Η δεύτερη μεγάλη ενεργειακή κρίση μέσα σε διάστημα λίγων ημερών ανέδειξε εκ νέου μια σειρά από προβλήματα και κενά στη λειτουργία των ενεργειακών αγορών, που οδήγησαν σε αστοχίες και έφεραν στην κυριολεξία το σύστημα ένα βήμα πριν από την κατάρρευση. Διότι παρά την ένταση και σφοδρότητα της κακοκαιρίας, είναι σαφές ότι η ενεργειακή αγορά για μια ακόμη φορά, μάλλον από τύχη κατάφερε να ελέγξει την κατάσταση, με δεδομένη την μάλλον αργή αντίδραση και το συναγερμό που σήμανε μόλις 2 ημέρες πριν οδηγηθούμε σε έλλειμμα επάρκειας φυσικού αερίου.
Το βασικό συμπέρασμα ωστόσο που καλούνται πλέον να λάβουν υπόψη τους όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά είναι ότι οι αιχμές της ζήτησης και τα προβλήματα επάρκειας έχουν χρονικά μετατοπιστεί και δεν αφορούν πλέον στους καλοκαιρινούς μήνες όπως στο παρελθόν, αλλά στη χειμερινή περίοδο. Πλέον οι καλοκαιρινές αιχμές αντιμετωπίζονται με επάρκεια και ευκολία εξαιτίας της συνεισφοράς των φωτοβολταϊκών στη διάρκεια της ημέρας και των μονάδων φυσικού αερίου το βράδυ. Τους θερινούς μήνες άλλωστε δεν έχουν καταγραφεί προβλήματα τροφοδοσίας αερίου, κάτι που έχει πολλάκις συμβεί κατά τις χειμερινές κρίσεις. Και εδώ εντοπίζεται και το πρώτο σημείο κριτικής προς τον αρμόδιο διαχειριστή ΑΔΜΗΕ αλλά και τη ΔΕΗ, που προγραμμάτισαν τη μακροχρόνια απόσυρση δύο μονάδων στο κυριότερο λιγνιτικό συγκρότημα τον Άγιο Δημήτριο. Το έλλειμμα ισχύος από τις δύο μονάδες αποδείχθηκε καθοριστικό και χρειάστηκε να οδηγηθούμε σε περιορισμό του εξαγωγικού προγράμματος από χθες το απόγευμα και σε κλείσιμο των ηλεκτρικών διασυνδέσεων σήμερα, προκειμένου να επέλθει ισορροπία στο σύστημα.
Το δεύτερο βασικό συμπέρασμα είναι ότι υπάρχει έλλειμμα στη λειτουργία των αγορών καθώς δεν αντανακλώνται τα πραγματικά κόστη τόσο στο φυσικό αέριο όσο και στον ηλεκτρισμό. Δεν μπορεί σε όλη την Ευρώπη, ακόμη και στη γειτονική Βουλγαρία τα κόστη λόγω των δυσμενέστατων καιρικών συνθηκών να έχουν εκτιναχθεί και αυτό να μην αποτυπώνεται στα κόστη του ενεργειακού ελληνικού συστήματος. Εδώ το πρόβλημα είναι διπλό: στην αγορά του φυσικού αερίου υπάρχει σαφές ρυθμιστικό κενό αφού δεν υπάρχει υποχρεωτικός μηχανισμός προγραμματισμού ποσοτήτων μεταξύ των προμηθευτών και των μεγάλων καταναλωτών και κυρίως των ηλεκτροπαραγωγών. Όπως φάνηκε και στην τελευταία κρίση επί δύο ημέρες προμηθευτές και ηλεκτροπαραγωγοί κατανάλωσαν 110 χιλιάδες μεγαβατώρες (περίπου το 30% της συνολικής ημερήσιας κατανάλωσης) ως αέριο εξισορρόπησης, χωρίς ουσιαστικό επιπλέον κόστος. Δηλαδή η αστοχία του ΔΕΣΦΑ να προβλέψει την εκτίναξη της κατανάλωσης, εδράζεται πάνω ακριβώς στο θεσμικό κενό και στην ανυπαρξία υποχρέωσης από πλευράς καταναλωτών και προμηθευτών για πρόβλεψη των καταναλώσεων σε βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο διάστημα. Ο νέος κώδικας πάντως αποτελεί αντικείμενο της νέας πρωτοβουλίας της ΡΑΕ και αναμένεται να παρουσιαστεί ίσως και μέσα στο μήνα.
Σε ό,τι αφορά τον ηλεκτρισμό θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ η δημιουργία των πρώτων αγορών, της ημερήσιας και της προθεσμιακής ώστε να αποτυπώνονται τα πραγματικά κόστη. Εδώ απαιτείται νομοθετική πρωτοβουλία ώστε μέσα στο έτος να δημιουργηθούν οι συνθήκες για πραγματικά ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών, κάτι που εφόσον συμβεί θα επιτρέψει την πιο ομαλή λειτουργία του συστήματος χωρίς στρεβλώσεις όπως προχθές όταν στο ελληνικό σύστημα η ΟΤΣ ήταν 77 ευρώ και στη Βουλγαρία πάνω από 100 ευρώ.
Το τρίτο βασικό συμπέρασμα αφορά αυτή καθαυτή την κατάσταση στο εγχώριο ενεργειακό σύστημα όπου καταρρίφθηκε ο μύθος της επάρκειας, που αποτελούσε και το βασικότερο επιχείρημα όσων στράφηκαν κατά του μέτρου της διακοψιμότητας. Αντίθετα οι διακόψιμες βιομηχανίες τόσο στο αέριο όσο και – κυρίως – στον ηλεκτρισμό αποτέλεσαν ένα σταθερό εργαλείο στα χέρια των διαχειριστών για την αντιμετώπιση της κρίσης. Όχι χωρίς κόστος για τις βιομηχανίες που ιδιαίτερα στην τελευταία κρίση χρειάστηκε να σβήσουν γραμμές παραγωγής που είχαν ανοίξει. Χαλυβουργίες, τσιμέντα, χαρτοποιίες, κεραμοποιίες, υαλουργίες, αποδείχθηκαν το πιο σταθερό και συνεπές εργαλείο που είχε στα χέρια του ο ΑΔΜΗΕ για τη μείωση της κατανάλωσης και την αντιμετώπιση της κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι χθες το απόγευμα, που ήταν και οι πιο επίφοβες ώρες είχαμε επιπλέον 200 μεγαβάτ ισχύος διαθέσιμα στο σύστημα από την Αλουμίνιον, που προστέθηκαν στα διαθέσιμα μεγαβάτ που είχαν για 2 ημέρες απελευθερώσει από τις καταναλώσεις τους Βιοχάλκο, Τιτάνας και οι άλλοι μεγάλοι διακόψιμοι πελάτες της μακροχρόνιας υπηρεσίας.
Ένα ακόμη πρόβλημα που ανέδειξε η τελευταία κρίση αφορά στο κενό που υπάρχει για την αλλαγή καυσίμου μονάδων φυσικού αερίου που έχουν αυτή τη δυνατότητα. Διότι μπορεί μεν να υπάρχει η σχετική πρόβλεψη στον κώδικα όπως επισημάνθηκε στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων, ωστόσο η εμπειρία του παρελθόντος έδειξε ότι υπάρχουν κενά, η διαδικασία είναι περίπλοκη και χρονοβόρα.
Τέλος η κρίση έδειξε για μια ακόμη φορά το έλλειμμα που υπάρχει σε επίπεδο προγραμματισμού και συντονισμού των αρμόδιων φορέων και της πολιτείας. Η μετεωρολογική υπηρεσία – που όπως αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων δεν έσφαλε ως προς την ένταση παρά μόνο ως προς το χρονισμό της επιδείνωσης του καιρού – είχε εγκαίρως προειδοποιήσει για τη σφοδρότητα του κύματος κακοκαιρίας. Όμως όπως φάνηκε στην πράξη, ο κρατικός μηχανισμός πιάστηκε στον ύπνο και αποδείχθηκε απροετοίμαστος στο σύνολό του και όχι μόνο ως προς τα… ενεργειακά.
Το βασικό συμπέρασμα ωστόσο που καλούνται πλέον να λάβουν υπόψη τους όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά είναι ότι οι αιχμές της ζήτησης και τα προβλήματα επάρκειας έχουν χρονικά μετατοπιστεί και δεν αφορούν πλέον στους καλοκαιρινούς μήνες όπως στο παρελθόν, αλλά στη χειμερινή περίοδο. Πλέον οι καλοκαιρινές αιχμές αντιμετωπίζονται με επάρκεια και ευκολία εξαιτίας της συνεισφοράς των φωτοβολταϊκών στη διάρκεια της ημέρας και των μονάδων φυσικού αερίου το βράδυ. Τους θερινούς μήνες άλλωστε δεν έχουν καταγραφεί προβλήματα τροφοδοσίας αερίου, κάτι που έχει πολλάκις συμβεί κατά τις χειμερινές κρίσεις. Και εδώ εντοπίζεται και το πρώτο σημείο κριτικής προς τον αρμόδιο διαχειριστή ΑΔΜΗΕ αλλά και τη ΔΕΗ, που προγραμμάτισαν τη μακροχρόνια απόσυρση δύο μονάδων στο κυριότερο λιγνιτικό συγκρότημα τον Άγιο Δημήτριο. Το έλλειμμα ισχύος από τις δύο μονάδες αποδείχθηκε καθοριστικό και χρειάστηκε να οδηγηθούμε σε περιορισμό του εξαγωγικού προγράμματος από χθες το απόγευμα και σε κλείσιμο των ηλεκτρικών διασυνδέσεων σήμερα, προκειμένου να επέλθει ισορροπία στο σύστημα.
Το δεύτερο βασικό συμπέρασμα είναι ότι υπάρχει έλλειμμα στη λειτουργία των αγορών καθώς δεν αντανακλώνται τα πραγματικά κόστη τόσο στο φυσικό αέριο όσο και στον ηλεκτρισμό. Δεν μπορεί σε όλη την Ευρώπη, ακόμη και στη γειτονική Βουλγαρία τα κόστη λόγω των δυσμενέστατων καιρικών συνθηκών να έχουν εκτιναχθεί και αυτό να μην αποτυπώνεται στα κόστη του ενεργειακού ελληνικού συστήματος. Εδώ το πρόβλημα είναι διπλό: στην αγορά του φυσικού αερίου υπάρχει σαφές ρυθμιστικό κενό αφού δεν υπάρχει υποχρεωτικός μηχανισμός προγραμματισμού ποσοτήτων μεταξύ των προμηθευτών και των μεγάλων καταναλωτών και κυρίως των ηλεκτροπαραγωγών. Όπως φάνηκε και στην τελευταία κρίση επί δύο ημέρες προμηθευτές και ηλεκτροπαραγωγοί κατανάλωσαν 110 χιλιάδες μεγαβατώρες (περίπου το 30% της συνολικής ημερήσιας κατανάλωσης) ως αέριο εξισορρόπησης, χωρίς ουσιαστικό επιπλέον κόστος. Δηλαδή η αστοχία του ΔΕΣΦΑ να προβλέψει την εκτίναξη της κατανάλωσης, εδράζεται πάνω ακριβώς στο θεσμικό κενό και στην ανυπαρξία υποχρέωσης από πλευράς καταναλωτών και προμηθευτών για πρόβλεψη των καταναλώσεων σε βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο διάστημα. Ο νέος κώδικας πάντως αποτελεί αντικείμενο της νέας πρωτοβουλίας της ΡΑΕ και αναμένεται να παρουσιαστεί ίσως και μέσα στο μήνα.
Σε ό,τι αφορά τον ηλεκτρισμό θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ η δημιουργία των πρώτων αγορών, της ημερήσιας και της προθεσμιακής ώστε να αποτυπώνονται τα πραγματικά κόστη. Εδώ απαιτείται νομοθετική πρωτοβουλία ώστε μέσα στο έτος να δημιουργηθούν οι συνθήκες για πραγματικά ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών, κάτι που εφόσον συμβεί θα επιτρέψει την πιο ομαλή λειτουργία του συστήματος χωρίς στρεβλώσεις όπως προχθές όταν στο ελληνικό σύστημα η ΟΤΣ ήταν 77 ευρώ και στη Βουλγαρία πάνω από 100 ευρώ.
Το τρίτο βασικό συμπέρασμα αφορά αυτή καθαυτή την κατάσταση στο εγχώριο ενεργειακό σύστημα όπου καταρρίφθηκε ο μύθος της επάρκειας, που αποτελούσε και το βασικότερο επιχείρημα όσων στράφηκαν κατά του μέτρου της διακοψιμότητας. Αντίθετα οι διακόψιμες βιομηχανίες τόσο στο αέριο όσο και – κυρίως – στον ηλεκτρισμό αποτέλεσαν ένα σταθερό εργαλείο στα χέρια των διαχειριστών για την αντιμετώπιση της κρίσης. Όχι χωρίς κόστος για τις βιομηχανίες που ιδιαίτερα στην τελευταία κρίση χρειάστηκε να σβήσουν γραμμές παραγωγής που είχαν ανοίξει. Χαλυβουργίες, τσιμέντα, χαρτοποιίες, κεραμοποιίες, υαλουργίες, αποδείχθηκαν το πιο σταθερό και συνεπές εργαλείο που είχε στα χέρια του ο ΑΔΜΗΕ για τη μείωση της κατανάλωσης και την αντιμετώπιση της κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι χθες το απόγευμα, που ήταν και οι πιο επίφοβες ώρες είχαμε επιπλέον 200 μεγαβάτ ισχύος διαθέσιμα στο σύστημα από την Αλουμίνιον, που προστέθηκαν στα διαθέσιμα μεγαβάτ που είχαν για 2 ημέρες απελευθερώσει από τις καταναλώσεις τους Βιοχάλκο, Τιτάνας και οι άλλοι μεγάλοι διακόψιμοι πελάτες της μακροχρόνιας υπηρεσίας.
Ένα ακόμη πρόβλημα που ανέδειξε η τελευταία κρίση αφορά στο κενό που υπάρχει για την αλλαγή καυσίμου μονάδων φυσικού αερίου που έχουν αυτή τη δυνατότητα. Διότι μπορεί μεν να υπάρχει η σχετική πρόβλεψη στον κώδικα όπως επισημάνθηκε στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων, ωστόσο η εμπειρία του παρελθόντος έδειξε ότι υπάρχουν κενά, η διαδικασία είναι περίπλοκη και χρονοβόρα.
Τέλος η κρίση έδειξε για μια ακόμη φορά το έλλειμμα που υπάρχει σε επίπεδο προγραμματισμού και συντονισμού των αρμόδιων φορέων και της πολιτείας. Η μετεωρολογική υπηρεσία – που όπως αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων δεν έσφαλε ως προς την ένταση παρά μόνο ως προς το χρονισμό της επιδείνωσης του καιρού – είχε εγκαίρως προειδοποιήσει για τη σφοδρότητα του κύματος κακοκαιρίας. Όμως όπως φάνηκε στην πράξη, ο κρατικός μηχανισμός πιάστηκε στον ύπνο και αποδείχθηκε απροετοίμαστος στο σύνολό του και όχι μόνο ως προς τα… ενεργειακά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου