Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

Στον δρόμο της αποκρατικοποίησης

Τον... δρόμο για την αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ, ξεπερνώντας το τελευταίο εμπόδιο του ασφαλιστικού των εργαζομένων της, «ανοίγει» τροπολογία που κατέθεσε η κυβέρνηση.
 Παράλληλα, με αφορμή τις αντιδράσεις των βιομηχανιών για το υψηλό ενεργειακό κόστος, ο υπουργός ΠΕΚΑ Γιάννης Μανιάτης ανέλαβε με αφορμή την προεδρία της ΕΕ πρωτοβουλία ώστε να μη χαθούν πάνω από 40.000 θέσεις εργασίας και 3 δισ. ευρώ από την ελληνική οικονομία με τον νέο τρόπο κατανομής των δικαιωμάτων των ρύπων στην Ευρώπη.
Ειδικότερα, με τροπολογία που κατατέθηκε χθες στο νομοσχέδιο για την ιδιωτικοποίηση του Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ) διαχωρίζεται η ασφαλιστική περιουσία των εργαζομένων και συνταξιούχων της ΔΕΗ από την πάγια περιουσία της επιχείρησης. Το θέμα αυτό αποτελεί «αιτία πολέμου» για τον κόσμο της ΔΕΗ, μια και από τότε που ιδρύθηκε η εταιρεία οι εισφορές τους είχαν ενσωματωθεί στα πάγιά της. Το 1999, με νόμο που είχε γίνει, είχε συμφωνηθεί πως τις όποιες υποχρεώσεις προκύπτουν θα τις καλύπτει το κράτος.
Με τις διατάξεις που πήγαν χθες στη Βουλή, μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι η ΔΕΗ και τα νομικά πρόσωπα που δημιουργούνται από αυτήν δεν έχουν καμία ευθύνη ως προς την ασφαλιστική κάλυψη και προστασία των ασφαλισμένων της. Την υποχρέωση αυτή έχουν ο ασφαλιστικός τους φορέας και το κράτος.
Σε ό,τι αφορά τον υπουργό ΠΕΚΑ, ο κ. Μανιάτης κατέθεσε στην Κομισιόν πρόταση ώστε να μην πληρώνουν κλάδοι της βαριάς βιομηχανίας το κόστος αγοράς δικαιωμάτων ρύπων διοξειδίου του άνθρακα (CO2), αλλά να το αναλαμβάνουν τα κράτη-μέλη.
Με την πρωτοβουλία αυτή, η Ελλάδα για πρώτη φορά υποστηρίζει και προτείνει να υπάρξει ειδική μέριμνα για χώρες που εμφανίζουν παρατεταμένη οικονομική ύφεση και για χώρες που η γεωγραφική τους θέση τις καθιστά ευάλωτες στον ανταγωνισμό από χώρες που δεν είναι ενταγμένες στον μηχανισμό δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων CO2.
Ο υπουργός προχωρά σε αυτήν την πρωτοβουλία, καθώς γίνεται συζήτηση για αλλαγή του Μηχανισμού Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών καθώς και της μεθοδολογίας προσδιορισμού των κρατών που κινδυνεύουν από το φαινόμενο της «διαρροής άνθρακα», δηλαδή να χάνουν σε ανταγωνιστικότητα.
Για την τεκμηρίωση της ελληνικής θέσης, το ΥΠΕΚΑ υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ολοκληρωμένη μελέτη σχετικά με τις επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας από τις προτεινόμενες αλλαγές. Η υποχρέωση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων να αγοράζουν το σύνολο ή ένα τμήμα των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων CO2 οδηγεί σε αύξηση του ενεργειακού κόστους και έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, που μπορεί να μεταφραστεί είτε σε αύξηση της ανεργίας, είτε σε οικονομική συρρίκνωση νευραλγικών τομέων της οικονομίας.
Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις που πλήττονται περισσότερο είναι αυτές που το κόστος παραγωγής τους συνδέεται σημαντικά με το ενεργειακό κόστος, καθώς και αυτές που δραστηριοποιούνται σε αγορές με ανταγωνισμό από εταιρείες τρίτων χωρών, οι οποίες δεν επιβαρύνονται με το άμεσο ή έμμεσο κόστος των εκπομπών ρύπων.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, προβλέποντας την κατάσταση αυτή, σχεδίασε την Οδηγία 2009/29/ΕΚ όπου δίνει τη δυνατότητα για εφαρμογή ειδικών μέτρων για ορισμένες επιχειρήσεις, ώστε αυτές να ενισχύονται οικονομικά αντισταθμίζοντας την αύξηση στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος που προέρχεται από το κόστος εκπομπών ρύπων.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΥΠΕΚΑ, οι επιπτώσεις από το άμεσο και έμμεσο κόστος εκπομπών, σύμφωνα με τις τρέχουσες τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών στα χρηματιστήρια ενέργειας, εκτιμάται σε 380 εκατ. ευρώ, ήτοι περίπου 0,2 % του ΑΕΠ, και σε απώλεια 5.500 θέσεων εργασίας ετησίως για την ελληνική οικονομία για την περίοδο 2013-2020.
Με δεδομένη την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το backloading, δηλαδή την απόσυρση από την αγορά 900 εκατ. δικαιωμάτων εκπομπών προκειμένου να προκληθεί τεχνητή αύξηση των τιμών τους, οι επιπτώσεις εκτιμώνται έως και 2,2 δισ. ευρώ, ήτοι 1,1% του ΑΕΠ, και απώλειας 32.700 θέσεων εργασίας για την ελληνική οικονομία. Σε περίπτωση που υπάρξει και εξαίρεση κλάδων από τη λίστα «διαρροής άνθρακα», τότε εκτιμάται επιπλέον κόστος 90-550 εκατ. ευρώ και επιπλέον απώλειες 1.200-7.600 θέσεων εργασίας.
 
(του Χρ. Κολώνα, Τα Νέα, 25/1/2014)
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου