίες πλέον δεν υπάρχουν και οφειλές γενικά που θεωρούνται μη εισπράξιμες, αθροίζουν ένα τεράστιο ποσό, ύψους κοντά στα 1,7 δισ ευρώ, δηλαδή πάνω από το 60% του συνόλου.
Ακολουθώντας τα όσα προβλέπουν το νομικό πλαίσιο και οι σχετικές διαδικασίες, η ΔΕΗ έχει διαγράψει από τις λογιστικές της κατατάσεις τα παραπάνω ποσά, χαρακτηρίζοντάς τα ως “ανεπίδεκτα είσπραξης”. Διαδικαστικά αυτό σημαίνει ότι για χρέη για τα οποία έχει παρέλθει η 5ετία χωρίς αυτά να έχουν καταστεί δυνατό να εισπραχθούν, παρέχεται η δυνατότητα διαγραφής τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον ισολογισμό της επιχείρησης.
Στην πράξη, με μια τέτοια κίνηση, η ΔΕΗ επιτυγχάνει να εξυγιάνει τις οικονομικές της καταστάσεις, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι η λογιστική διαγραφή, μεταφράζεται και σε διαγραφή των οφειλών. Οι συνεργαζόμενες με αυτήν εταιρείες και όσες έχουν αναλάβει το έργο της διαχείρισης των χρεών της, θα συνεχίσουν να κυνηγούν τους συγκεκριμένους οφειλέτες, χωρίς ωστόσο μεγάλες προσδοκίες είσπραξης. Εξάλλου το “focus” δίνεται εκεί όπου η επιχείρηση εκτιμά ότι έχει περισσότερες πιθανότητες είσπραξης, δηλαδή στα νεότερης γενιάς χρέη. Αυτά αφορούν ποσά, ύψους έως 1 δισ ευρώ, αν και ακόμη και το συγκεκριμένο νούμερο θεωρείται φιλόδοξο.
Σύμφωνα με περσινά στοιχεία, τα οποία ωστόσο δεν έχουν αλλάξει δραματικά, ο αριθμός των στρατηγικών κακοπληρωτών που οφείλουν ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 6 μηνών υπολογίζονταν σε πάνω από 580.000, με τα χρέη τους να φθάνουν το ποσό των 545 εκατ. ευρώ. Επιπλέον 895.000 τελικοί πελάτες, μετά την μετακόμισή τους σε άλλους παρόχους, είχαν αφήσει στη ΔΕΗ ένα “φέσι” 1 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με εκείνες τις εκτιμήσεις της διοίκησης της ΔΕΗ, ο συνολικός αριθμός των στρατηγικών κακοπληρωτών υπολογίζονταν σε 1.477.000, με ληξιπρόθεσμες οφειλές, άνω των 1,5 δισ. ευρώ.
Στο μέτωπο των τιτλοποιήσεων, το πρώτο από τα δύο πακέτα ληξιπρόθεσμων οφειλών διάρκειας έως 60 ημερών κατέληξε στα τέλη Ιουνίου στην JP Morgan. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα είχε κάνει την πλέον συμφέρουσα προσφορά στη ΔΕΗ, συμφωνώντας για την ρευστότητα που θα της παράσχει (έως και 250 εκατ ευρώ) έναντι ενός επιτοκίου 3,5%, το οποίο και είχε θεωρηθεί εξαιρετικά ευνοϊκό για την συγκεκριμένη συναλλαγή.
Ένα μήνα μετά, στα τέλη Ιουλίου, έκλεισε και η δεύτερη συμφωνία τιτλοποίησης οφειλών της επιχείρησης, αυτή την φορά για το πακέτο χρεών άνω των 90 ημερών, από το οποίο η πρώτη θα αντλήσει ποσό 300-350 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία έκλεισε με τον διεθνή επενδυτικό οίκο PIMCO, έναντι επιτοκίου 6,8%, σαφέστερα υψηλότερου έναντι του πρώτου, λόγω και του μεγαλύτερου ρίσκου της συγκεκριμένης συναλλαγής. Τόσο στην μία, όσο και στην άλλη περίπτωση, η συμφωνία δεν συνοδευόταν από παροχή assets ως εγγυήσεις, όΑνεπίδεκτο είσπραξης θεωρείται ένα πολύ μεγάλο τμήμα από το "βουνό", συνολικού ύψους 2,7 δισ ευρώ των ληξιπρόθεσμων προς την ΔΕΗ, οφειλών που έχουν σε σημαντικό βαθμό δημιουργηθεί την τελευταία δεκαετία, από νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανίες.
Χρέη πολύ παλιά, συσσωρευμένα ποσά που προέρχονται από εταιρείες οι οποίες πλέον δεν υπάρχουν και οφειλές γενικά που θεωρούνται μη εισπράξιμες, αθροίζουν ένα τεράστιο ποσό, ύψους κοντά στα 1,7 δισ ευρώ, δηλαδή πάνω από το 60% του συνόλου.
Ακολουθώντας τα όσα προβλέπουν το νομικό πλαίσιο και οι σχετικές διαδικασίες, η ΔΕΗ έχει διαγράψει από τις λογιστικές της κατατάσεις τα παραπάνω ποσά, χαρακτηρίζοντάς τα ως “ανεπίδεκτα είσπραξης”. Διαδικαστικά αυτό σημαίνει ότι για χρέη για τα οποία έχει παρέλθει η 5ετία χωρίς αυτά να έχουν καταστεί δυνατό να εισπραχθούν, παρέχεται η δυνατότητα διαγραφής τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον ισολογισμό της επιχείρησης.
Στην πράξη, με μια τέτοια κίνηση, η ΔΕΗ επιτυγχάνει να εξυγιάνει τις οικονομικές της καταστάσεις, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι η λογιστική διαγραφή, μεταφράζεται και σε διαγραφή των οφειλών. Οι συνεργαζόμενες με αυτήν εταιρείες και όσες έχουν αναλάβει το έργο της διαχείρισης των χρεών της, θα συνεχίσουν να κυνηγούν τους συγκεκριμένους οφειλέτες, χωρίς ωστόσο μεγάλες προσδοκίες είσπραξης. Εξάλλου το “focus” δίνεται εκεί όπου η επιχείρηση εκτιμά ότι έχει περισσότερες πιθανότητες είσπραξης, δηλαδή στα νεότερης γενιάς χρέη. Αυτά αφορούν ποσά, ύψους έως 1 δισ ευρώ, αν και ακόμη και το συγκεκριμένο νούμερο θεωρείται φιλόδοξο.
Σύμφωνα με περσινά στοιχεία, τα οποία ωστόσο δεν έχουν αλλάξει δραματικά, ο αριθμός των στρατηγικών κακοπληρωτών που οφείλουν ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 6 μηνών υπολογίζονταν σε πάνω από 580.000, με τα χρέη τους να φθάνουν το ποσό των 545 εκατ. ευρώ. Επιπλέον 895.000 τελικοί πελάτες, μετά την μετακόμισή τους σε άλλους παρόχους, είχαν αφήσει στη ΔΕΗ ένα “φέσι” 1 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με εκείνες τις εκτιμήσεις της διοίκησης της ΔΕΗ, ο συνολικός αριθμός των στρατηγικών κακοπληρωτών υπολογίζονταν σε 1.477.000, με ληξιπρόθεσμες οφειλές, άνω των 1,5 δισ. ευρώ.
Στο μέτωπο των τιτλοποιήσεων, το πρώτο από τα δύο πακέτα ληξιπρόθεσμων οφειλών διάρκειας έως 60 ημερών κατέληξε στα τέλη Ιουνίου στην JP Morgan. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα είχε κάνει την πλέον συμφέρουσα προσφορά στη ΔΕΗ, συμφωνώντας για την ρευστότητα που θα της παράσχει (έως και 250 εκατ ευρώ) έναντι ενός επιτοκίου 3,5%, το οποίο και είχε θεωρηθεί εξαιρετικά ευνοϊκό για την συγκεκριμένη συναλλαγή.
Ένα μήνα μετά, στα τέλη Ιουλίου, έκλεισε και η δεύτερη συμφωνία τιτλοποίησης οφειλών της επιχείρησης, αυτή την φορά για το πακέτο χρεών άνω των 90 ημερών, από το οποίο η πρώτη θα αντλήσει ποσό 300-350 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία έκλεισε με τον διεθνή επενδυτικό οίκο PIMCO, έναντι επιτοκίου 6,8%, σαφέστερα υψηλότερου έναντι του πρώτου, λόγω και του μεγαλύτερου ρίσκου της συγκεκριμένης συναλλαγής. Τόσο στην μία, όσο και στην άλλη περίπτωση, η συμφωνία δεν συνοδευόταν από παροχή assets ως εγγυήσεις, Ανεπίδεκτο είσπραξης θεωρείται ένα πολύ μεγάλο τμήμα από το "βουνό", συνολικού ύψους 2,7 δισ ευρώ των ληξιπρόθεσμων προς την ΔΕΗ, οφειλών που έχουν σε σημαντικό βαθμό δημιουργηθεί την τελευταία δεκαετία, από νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανίες.
Χρέη πολύ παλιά, συσσωρευμένα ποσά που προέρχονται από εταιρείες οι οποίες πλέον δεν υπάρχουν και οφειλές γενικά που θεωρούνται μη εισπράξιμες, αθροίζουν ένα τεράστιο ποσό, ύψους κοντά στα 1,7 δισ ευρώ, δηλαδή πάνω από το 60% του συνόλου.
Ακολουθώντας τα όσα προβλέπουν το νομικό πλαίσιο και οι σχετικές διαδικασίες, η ΔΕΗ έχει διαγράψει από τις λογιστικές της κατατάσεις τα παραπάνω ποσά, χαρακτηρίζοντάς τα ως “ανεπίδεκτα είσπραξης”. Διαδικαστικά αυτό σημαίνει ότι για χρέη για τα οποία έχει παρέλθει η 5ετία χωρίς αυτά να έχουν καταστεί δυνατό να εισπραχθούν, παρέχεται η δυνατότητα διαγραφής τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον ισολογισμό της επιχείρησης.
Στην πράξη, με μια τέτοια κίνηση, η ΔΕΗ επιτυγχάνει να εξυγιάνει τις οικονομικές της καταστάσεις, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι η λογιστική διαγραφή, μεταφράζεται και σε διαγραφή των οφειλών. Οι συνεργαζόμενες με αυτήν εταιρείες και όσες έχουν αναλάβει το έργο της διαχείρισης των χρεών της, θα συνεχίσουν να κυνηγούν τους συγκεκριμένους οφειλέτες, χωρίς ωστόσο μεγάλες προσδοκίες είσπραξης. Εξάλλου το “focus” δίνεται εκεί όπου η επιχείρηση εκτιμά ότι έχει περισσότερες πιθανότητες είσπραξης, δηλαδή στα νεότερης γενιάς χρέη. Αυτά αφορούν ποσά, ύψους έως 1 δισ ευρώ, αν και ακόμη και το συγκεκριμένο νούμερο θεωρείται φιλόδοξο.
Σύμφωνα με περσινά στοιχεία, τα οποία ωστόσο δεν έχουν αλλάξει δραματικά, ο αριθμός των στρατηγικών κακοπληρωτών που οφείλουν ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 6 μηνών υπολογίζονταν σε πάνω από 580.000, με τα χρέη τους να φθάνουν το ποσό των 545 εκατ. ευρώ. Επιπλέον 895.000 τελικοί πελάτες, μετά την μετακόμισή τους σε άλλους παρόχους, είχαν αφήσει στη ΔΕΗ ένα “φέσι” 1 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με εκείνες τις εκτιμήσεις της διοίκησης της ΔΕΗ, ο συνολικός αριθμός των στρατηγικών κακοπληρωτών υπολογίζονταν σε 1.477.000, με ληξιπρόθεσμες οφειλές, άνω των 1,5 δισ. ευρώ.
Στο μέτωπο των τιτλοποιήσεων, το πρώτο από τα δύο πακέτα ληξιπρόθεσμων οφειλών διάρκειας έως 60 ημερών κατέληξε στα τέλη Ιουνίου στην JP Morgan. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα είχε κάνει την πλέον συμφέρουσα προσφορά στη ΔΕΗ, συμφωνώντας για την ρευστότητα που θα της παράσχει (έως και 250 εκατ ευρώ) έναντι ενός επιτοκίου 3,5%, το οποίο και είχε θεωρηθεί εξαιρετικά ευνοϊκό για την συγκεκριμένη συναλλαγή.
Ένα μήνα μετά, στα τέλη Ιουλίου, έκλεισε και η δεύτερη συμφωνία τιτλοποίησης οφειλών της επιχείρησης, αυτή την φορά για το πακέτο χρεών άνω των 90 ημερών, από το οποίο η πρώτη θα αντλήσει ποσό 300-350 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία έκλεισε με τον διεθνή επενδυτικό οίκο PIMCO, έναντι επιτοκίου 6,8%, σαφέστερα υψηλότερου έναντι του πρώτου, λόγω και του μεγαλύτερου ρίσκου της συγκεκριμένης συναλλαγής. Τόσο στην μία, όσο και στην άλλη περίπτωση, η συμφωνία δεν συνοδευόταν από παροχή assets ως εγγυήσεις, Ανεπίδεκτο είσπραξης θεωρείται ένα πολύ μεγάλο τμήμα από το "βουνό", συνολικού ύψους 2,7 δισ ευρώ των ληξιπρόθεσμων προς την ΔΕΗ, οφειλών που έχουν σε σημαντικό βαθμό δημιουργηθεί την τελευταία δεκαετία, από νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανίες.
Χρέη πολύ παλιά, συσσωρευμένα ποσά που προέρχονται από εταιρείες οι οποίες πλέον δεν υπάρχουν και οφειλές γενικά που θεωρούνται μη εισπράξιμες, αθροίζουν ένα τεράστιο ποσό, ύψους κοντά στα 1,7 δισ ευρώ, δηλαδή πάνω από το 60% του συνόλου.
Ακολουθώντας τα όσα προβλέπουν το νομικό πλαίσιο και οι σχετικές διαδικασίες, η ΔΕΗ έχει διαγράψει από τις λογιστικές της κατατάσεις τα παραπάνω ποσά, χαρακτηρίζοντάς τα ως “ανεπίδεκτα είσπραξης”. Διαδικαστικά αυτό σημαίνει ότι για χρέη για τα οποία έχει παρέλθει η 5ετία χωρίς αυτά να έχουν καταστεί δυνατό να εισπραχθούν, παρέχεται η δυνατότητα διαγραφής τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον ισολογισμό της επιχείρησης.
Στην πράξη, με μια τέτοια κίνηση, η ΔΕΗ επιτυγχάνει να εξυγιάνει τις οικονομικές της καταστάσεις, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι η λογιστική διαγραφή, μεταφράζεται και σε διαγραφή των οφειλών. Οι συνεργαζόμενες με αυτήν εταιρείες και όσες έχουν αναλάβει το έργο της διαχείρισης των χρεών της, θα συνεχίσουν να κυνηγούν τους συγκεκριμένους οφειλέτες, χωρίς ωστόσο μεγάλες προσδοκίες είσπραξης. Εξάλλου το “focus” δίνεται εκεί όπου η επιχείρηση εκτιμά ότι έχει περισσότερες πιθανότητες είσπραξης, δηλαδή στα νεότερης γενιάς χρέη. Αυτά αφορούν ποσά, ύψους έως 1 δισ ευρώ, αν και ακόμη και το συγκεκριμένο νούμερο θεωρείται φιλόδοξο.
Σύμφωνα με περσινά στοιχεία, τα οποία ωστόσο δεν έχουν αλλάξει δραματικά, ο αριθμός των στρατηγικών κακοπληρωτών που οφείλουν ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 6 μηνών υπολογίζονταν σε πάνω από 580.000, με τα χρέη τους να φθάνουν το ποσό των 545 εκατ. ευρώ. Επιπλέον 895.000 τελικοί πελάτες, μετά την μετακόμισή τους σε άλλους παρόχους, είχαν αφήσει στη ΔΕΗ ένα “φέσι” 1 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με εκείνες τις εκτιμήσεις της διοίκησης της ΔΕΗ, ο συνολικός αριθμός των στρατηγικών κακοπληρωτών υπολογίζονταν σε 1.477.000, με ληξιπρόθεσμες οφειλές, άνω των 1,5 δισ. ευρώ.
Στο μέτωπο των τιτλοποιήσεων, το πρώτο από τα δύο πακέτα ληξιπρόθεσμων οφειλών διάρκειας έως 60 ημερών κατέληξε στα τέλη Ιουνίου στην JP Morgan. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα είχε κάνει την πλέον συμφέρουσα προσφορά στη ΔΕΗ, συμφωνώντας για την ρευστότητα που θα της παράσχει (έως και 250 εκατ ευρώ) έναντι ενός επιτοκίου 3,5%, το οποίο και είχε θεωρηθεί εξαιρετικά ευνοϊκό για την συγκεκριμένη συναλλαγή.
Ένα μήνα μετά, στα τέλη Ιουλίου, έκλεισε και η δεύτερη συμφωνία τιτλοποίησης οφειλών της επιχείρησης, αυτή την φορά για το πακέτο χρεών άνω των 90 ημερών, από το οποίο η πρώτη θα αντλήσει ποσό 300-350 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία έκλεισε με τον διεθνή επενδυτικό οίκο PIMCO, έναντι επιτοκίου 6,8%, σαφέστερα υψηλότερου έναντι του πρώτου, λόγω και του μεγαλύτερου ρίσκου της συγκεκριμένης συναλλαγής. Τόσο στην μία, όσο και στην άλλη περίπτωση, η συμφωνία δεν συνοδευόταν από παροχή assets ως εγγυήσεις, όπως έχει συμβεί σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις στην ελληνική αγορά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου