Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018

Η ώρα της αλήθειας για τις ενεργειακές ιδιωτικοποιήσεις.

 
Γιώργος Φιντικάκης

Κρίσιμες για τις αποφάσεις που θα καθορίσουν την τύχη των ενεργειακών αποκρατικοποιήσεων θεωρούνται οι σημερινές συναντήσεις Σταθάκη και Τσακαλώτου με τους δανειστές.
Τη πρώτη του υπ. ΠΕΝ που έχει σαν αντικείμενο τα ενεργειακά, διαδέχεται η δεύτερη του υπ. Οικονομικών με ατζέντα τη πρόοδο στις ιδιωτικοποιήσεις, και εύλογο είναι σ’ αυτήν να συζητηθούν τα εναλλακτικά σενάρια που φαίρεται να προτείνει ο Γ.Σταθάκης για την τύχη του 35% των
ΕΛΠΕ, του 65% της ΔΕΠΑ και του 17% της ΔΕΗ.
Δηλαδή, μέρος ή και το σύνολό τους, να αξιοποιηθεί είτε μέσω της μεταφοράς τους στο υπερ-Ταμείο, είτε μέσω της έκδοσης ισοδύναμης αξίας ομολόγων, μετατρέψιμων σε μετοχές, είτε με κάποιο άλλο μοντέλο, το οποίο να διασφαλίζει τον έλεγχο του Δημοσίου.
Σε μια στιγμή ωστόσο που το ΤΑΙΠΕΔ δουλεύει πάνω στα σενάρια που έχουν ήδη συμφωνηθεί με τους πιστωτές, μένει να φανεί πως αυτοί θα εκλάβουν τις εναλλακτικές προτάσεις Σταθάκη, εφόσον φυσικά ο τελευταίος τις συζητήσει μαζί τους.
Και με δεδομένο ότι οι αποκρατικοποιήσεις είναι αντικείμενο του υπ. Οικονομικών, έχει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον αν στη συνάντηση που θα έχει το οικονομικό επιτελείο με τους δανειστές, και που έπεται εκείνης του κ. Σταθάκη, θα μπει θέμα επαναδιαπραγμάτευσης του προγράμματος. Η μέχρι τώρα εντύπωση είναι ότι το υπ. Οικονομικών δεν συμφωνεί με δομικές αλλαγές στις συμφωνημένες αποκρατικοποιήσεις αφού γνωρίζει τις επιπλοκές που μπορεί αυτό να δημιουργήσει για την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Ωστόσο τα πάντα μένει να αποδειχθούν και στη πράξη, όπως επίσης και αν οι δανειστές είναι διατεθειμένοι να συζητήσουν τροποποιήσεις στο πρόγραμμα, για τις οποίες μέχρι σήμερα είχαν υπάρξει αρνητικοί. Για τους θεσμούς, τα προυπολογισμένα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις συνιστούν την ελληνική συμβολή στη μείωση του χρέους. Και ένα από τα σημεία στα οποία ήταν μέχρι σήμερα κατηγορηματικά αντίθετοι, αφορούσε στη ματαίωση προγραμματισμένων αποκρατικοποιήσεων, οι οποίες άλλωστε θα αποτελέσουν βασικό στοιχείο του μεταμνημονιακού πλαισίου εποπτείας.
Στα επιχειρήματα πάντως όσων τάσσονται υπέρ εναλλακτικών τρόπων αξιοποίησης των κρατικών ποσοστών στις ενεργειακές εταιρείες είναι, ειδικά όσον αφορά τα ΕΛΠΕ, ότι πρόκειται "για μια επιχείρηση με κέρδη ρεκόρ, της οποίας η διάθεση ποσοστού συνεπάγεται πολύ υψηλά τιμήματα, και άρα είναι απαγορευτικό να οδηγηθεί κανείς σε λύση που θα αποφέρει λιγότερα απ’ όσα εκτιμάται ότι αξίζει η εταιρεία".
Λέγεται μάλιστα ότι μεγάλος ξένος οίκος αποτίμησε πρόσφατα την αξία των ΕΛΠΕ στα 4,8 δισ. ευρώ. Σημειωτέον ότι ο υποψήφιος αγοραστής θα αναλάβει και το χρέος τους, ύψους 2 δισ ευρώ. Η ιδια μελέτη επιχειρούσε να απαντήσει στο ερώτημα κατά πόσο υπάρχουν ενδιαφερόμενοι επενδυτές για τα ΕΛΠΕ, ικανοί να καταβάλλουν αυτά τα ποσά. Από την έρευνα προέκυπτε ότι καμία δυτική εταιρεία δεν θα ήταν διατεθειμένη να δώσει τέτοια κεφάλαια, ενώ πολύ δύσκολα θα βρισκόταν ακόμη και εταιρεία τρίτης χώρας, όπως για παράδειγμα κινεζική.
Σε παρόμοιο πάνω- κάτω μήκος κύματος κινείται και η επιχειρηματολογία για τη ΔΕΠΑ, η οποία πέτυχε πέρυσι εξίσου καλές επιδόσεις. Το 2017 κατάφερε να ξεπεράσει σε όγκο πωλήσεων τα 4 δισ. κυβικά φτάνοντας τα 4,04 δισ. κ.μ., ποσότητα αυξημένη κατά 2% συγκριτικά με πέρυσι, ενώ τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους διαμορφώθηκαν στα 133 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 37%.
Στον αντίποδα βέβαια μπορεί κάποιος να υποστηρίξει ότι η κερδοφορία των παραπάνω εταιρειών, προσδίδει και μεγαλύτερη αξία στα προς πώληση κρατικά ποσοστά. Στη περίπτωση των ΕΛΠΕ, θυμίζουμε ότι έχουν ξεκινήσει συζητήσεις μεταξύ Δημοσίου και Paneuropean που ελέγχει το 45,47% της εταιρείας, για τη διάθεση σε στρατηγικό επενδυτή ενός ποσοστού της τάξης του 51% συν το μάνατζμεντ. Σχετικά με τη ΔΕΠΑ, δεν αποκλείεται, εφόσον διαπιστωθεί από το σύμβουλο ότι υπάρχει έδαφος, να αξιοποιηθεί και "υβριδικό μοντέλο”, το οποίο θα περιλαμβάνει τόσο την είσοδο στρατηγικού επενδυτή όσο και την εισαγωγή μετοχών της εταιρείας στο χρηματιστήριο.
Τόσο για τη μία όσο και για την άλλη περίπτωση έχει ακουστεί η ιδέα για έκδοση ενός ομολόγου, ισοδύναμης αξίας με τις προς πώληση μετοχές, με τη διαφορά όμως ότι κάτι τέτοιο συνεπάγεται αύξηση του χρέους. Και οι στόχοι του ΤΑΙΠΕΔ είναι οι ακριβώς αντίθετοι, αφού εστιάζονται σε πώληση ή παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου, προκειμένου το χρέος να μειωθεί. 
Ενα φυσικά ερώτημα που επίσης μένει να απαντηθεί εφόσον επικρατήσουν τα εναλλακτικά σενάρια, είναι από πού θα βρει η κυβέρνηση τα έσοδα ύψους 3 δισ. ευρώ που έχει δεσμευθεί ότι θα φέρει στη διετία (2 δισ. ευρώ φέτος, 1 δισ. ευρώ το 2019) εφόσον δεν πωληθούν τα κρατικά ποσοστά στις ενεργειακές επιχειρήσεις. Υπενθυμίζουμε ότι ο προυπολογισμός του 2018 μιλά για έσοδα 850 εκατ. ευρώ από τη διάθεση των ποσοστών σε ΕΛΠΕ, ΔΕΠΑ, ΔΕΗ.
energypress.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου