Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018

Εθνικός Ενεργειακός Σχεδιασμός: Επενδυτικό μπουμ 32,7 δις. ευρώ και ηλεκτρική ενέργεια κατά 55% από ΑΠΕ έως το 2030

 
Επενδύσεις ύψους 32,7 δις. ευρώ έως το 2030 για τη διείσδυση των ΑΠΕ σε ποσοστό 32% στην τελική κατανάλωση ενέργειας και στο 55% της παραγωγής ρεύματος, μείωση 63% των εκπομπών ρύπων του θερμοκηπίου που εντάσσονται στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων ETS και εξοικονόμηση ενέργειας στο 32%, προβλέπει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα.
Το κείμενο που έδωσε σε δημόσια διαβούλευση χθες το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας υπολογίζει τις επενδύσεις της περιόδου 2020 -2030 για την επίτευξη των προαναφερόμενων στόχων σε 32,7 δις. ευρώ. Εμβληματικές είναι οι δρομολογημένες αλλά και προγραμματισμένες επενδύσεις στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, στο μετασχηματισμό του δικτύου και την εισαγωγή των έξυπνων μετρητών στη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας , στα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (νησιωτική χώρα και διεθνείς διασυνδέσεις), στα δίκτυα και στις υποδομές φυσικού αερίου, στην έρευνα υδρογονανθράκων, στην ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος, στις υποδομές του τομέα μεταφορών, καθώς και στην τεχνολογική έρευνα.
Πιο συγκεκριμένα τα 32,7 δις. ευρώ κατανέμονται ως εξής:
1.       ΑΠΕ Ηλεκτροπαραγωγή 8,5 δις. ευρώ
2.       Υποδομές Ηλεκτρικού Συστήματος 5,5 δις. ευρώ
3.       Νέες συμβατικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και αναβάθμιση υφιστάμενων 1,9 δις. ευρώ
4.       Έργα ανάπτυξης δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας – Ψηφιοποίηση 3,3 δις. ευρώ
5.       Διασυνοριακοί αγωγοί φυσικού αερίου 2,2 δις. ευρώ
6.       Δίκτυα και αποθήκευση φυσικού αερίου 2 δις. ευρώ
7.       Έρευνα και Καινοτομία 300 εκατ. ευρώ
8.       Ενεργειακή απόδοση 9 δις. ευρώ
Είναι επίσης ενδεικτικό πως μόνο οι συνολικές νέες επενδύσεις στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ για την επόμενη δεκαετία, εκτιμάται ότι θα επιφέρουν όφελος σε επίπεδο εγχώριας προστιθέμενης αξίας πάνω από 12δις ευρώ κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους. Αντίστοιχα, πολλαπλά είναι και τα οφέλη στη δημιουργία άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας από την ανάπτυξη και λειτουργία αυτών των έργων, καθώς εκτιμώνται ότι θα δημιουργηθούν και θα διατηρούνται πάνω από 15χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης , για τα επόμενα 25 έτη.
Το νέο μείγμα της ηλεκτροπαραγωγής
Η εξέλιξη του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το έτος 2030 συνίσταται σε μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και στην απόσυρση λιγνιτικών και πετρελαϊκών μονάδων, η οποία έχει προγραμματιστεί αφενός λόγω των υψηλών εκπομπών αερίων ρύπων και της παλαιότητας των μονάδων αυτών και αφετέρου λόγω των επικείμενων διασυνδέσεων των νησιών με το διασυνδεδεμένο σύστημα κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου.
Η υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ οφείλεται αφενός στην αναμενόμενη περαιτέρω μείωση του κόστους των τεχνολογιών ΑΠΕ για ηλεκτροπαραγωγή, ιδιαίτερα φωτοβολταϊκών και αιολικών σταθμών, καθώς και στην αναμενόμενη αύξηση του κόστους παραγωγής των συμβατικών μονάδων, λόγω της αύξησης του κόστους κτήσης δικαιωμάτων εκπομπών.
Οι δύο αυτές παράμετροι καθιστούν τις ΑΠΕ ιδιαίτερα ανταγωνιστικές ως προς τις συμβατικές μονάδες για την περίοδο μετά το 2020.
Συγκεκριμένα, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς για ηλεκτροπαραγωγή αυξάνεται κατά 44%, κυρίως λόγω της μεγάλης διείσδυσης σταθμών μεταβλητών ΑΠΕ, οι οποίες έχουν χαμηλότερο συντελεστή χρησιμοποίησης σε σχέση με τις συμβατικές θερμικές μονάδες.
Ο λιγνίτης φεύγει, οι ΑΠΕ έρχονται…
 Η εγκατεστημένη ισχύς των λιγνιτικών σταθμών αναμένεται μειωμένη το έτος 2030 κατά 1,6 GW σε σχέση με το έτος 2016 και η εγκατεστημένη ισχύς των πετρελαϊκών μονάδων κατά 1,1 GW, ενώ συνολικά η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ αυξάνεται κατά 9,1 GW για την ίδια περίοδο εξέτασης, με περισσότερο από το 90% αυτής της αύξησης να αφορά αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα.
 Αναλυτικά για τη συνεισφορά των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, οι μεταβλητές ΑΠΕ (αιολικοί και φωτοβολταϊκοί σταθμοί) για το έτος 2020 αυξάνονται στα επίπεδα του 6,7 GW, ενώ για το έτος 2030 στα 13,3 GW. Ουσιαστικά αποτυπώνεται η εκτίμηση ότι θα πρέπει να εγκαθίστανται σε μέσο όρο ετησίως περίπου 650 MW σωρευτικής νέας ισχύος από αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα. Η εγκατεστημένη ισχύς των Υ/Η σταθμών αυξάνεται κατά περίπου 0,5 GW και της βιοενέργειας αντίστοιχα κατά 0,2 GW, ενώ μικρή διείσδυση εκτιμάται ότι θα παρουσιάσουν και οι ηλιοθερμικοί σταθμοί και η εκμετάλλευση της γεωθερμίας για ηλεκτροπαραγωγή. Προκειμένου να επιτευχθούν τόσο υψηλά επίπεδα διείσδυσης μεταβλητών ΑΠΕ με βέλτιστο οικονομικά τρόπο (επαρκώς χαμηλές περικοπές της παραγωγής τους), προκύπτουν ανάγκες σε αποθήκευση ενέργειας (αντλησιοταμίευση, μπαταρίες, μετατροπή σε αέριο, κ.α.). Με βάση προηγούμενες μελέτες κόστους παραγωγής του ηπειρωτικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας, έχει θεωρηθεί στο μοντέλο TIMES ότι εντάσσονται από το έτος 2025 και μετά νέα συστήματα αποθήκευσης (επιπλέον των υφιστάμενων ΥΗΣ Σφηκιάς και Θησαυρού που έχουν δυνατότητα άντλησης), το κόστος των οποίων εκτιμάται σε περίπου 0,5 δις €. Η ενέργεια που διακινείται συνολικά σε συστήματα αποθήκευσης για το έτος 2030 υπολογίζεται περίπου σε 1,5 TWh με απώλειες της τάξης του 30%.
Το πετρέλαιο στην παραγωγή ρεύματος
Η συνολική παραγωγή ηλεκτρισμού στη χώρα αυξάνεται σε σχέση με το έτος 2016 κατά 9% έως το έτος 2030 και σταδιακά βασίζεται σε «καθαρότερες» πηγές (οι εισαγωγές μειώνουν το μερίδιό τους στο 8% στο σύνολο της ηλεκτρικής ενέργειας προς διάθεση). Συγκεκριμένα, ενώ σήμερα, το 33% περίπου της ηλεκτροπαραγωγής προέρχεται από σταθμούς παραγωγής με καύσιμο το λιγνίτη, η παραγωγή από λιγνίτη θα κυμαίνεται στα επίπεδα του 17% το έτος 2030. Αντίστοιχα, το μερίδιο των πετρελαιοειδών στην ηλεκτροπαραγωγή μειώνεται αισθητά έως το έτος 2030 κατά 74%, κυρίως λόγω της απόσυρσης πετρελαϊκών σταθμών που είναι σήμερα εγκατεστημένοι σε Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά, έπειτα από την επικείμενη διασύνδεσή τους με το ηπειρωτικό σύστημα.
Ωστόσο, για την επόμενη περίοδο εξακολουθεί να παρατηρείται μια μικρή παραγωγή από πετρελαϊκά προϊόντα της τάξης του 3% της συνολικής παραγωγής, η οποία αφορά κυρίως ηλεκτροπαραγωγή στα διυλιστήρια. Το φυσικό αέριο εμφανίζει επίσης μείωση στην ηλεκτροπαραγωγή κατά 28% το έτος 2030 σε σχέση με το έτος 2016, με το μερίδιό του στη συνολική ηλεκτροπαραγωγή να μειώνεται από 26% το έτος 2016 στο 17% το έτος 2030.
Η έκρηξη αιολικών και φωτοβολταϊκών
Ειδικότερα για τις ΑΠΕ, τη μεγαλύτερη αύξηση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπεται να σημειώσουν οι αιολικοί και φωτοβολταϊκοί σταθμοί, με αύξηση 190% για τους αιολικούς σταθμούς και 168% για τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς το έτος 2030 σε σχέση με το έτος 2016.
Η αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από Υ/Η κυμαίνεται στο 12% το έτος 2030 σε σχέση με το έτος 2016, ενώ για την εκτίμησή της έχουν ληφθεί υπόψη μια μέση εγχώρια υδραυλικότητα βάσει ιστορικών στοιχείων ανά υδάτινο γεωγραφικό πόρο. Αξιοσημείωτη προβλέπεται και η συμβολή της βιοενέργειας (βιομάζας, βιοαερίου και βιορευστών)στην ηλεκτροπαραγωγή με εξαπλασιασμό του μεριδίου τους στη συνολική καθαρή ηλεκτροπαραγωγή το έτος 2030. Οι ηλιοθερμικοί σταθμοί και η γεωθερμία θα εμφανιστούν πλέον στην κατανομή των τεχνολογιών ΑΠΕ που συνεισφέρουν στην ηλεκτροπαραγωγή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου