Στα χρόνια των μνημονίων, αν κάτι διατηρείται σταθερό μεταξύ των κυβερνήσεων που τα εφαρμόζουν, είναι η «εύκολη» υλοποίηση οποιαδήποτε νέου φόρου και η μεγάλη – διαχρονική – απροθυμία τους να λάβουν οποιαδήποτε μέτρο ανοίγματος της οικονομίας.
Η προτεραιότητα είναι σαφής. Το μικροσυμφέρον της εκλογικής πελατείας, υπερτερεί – και υπερτερούσε – των ευρύτερων συμφερόντων της κοινωνίας.
Ξέρουμε για παράδειγμα ότι ένας σημαντικός ανασταλτικός παράγων ανταγωνιστικότητας και επομένως επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας είναι το κατά 40% περίπου υψηλότερο κόστος ενέργειας που αντιμετωπίζει η βιομηχανία έντασης ενέργειας ως προς τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές της.
Για να αντιμετωπιστεί το ανταγωνιστικό αυτό μειονέκτημα, πολλοί υποστηρίζουν ότι απαιτείται, μεταξύ άλλων, η μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα για βιομηχανική χρήση, και οπωσδήποτε το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού.
Η συζήτηση σε επίπεδο μνημονίου αφορά την μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στη λιανική και χονδρική αγορά κατά 25% με απώτερο στόχο τη μείωση κάτω του 50% έως το 2020. Πρόκειται για φιλόδοξο στόχο, λαμβανομένου υπόψη ότι η ΔΕΗ κατέχει σήμερα μερίδιο 95% της λιανικής. Για την επίτευξη του στόχου, προβλέπεται να συζητηθεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η εφαρμογή του πολυσυζητημένου συστήματος δημοπρασιών «ΝΟΜΕ» για πώληση μέρους της φθηνής λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής της ΔΕΗ στους ανταγωνιστές της προμηθευτές, οι οποίοι έχουν συγκριτικό μειονέκτημα λόγω του μονοπωλίου της στις παραπάνω ηλεκτροπαραγωγικές πηγές. Επισημαίνεται ωστόσο ότι το εν λόγω μέτρο έχει αποτελέσει δύο φορές αντικείμενο διαβούλευσης με σημαντικά ζητήματα να παραμένουν ανοικτά, όπως η τιμή πώλησης και η σύνδεσή της με το κόστος παραγωγής της ΔΕΗ. Εν γνώσει των δυσκολιών, το μνημόνιο προβλέπει ότι, σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, θα συμφωνηθούν εναλλακτικά διαρθρωτικά μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος.
Παρότι δεν αναφέρεται ρητά, πιθανόν υπονοείται η δημιουργία της λεγόμενης «μικρής ΔΕΗ», ήτοι η δημιουργία μιας νέας καθετοποιημένης εταιρείας στην οποία θα εισφερθεί περίπου το 30% του παραγωγικού δυναμικού και της πελατειακής βάσης της ΔΕΗ, σχέδιο το οποίο είχε θεσμοθετηθεί με νόμο το 2014 και (προσωρινά) εγκαταλείφθηκε.
Στο μνημόνιο προβλέπεται επίσης είτε η πώληση του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ), είτε η δυνατότητα εφαρμογής εναλλακτικών λύσεων έναντι της ιδιωτικοποίησης.
Η κυβέρνηση υπόσχεται τη διατήρηση του 51% τουλάχιστον των μετοχών του ΑΔΜΗΕ και διαδίδει ότι συζητά μόνο το ενδεχόμενο παραχώρησης του μάνατζμεντ σε μέτοχο μειοψηφίας. Πιστεύει δηλαδή ότι θα βρεθεί μέτοχος, ο οποίος χωρίς να ελέγχει την πλειοψηφία των μετοχών και έχοντας στην πλάτη του τον εκάστοτε υπουργό Ενέργειας θα έρθει να ασκήσει διοίκηση σε έναν δημόσιο οργανισμό.
Παρεπιμπτώντος προηγούμενο τέτοιο δεν υπάρχει. Στον ΟΤΕ η διοίκηση έφυγε από τα κρατικά χέρια όταν οι γερμανοί απέκτησαν την πλειοψηφία των μετοχών, στον ΟΛΠ αντίστοιχα που η πλειοψηφία παραμένει στο Κράτος, την διοίκηση την τοποθετεί η εκάστοτε κυβέρνηση.
Απέναντι στους «οραματισμούς» της κυβέρνησης και του αρμόδιου υπουργού, η τρόικα το έχει ξεκαθαρίσει ο ΑΔΜΗΕ θα πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί όπως προβλέπει το 3ο μνημόνιο και μάλιστα βάζουν το συγκεκριμένο θέμα στην δεύτερη λίστα των προαπαιτούμενων τα οποία θα πρέπει να υλοποιηθούν άμεσα.
Δεν περιλαμβάνεται σε αυτή την λίστα ούτε το ασφαλιστικό, ούτε το φορολογικό των αγροτών και των ενοικίων, πίσω από τα οποία θα μπορούσε να κρυφτεί η κυβέρνηση. Βάζουν ένα θέμα αδιάφορο για την πλειοψηφία των πολιτών, αλλά κορυφαίο για την κυβέρνηση από πλευράς πολιτικού κόστους και εσωκομματικών ισορροπιών και πολύ φοβάμαι ότι με αυτό σε εκκρεμότητα θα πάμε μέχρι τα Χριστούγεννα..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου