Στη φάση της επεξεργασίας της τελικής πρότασης για την ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα βρίσκονται οι υπηρεσίες του ΑΔΜΗΕ, προκειμένου το έργο, με το χρονοδιάγραμμά του, να περιληφθεί στο 10ετές πρόγραμμα του Διαχειριστή.
Σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, έχει πλέον εγκαταλειφθεί η «φιλόδοξη» πρόταση για πόντιση καλωδίου συνεχούς ρεύματος 1000 MW που θα συνδέει την Αττική με την Κρήτη και έχει αποφασιστεί σε πρώτη φάση ένα μικρότερο έργο 2 x 200 MW που θα συνδέει, όχι την Αττική, αλλά την Πελοπόννησο με την Κρήτη, θα μεταφέρει εναλλασσόμενο ρεύμα.. και θα καλύπτει άμεσα τις ηλεκτρικές ανάγκες της μεγαλονήσου.
Το αρχικό σχέδιο των 1000 MW θα κάλυπτε τόσο τις ανάγκες ηλεκτροδότησης της Κρήτης με ρεύμα που θα μεταφερόταν από την ηπειρωτική Ελλάδα, όσο και τις ανάγκες μεταφοράς ρεύματος παραγόμενου στην Κρήτη από ΑΠΕ, που θα μεταφερόταν από την Κρήτη στην Αττική.
Με το τωρινό σχέδιο στην πραγματικότητα διαχωρίζονται οι δύο αυτές ανάγκες: Με την άμεση κατασκευή ενός μικρότερου καλωδίου εξασφαλίζεται η ηλεκτροδότηση του νησιού και, σε δεύτερη φάση, όταν θα υπάρχει η ανάγκη μεταφοράς πράσινου ρεύματος από την Κρήτη, θα πρέπει να γίνει ένα δεύτερο έργο.
Το επείγον του πράγματος οφείλεται στην οικονομική «αιμορραγία» που προκαλεί η ηλεκτροδότηση της μεγαλονήσου, «αιμορραγία» που πληρώνουν κατά βάση οι καταναλωτές όλης της Ελλάδας μέσω των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) που προστίθενται στους λογαριασμούς. Οι ΥΚΩ για την Κρήτη υπολογίζονται σε 200 εκατ. ευρώ το χρόνο, πράγμα που σημαίνει ότι με τις ΥΚΩ μιας χρονιάς μπορούν να καλυφθούν όλα τα έξοδα της πρώτης φάσης του έργου (για ένα καλώδιο 200 MW).
Το βασικό πλεονέκτημα του σχεδίου Πελοπόννησος – Κρήτη είναι ότι μπορεί να υλοποιηθεί άμεσα. Το πρώτο καλώδιο των 200 MW εναλλασσόμενου ρεύματος (η απόσταση είναι σχετικά μικρή και οι απώλειες λόγω εναλλασσόμενου δεν είναι πολύ μεγάλες) δεν χρειάζεται μάλιστα αναβαθμίσεις στα υφιστάμενα τοπικά δίκτυα στην Κρήτη και στην Πελοπόννησο. Αυτό σημαίνει ότι δεν χρειάζεται εγκρίσεις περιβαλλοντικών όρων και συνεπώς μπορεί να επισπευσθεί κατά πολύ ο χρόνος αδειοδότησης και κατασκευής του έργου.
Σε αυτή την περίπτωση, η Κρήτη θα τροφοδοτείται από την μονάδα της Μεγαλόπολης και θα καλύπτει το κύριο μέρους των αναγκών της (350 MW μέση φόρτιση, 600 MW αιχμή) χωρίς να χρειάζεται να λειτουργούν οι πανάκριβες και ρυπογόνες πετρελαϊκές μονάδες.
Σε δεύτερη φάση μπορούν να γίνουν οι αναβαθμίσεις των δικτύων Πελοποννήσου και Κρήτης (από 150 KV στα 400KV) ώστε να μπορεί να υλοποιηθεί το τρίτο βήμα και να ποντιστεί το δεύτερο, δίδυμο, καλώδιο των 200 MW.
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο σχέδιο, στην περίπτωση που προχωρήσουν τα μεγάλα αιολικά έργα που έχουν αδειοδοτηθεί για την Κρήτη, τότε θα πρέπει να δρομολογηθεί μια καινούργια διασύνδεση με αντικειμενικό σκοπό να μεταφέρεται το πράσινο ρεύμα από το νησί στο ηπειρωτικό σύστημα.«Σέρνεται» επί χρόνιαΑξίζει να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη της διασύνδεσης της Κρήτης αποτελεί μέρος του σχεδίου ανάπτυξης του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας κατά την τελευταία 20ετία, αλλά η υλοποίησή του αναβάλλεται συνεχώς με διάφορες αφορμές.
Σήμερα η ηλεκτροδότηση της Κρήτης γίνεται μέσω τριών πετρελαϊκών μονάδων που διαθέτουν χαμηλό βαθμό απόδοσης και χρησιμοποιούν ως καύσιμο μαζούτ και Diesel, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να επιβαρύνονται με επιπλέον 400 εκατ. ευρώ το χρόνο μέσω των Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας, μόνο για την ηλεκτροδότηση του νησιού, ενώ την ίδια στιγμή η ίδια η Κρήτη αντιμετωπίζει σοβαρό ζήτημα κάλυψης των αναγκών της σε ηλεκτρισμό ειδικά τους θερινούς μήνες, ρισκάροντας ένα γενικευμένο μπλακ άουτ, παρόμοιο με αυτό της Σαντορίνης. Επιπλέον, το νησί επιβαρύνεται από τη λειτουργία των πετρελαϊκών μονάδων, και αφετέρου παρεμποδίζεται η αξιοποίηση του σημαντικού δυναμικού της Κρήτης ως προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Η διασύνδεση της Κρήτης είναι κατά βάση ένα μεγάλο αναπτυξιακό έργο, όχι μόνο για την Κρήτη αλλά για ολόκληρη τη χώρα. Αρκεί να αναφερθεί ότι μειώνοντας το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας κατά 7-8%, συμβάλλει ουσιωδώς στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αφού μειώνει το κόστος ενέργειας για τη βιομηχανία και τον τουρισμό.
πηγή http://energypress.gr/
Σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, έχει πλέον εγκαταλειφθεί η «φιλόδοξη» πρόταση για πόντιση καλωδίου συνεχούς ρεύματος 1000 MW που θα συνδέει την Αττική με την Κρήτη και έχει αποφασιστεί σε πρώτη φάση ένα μικρότερο έργο 2 x 200 MW που θα συνδέει, όχι την Αττική, αλλά την Πελοπόννησο με την Κρήτη, θα μεταφέρει εναλλασσόμενο ρεύμα.. και θα καλύπτει άμεσα τις ηλεκτρικές ανάγκες της μεγαλονήσου.
Το αρχικό σχέδιο των 1000 MW θα κάλυπτε τόσο τις ανάγκες ηλεκτροδότησης της Κρήτης με ρεύμα που θα μεταφερόταν από την ηπειρωτική Ελλάδα, όσο και τις ανάγκες μεταφοράς ρεύματος παραγόμενου στην Κρήτη από ΑΠΕ, που θα μεταφερόταν από την Κρήτη στην Αττική.
Με το τωρινό σχέδιο στην πραγματικότητα διαχωρίζονται οι δύο αυτές ανάγκες: Με την άμεση κατασκευή ενός μικρότερου καλωδίου εξασφαλίζεται η ηλεκτροδότηση του νησιού και, σε δεύτερη φάση, όταν θα υπάρχει η ανάγκη μεταφοράς πράσινου ρεύματος από την Κρήτη, θα πρέπει να γίνει ένα δεύτερο έργο.
Το επείγον του πράγματος οφείλεται στην οικονομική «αιμορραγία» που προκαλεί η ηλεκτροδότηση της μεγαλονήσου, «αιμορραγία» που πληρώνουν κατά βάση οι καταναλωτές όλης της Ελλάδας μέσω των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) που προστίθενται στους λογαριασμούς. Οι ΥΚΩ για την Κρήτη υπολογίζονται σε 200 εκατ. ευρώ το χρόνο, πράγμα που σημαίνει ότι με τις ΥΚΩ μιας χρονιάς μπορούν να καλυφθούν όλα τα έξοδα της πρώτης φάσης του έργου (για ένα καλώδιο 200 MW).
Το βασικό πλεονέκτημα του σχεδίου Πελοπόννησος – Κρήτη είναι ότι μπορεί να υλοποιηθεί άμεσα. Το πρώτο καλώδιο των 200 MW εναλλασσόμενου ρεύματος (η απόσταση είναι σχετικά μικρή και οι απώλειες λόγω εναλλασσόμενου δεν είναι πολύ μεγάλες) δεν χρειάζεται μάλιστα αναβαθμίσεις στα υφιστάμενα τοπικά δίκτυα στην Κρήτη και στην Πελοπόννησο. Αυτό σημαίνει ότι δεν χρειάζεται εγκρίσεις περιβαλλοντικών όρων και συνεπώς μπορεί να επισπευσθεί κατά πολύ ο χρόνος αδειοδότησης και κατασκευής του έργου.
Σε αυτή την περίπτωση, η Κρήτη θα τροφοδοτείται από την μονάδα της Μεγαλόπολης και θα καλύπτει το κύριο μέρους των αναγκών της (350 MW μέση φόρτιση, 600 MW αιχμή) χωρίς να χρειάζεται να λειτουργούν οι πανάκριβες και ρυπογόνες πετρελαϊκές μονάδες.
Σε δεύτερη φάση μπορούν να γίνουν οι αναβαθμίσεις των δικτύων Πελοποννήσου και Κρήτης (από 150 KV στα 400KV) ώστε να μπορεί να υλοποιηθεί το τρίτο βήμα και να ποντιστεί το δεύτερο, δίδυμο, καλώδιο των 200 MW.
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο σχέδιο, στην περίπτωση που προχωρήσουν τα μεγάλα αιολικά έργα που έχουν αδειοδοτηθεί για την Κρήτη, τότε θα πρέπει να δρομολογηθεί μια καινούργια διασύνδεση με αντικειμενικό σκοπό να μεταφέρεται το πράσινο ρεύμα από το νησί στο ηπειρωτικό σύστημα.«Σέρνεται» επί χρόνιαΑξίζει να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη της διασύνδεσης της Κρήτης αποτελεί μέρος του σχεδίου ανάπτυξης του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας κατά την τελευταία 20ετία, αλλά η υλοποίησή του αναβάλλεται συνεχώς με διάφορες αφορμές.
Σήμερα η ηλεκτροδότηση της Κρήτης γίνεται μέσω τριών πετρελαϊκών μονάδων που διαθέτουν χαμηλό βαθμό απόδοσης και χρησιμοποιούν ως καύσιμο μαζούτ και Diesel, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να επιβαρύνονται με επιπλέον 400 εκατ. ευρώ το χρόνο μέσω των Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας, μόνο για την ηλεκτροδότηση του νησιού, ενώ την ίδια στιγμή η ίδια η Κρήτη αντιμετωπίζει σοβαρό ζήτημα κάλυψης των αναγκών της σε ηλεκτρισμό ειδικά τους θερινούς μήνες, ρισκάροντας ένα γενικευμένο μπλακ άουτ, παρόμοιο με αυτό της Σαντορίνης. Επιπλέον, το νησί επιβαρύνεται από τη λειτουργία των πετρελαϊκών μονάδων, και αφετέρου παρεμποδίζεται η αξιοποίηση του σημαντικού δυναμικού της Κρήτης ως προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Η διασύνδεση της Κρήτης είναι κατά βάση ένα μεγάλο αναπτυξιακό έργο, όχι μόνο για την Κρήτη αλλά για ολόκληρη τη χώρα. Αρκεί να αναφερθεί ότι μειώνοντας το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας κατά 7-8%, συμβάλλει ουσιωδώς στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αφού μειώνει το κόστος ενέργειας για τη βιομηχανία και τον τουρισμό.
πηγή http://energypress.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου