Του Χάρη Φλουδόπουλου
Από το Μάρτιο του 2008 και την πρώτη καταδικαστική απόφαση εναντίον της Ελλάδας, μέχρι την πώληση των τριών λιγνιτικών μονάδων, το market test μεταξύ των ενδιαφερόμενων επενδυτών και την προκήρυξη των διαγωνισμών, όλο το χρονικό της πολύκροτης υπόθεσης για τους λιγνίτες της ΔΕΗ, περιλαμβάνεται στο σκεπτικό της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δημοσιοποιήθηκε προ ημερών.
Κοινός παρονομαστής στις 21 σελίδες της απόφασης, το γεγονός ότι το ελληνικό δημόσιο χορήγησε και διατήρησε προνομιακά δικαιώματα υπέρ της ΔΕΗ για την εκμετάλλευση του λιγνίτη "με αποτέλεσμα να δημιουργείται ανισότητα ευκαιριών μεταξύ επιχειρήσεων όσον αφορά την πρόσβαση σε πρωτογενή καύσιμα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας” με αποτέλεσμα "να παρέχεται στη ΔΕΗ η δυνατότητα να διατηρεί ή να ενισχύει τη δεσπόζουσα θέση της στην ελληνική αγορά χονδρικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας μέσω του αποκλεισμού ή της παρεμπόδισης της εισόδου νέων ανταγωνιστών” στην αγορά ηλεκτρισμού.
Δηλαδή με απλά λόγια, η Επιτροπή διαπιστώνει στην απόφασή της ότι η μονοπωλιακή πρόσβαση της ΔΕΗ στο λιγνίτη αποτέλεσε το εργαλείο για να διατηρήσει και να ενισχύσει το μονοπώλιό της στην αγορά και να εμποδίσει το άνοιγμα και την είσοδο νέων παικτών.
"Σχεδόν 10 έτη μετά την έκδοση της απόφασης του 2008, η ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας φαίνεται να παρουσιάζει τις ίδιες στρεβλώσεις που είχαν διαπιστωθεί στην αρχική αξιολόγηση της Επιτροπής” αναφέρει σε άλλο σημείο το σκεπτικό της απόφασης κόλαφος για το μονοπώλιο της ΔΕΗ στην ελληνική αγορά. Η Επιτροπή επικαλείται έκθεση της ΡΑΕ που υπεβλήθη το 2017 στην οποία επισημαίνεται ότι "η αγορά χονδρικής (και λιανικής) πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας εξακολουθεί να παρουσιάζει υψηλό βαθμό συγκέντρωσης. Η ΔΕΗ κατέχει και εκμεταλλεύεται το σύνολο των 7085MW της ελληνικής δυναμικότητας ηλεκτροπαραγωγής με καύση λιγνίτη και υδροηλεκτρικής ενέργειας".
Επιπλέον όπως διαπιστώνει η Επιτροπή το ποσοστό της ΔΕΗ επί της συνολικής χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας παρέμεινε πολύ υψηλό αν εξαιρεθούν οι ΑΠΕ που δεν ασκούν ανταγωνιστική πίεση στην αγορά χονδρικής προμήθειας. Το 2014 και το 2015 το ποσοστό αυτό ήταν μεγαλύτερο του 90% και το 2016 και το 2017 μεγαλύτερο του 75%.
Οι Βρυξέλλες υπογραμμίζουν ότι για να αυξηθεί ο ανταγωνισμός και να ασκηθεί μεγαλύτερη ανταγωνιστική πίεση ιδίως σε περιόχους εκτός αιχμής οι τρίτη ανταγωνιστές πρέπει να έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση σε δυναμικότητα φορτίου βάσης ενώ τονίζεται ότι ο λιγνίτης παραμένει σημαντικός πόρος για την ηλεκτροπαραγωγή χαμηλού κόστους στην Ελλάδα.
Καταδίκες
Στην απόφαση γίνεται αναδρομή στο χρονικό της υπόθεσης από την πρώτη απόφαση της επιτροπής, τα μέτρα αποκατάστασης που έγιναν υποχρεωτικά με την απόφαση του 2009 της ΕΕ (υποχρεωτική παραχώρηση των ορυχείων Δράμας, Ελασσόνας, Βεγόρας και Βεύης σε ιδιώτες μέσα σε διάστημα 12 μηνών), τις αποφάσεις των δικαστηρίων της ΕΕ το 2016 και τη νέα πρόταση μέτρων αποκατάστασης.
"Τα προβλήματα ανταγωνισμού που διαπιστώθηκαν αρχικά στην απόφαση του 2008 δεν έχουν ακόμη επιλυθεί και δε θα εκλείψουν χωρίς μέτρα αποκατάστασης πραγματικά ευνοϊκά για τον ανταγωνισμό” λέει η επιτροπή, σημειώνοντας ότι "η λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή εξακολουθεί να διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην αγορά χονδρικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια εφοδιασμού στην Ελλάδα” και ότι " όλοι οι ενδιαφερόμενοι αναγνωρίζουν ότι το τρέχον επίπεδο λιγνιτικής παραγωγής εξακολουθεί να είναι ακόμη σε μεγάλο βαθμό απαραίτητο για την ισορροπία της ελληνικής αγοράς χονδρικής προμήθειας και ως εκ τούτου θα εξακολουθήσει να αποτελεί ουσιαστικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα”.
Έτσι φτάσαμε στο Δεκέμβριο του 2017 και την επίσημη πρόταση της Ελληνικής Δημοκρατίας για το market test και την εκχώρηση μέρους (περίπου 40%) της δυναμικότητας λιγνιτικής παραγωγής της ΔΕΗ.
Οι μονάδες
Στην απόφαση γίνεται αναφορά στους λόγους που επελέγησαν οι συγκεκριμένες μονάδες και ειδικότερα επισημαίνεται ότι οι μονάδες Μεγαλόπολη 3 και 4 έχουν τα χαμηλότερα μεταβλητά κόστη λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής του στόου της ΔΕΗ και ως εκ τούτου συγκαταλέγονται στις πιο ανταγωνιστικές μονάδες στην ελληνική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Και για τη Μελίτη 1 τονίζεται ότι επίσης είναι μια από τις πλέον σύγχρονες μονάδες της ΔΕΗ. Έχει το χαμηλότερο μέσο μεταβλητό κόστος λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής του στόλου της ΔΕΗ και ως εκ τούτου συγκαταλέγεταισ τις πιο ανταγωνιστικές μονάδες της αγοράς.
Επιπλέον τονίζεται ότι από άποψη δυναμικότητας οι πωλούμενες εγκαταστάσεις αντιπροσωπεύουν 1220MW και έως 35,6% της συνολικής προβλεπόμενης δυναμικότητας της ΔΕΗ την περίοχο 2018 - 2035 ωστόσο η μικρή μείωση έγινε αποδεκτή από την Επιτροπή λόγω του ότι οι μονάδες αυτές έχουν χαμηλό μεταβλητό κόστος και είναι ελκυστικές και ανταγωνιστικές.
Market test
Στην απόφαση περιλαμβάνονται τα χαρακτηριστικά των υπό πώληση μονάδων αλλά και τα σχόλια που υπεβλήθησαν στο market test (θέματα δικτύου, ορυχεία, προσωπικό μονάδων).Τα ερωτηματολόγια εστάλησαν σε πάνω από 80 δυνητικούς επενδυτές σε Ελλάδα, Ευρώπη , Ασία και Β. Αμερική. Η Επιτροπή έλαβε 30 απαντήσεις, από το σύνολο των Ελλήνων αποδεκτών και την πλειονότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών.
Οι περισσότερες απαντήσεις ήταν υπέρ της πρότασης ενώ συνολικά 15 εταιρείες εξέφρασαν ενδιαφέρον για ενδεχόμενη αγορά μίας ή και των δύο εκχωρούμενων εγκαταστάσεων.
Σημειώνεται ότι κάποιοι ενδιαφερόμενοι έθεσαν θέμα υδροηλεκτρικών που όμως η Επιτροπή δεν εξέτασε καθώς δεν εμπίπτει στο πεδίο της απόφασης καταδίκης για τους λιγνίτες.
Πάντως όπως αναφέρει η επιτροπή από την ανάλυση της χονδρικής αγοράς προκύπτει ότι "οι τρεις λιγνιτικές μονάδες… έχουν χαμηλό μεταβλητό κόστος… το χαρακτηριστικό αυτό καθιστά τις συγκεκριμένες μονάδες τις πλέον ανταγωνιστικές στην ελληνική αγορά χονδρικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας”.
Επίσης η ΕΕ κρίνει ότι η δυναμικότητα λιγνίτη που θα περιέλθει σε τρίτους σύμφωνα με τα μέτρα αποκατάστασης θα επιτρέψει να ασκηθεί ανταγωνιστική πίεση στην αγορά και άρα τα μέτρα κρίνονται ως κατάλληλα και επαρκή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου