Στο άρθρο 55 του πρόσφατου νόμου 4223/2013 με τίτλο «Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 287/31.12.2013), εισήχθησαν σημαντικές διατάξεις για τη ρύθμιση σειράς θεμάτων της ενεργειακής αγοράς. Ακολούθως παρουσιάζονται ειδικότερα, οι προβλεπόμενες ρυθμίσεις για τον τομέα των ΑΠΕ, καθώς και για το κρίσιμο ζήτημα της τιμολόγησης του βιομηχανικού ηλεκτρικού ρεύματος.
1) Ρυθμίσεις για φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις
Με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 της υποπαραγράφου Ι.4 («Ρυθμίσεις για φωτοβολταϊκούς σταθμούς») της παραγράφου Ι’ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ Α’ 107/9.5.2013) είχε ανασταλεί έως 31 Δεκεμβρίου 2013 η σύναψη συμβάσεων α) σύνδεσης φ/β σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με το σύστημα ή με το δίκτυο, συμπεριλαμβανομένου και του δικτύου των μη διασυνδεδεμένων νησιών και β) πώλησης για φ/β σταθμούς με τον ΛΑΓΗΕ και τον ΔΕΔΔΗΕ. Από την αναστολή της σύναψης συμβάσεων πώλησης εξαιρέθηκαν οι περιπτώσεις για τις οποίες μέχρι τη δημοσίευση του νόμου (9 Μαΐου 2013) είχε κατατεθεί πλήρης φάκελος για τη σχετική υπογραφή. Από την αναστολή της σύναψης συμβάσεων σύνδεσης εξαιρέθηκαν οι φ/β εγκαταστάσεις του Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης Φ/Β Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις, ενώ προβλέφθηκε η δυνατότητα άρσης της αναστολής με απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ μετά από γνώμη της ΡΑΕ προ της 31ης Δεκεμβρίου, δυνατότητα η οποία και δεν ασκήθηκε.
Με τις νέες διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 55 του ν. 4223/2013, η εν λόγω αναστολή σύναψης συμβάσεων σύνδεσης και πώλησης παρατάθηκε έως την 31η Δεκεμβρίου του 2014, ενώ διατηρήθηκαν οι ίδιες ως άνω εξαιρέσεις. Προβλέφθηκε, επίσης, η εκ νέου δυνατότητα του αρμόδιου Υπουργού να άρει την αναστολή προ της 31ης Δεκεμβρίου 2014, δυνατότητα η οποία υπό τα σημερινά δεδομένα δεν αναμένεται να ασκηθεί σύντομα.
2) Τιμολόγηση βιομηχανικού ηλεκτρικού ρεύματος
Πάγιο αίτημα των ελληνικών ενεργοβόρων βιομηχανικών καταναλωτών, οι οποίοι είναι συνδεδεμένοι στη Μέση Τάση, αποτελούσε και αποτελεί η εξίσωση ορισμένων χρεώσεών τους με τις αντίστοιχες των βιομηχανιών της Υψηλής Τάσης, οι οποίες απολαμβάνουν ευνοϊκότερες χρεώσεις, ενώ δεν υφίσταται ουσιαστικός λόγος διαφορετικής και μάλιστα επί τα χείρω αντιμετώπισης των μεν από τις δε. Ειδικά, όμως για τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις απαιτείται για το σκοπό αυτό στοχευμένη νομοθετική πρωτοβουλία, η οποία θα αποκαταστήσει την παρατηρούμενη σήμερα ανισορροπία, η οποία είναι εν πολλοίς δικαιοπολιτικά αδικαιολόγητη, και θα συνεπικουρήσει στη ζωτικής σημασίας προσπάθεια για τον αναγκαίο εξορθολογισμό του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας των βιομηχανιών αυτών.
Ο έλληνας νομοθέτης, αντιλαμβανόμενος ορθώς το συγκεκριμένο πρόβλημα, όπως προκύπτει με σαφήνεια από την ίδια την αιτιολογική έκθεση του νόμου, έπραξε το πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση και με την διάταξη της παραγράφου 11 του άρθρου 55 του ν. 4223/2013 όρισε ότι το οφειλόμενο από τους μεγάλους καταναλωτές βιομηχανικής χρήσης Μέσης Τάσης (με ετήσια συνολική κατανάλωση ανά παροχή μεγαλύτερη των 13 GWH) αντάλλαγμα ΥΚΩ ισούται από 1η Οκτωβρίου 2013 με 4,14 ευρώ ανά MWH. Με τον τρόπο αυτό, η αρχική χρέωση των 6,91 ευρώ ανά MWH μειώθηκε κατά 40% και εξισώθηκε με την αντίστοιχη της Υψηλής Τάσης. Η σημαντική αυτή πρωτοβουλία απομένει να αναληφθεί και ως προς τις λοιπές ρυθμιζόμενες χρεώσεις (ΕΤΜΕΑΡ, ΕΦΚ), για τις οποίες εξακολουθεί να υφίσταται η ίδια ανισορροπία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου