Σαν ένα από τα μεγαλύτερα αντικίνητρα για τη βιομηχανία περιγράφει το ΙΟΒΕ το ενεργειακό κόστος, αποτυπώνοντας παράλληλα και την αποτυχία της μέχρι σήμερα κυβερνητικής πολιτικής να το αντιμετωπίσει.
Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην μελέτη «προκλήσεις και προοπτικές του τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα», που εκπόνησε το ΙΟΒΕ για λογαριασμό της «Ελληνικής
Παραγωγής, δείχνουν ότι το β’ τρίμηνο του 2018 η χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα ήταν η δεύτερη ακριβότερη στην Ευρώπη. Σε ποσοστό αυτό μεταφράζεται σε 30% υψηλότερη χονδρική τιμή ρεύματος από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα κόστη της βιομηχανίας, πολλώ δε μάλλον σε μια περίοδο που η ΔΕΗ την πιέζει για αυξήσεις.
Το ζήτημα κυριάρχησε κατά τη χθεσινή παρουσίαση της μελέτης του ΙΟΒΕ για λογαριασμό της «Ελληνικής Παραγωγής», που ανέδειξε ότι στρεβλώσεις και μια σειρά από ρυθμιστικές χρεώσεις (ΥΚΩ, δίκτυα, CO2, ΕΤΜΕΑΡ, ΔΕΤΕ), έχουν σαν αποτέλεσμα οι ελληνικές βιομηχανίες να αδυνατούν «να παίξουν στα ίσα» τις άλλες ευρωπαϊκές.
Συγκεκριμένα τα στοιχεία της DG Energy για το 2ο τρίμηνο του 2018, δείχνουν ότι η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα ήταν 60,1 ευρώ/MWh στη Βρετανία, έναντι 55,8 ευρώ στην Ελλάδα, 55,1 στην Ιρλανδία, μόλις 36 ευρώ στη Γερμανία, και μόνο 33,9 ευρώ στη Βουλγαρία.
Στο θέμα παρενέβη και ο εκπρόσωπος της ΕΒΙΚΕΝ Α.Κοντολέων, αναδεικνύοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ελληνική βιομηχανία απέναντι στον ανταγωνισμό, και ενώ μάλιστα η ΔΕΗ πιέζει για νέες αυξήσεις. Δεν έχουν περάσει πολλές ημέρες από τότε που κατέληξε σε αδιέξοδο η προσπάθεια εξεύρεσης λύσης με τα τιμολόγια της ΔΕΗ, έπειτα από την άρνηση της βιομηχανίας να αποδεχθεί τις προτάσεις του αναπληρωτή υπουργού Οικονομίας Στέργιου Πιτσιόρλα. Αυτές περιελάμβαναν, αφενός παράταση των εκπτώσεων όγκου στις νέες συμβάσεις, όπως και της έκπτωσης συνέπειας που παρέχει η ΔΕΗ, αλλά και αύξηση 10% στα βιομηχανικά τιμολόγια.
Κι όλα αυτά όταν το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας που πληρώνουν οι μεγάλες βιομηχανίες στην Ελλάδα σε σχέση με τις αντίστοιχες επιχειρήσεις σε ευρωπαϊκά κράτη είναι πολλαπλάσιο, όπως είχε αναδείξει έρευνα της PwC για λογαριασμό της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας του Βελγίου. Η μελέτη είχε πραγματοποιηθεί προκειμένου να αναλυθούν οι πολιτικές και ο τρόπος διαμόρφωσης των τιμών συγκριτικά με τις γειτονικές αγορές της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Γαλλίας, και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι οι ελληνικές βιομηχανίες πληρώνουν ως και 80% υψηλότερο λογαριασμό ρεύματος έναντι των τριων παραπάνω χωρών.
Σε κάθε περίπτωση, στην Ελλάδα το pool είναι υποχρεωτικό, με αποτέλεσμα μια βιομηχανική επιχείρηση να μην μπορεί να συνάψει διμερές μακροχρόνιο συμβόλαιο με παραγωγό, ενώ δεν έχει πρόσβαση και σε προθεσμιακά προϊόντα. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, πέρα από κάποιες πρόσφατες βελτιώσεις, όπως η μείωση του ΕΤΜΕΑΡ για τη μέση και υψηλή τάση, εντούτοις υπάρχει ακόμα μεγάλο πλήθος φόρων και χρεώσεων που καθιστούν το ρεύμα στην Ελλάδα μια ακριβή υπόθεση ειδικά για τις επιχειρήσεις. Από το διπλάσιο ΕΦΚ στη μέση σε σχέση με την υψηλή τάση, έως τον φόρο ΔΕΤΕ, και από το ύψος της χρέωσης ΥΚΩ, έως τη χρέωση του δικτύου μεταφοράς, του δικτύου διανομής, το ETMEAP, και τη χρέωση εκπομπών CO2, που επηρεάζουν ειδικά τις μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τη μελέτη ουσιαστική λύση του προβλήματος, μεσοπρόθεσμα, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τομές, κατάλληλα κίνητρα και μέτρα σαν τα παρακάτω :
o Η μετάβαση σε ανταγωνιστική αγορά ενέργειας (target model ΕΕ) χωρίς άλλες καθυστερήσεις. Λειτουργία Χρηματιστηρίου Ενέργειας.
o Η διερεύνηση μέτρων στήριξης της βιομηχανίας, ειδικά της εντάσεως ενέργειας
o Η ενίσχυση διεθνών διασυνδέσεων για συμμετοχή στην Ενεργειακή Ένωση
o Ο περιορισμός ύψους φόρων και χρεώσεων ηλεκτρικού ρεύματος για βιομηχανική χρήση. Ενδεικτικά, προτείνεται εξίσωση ΕΦΚ για μέση και υψηλή τάση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου