Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Η παραίτηση Φωτόπουλου κι ο συνδικαλισμός που σαπίζει

του Θανάση Καρτερού
Καλώς ή κακώς, ο Νίκος Φωτόπουλος θεωρήθηκε πρόσωπο-σύμβολο ενός τύπου συνδικαλισμού, που δέσποζε επί πολλά χρόνια στην Ελλάδα. Άλλοι τον μίσησαν και τον αντιμετώπισαν περίπου ως υπεύθυνο για την κρίση, οι συνάδελφοί του τον αγάπησαν και τον ανέδειξαν «ισόβιο» πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ, τα μεγάλα ΜΜΕ τον είχαν στο στόχαστρο, η δεξιά τον πολέμησε με όλα τα μέσα, το ΠΑΣΟΚ τον αγκάλιασε πρώτα και για πολύ καιρό ως δικό του παιδί -όπως και ήταν- και τον διαφήμισε ως συνδικαλιστή-πρότυπο, για να τον δυσφημίσει εν συνεχεία ως συνδικαλιστή-δαίμονα. Για όλα αυτά, η διαδρομή του και η αντιμετώπισή του είναι η διαδρομή και η εξέλιξη του συνδικαλιστικού κινήματος όπως το γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες.
Ο συνδικαλισμός της μεταπολίτευσης κέρδισε για τους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα πολλά πράγματα, τους ανέδειξε σε προνομιούχο στρώμα της εργατικής τάξης, στήριξε όλη τη διαδρομή του κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ και γέννησε μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία που κινήθηκε με άνεση από τις ανώτατες συνδικαλιστικές θέσεις στις υπουργικές καρέκλες, ή σε καλά αμειβόμενες θέσεις εξουσίας -διοίκηση ΔΕΚΟ και δημόσιων οργανισμών για παράδειγμα. Την ίδια στιγμή και με λίγες εξαιρέσεις ο συνδικαλισμός στο δύσκολο ιδιωτικό τομέα παρέμεινε αδύναμος, υπονομευμένος από την εργοδοσία, παρακολούθημα από πολλές απόψεις του «συντεχνιακού» συνδικαλισμού των ΔΕΚΟ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις λεγόμενες πανελλαδικές απεργίες, ενώ τα ποσοστά συμμετοχής του δημόσιου τομέα άγγιζαν ακόμα και το 100%, τα ποσοστά του ιδιωτικού παρέμεναν πάντα πολύ χαμηλά έως ανύπαρκτα σε μερικούς κλάδους. Κι αυτή η ανισομέρεια του συνδικαλιστικού κινήματος είχε φυσικά τις επιπτώσεις της τόσο στις κατακτήσεις κάθε κλάδου, όσο και στην εμπέδωση σιγά-σιγά της εντύπωσης ότι υπάρχουν και μεταξύ των εργαζομένων οι προνομιούχοι και οι μη προνομιούχοι. Για την ιστορία, πρώτο για προνομιούχους και ρετιρέ και για μη προνομιούχους μίλησε το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Αυτός ο κύκλος λοιπόν έκλεισε. Και μόνο την αμήχανη έως ελεεινή στάση της συνδικαλιστικής ελίτ την εποχή των μνημονίων να δει κανείς επιβεβαιώνεται η διαπίστωση. Εκείνοι που παραχωρούσαν «προνόμια» στις «συντεχνίες», είτε επειδή ήταν εκλογική τους πελατεία, είτε επειδή έτρεμαν την οργανωμένη τους δύναμη, τώρα έχουν θέσει τα «δικά τους παιδιά» υπό διωγμό. “Ο. τι κατακτήθηκε με πολλούς αγώνες και σε πολλές δεκαετίες τώρα εξανεμίζεται, ενώ η προπαγάνδα για τους προνομιούχους φαίνεται ότι έχει αγγίξει ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σε μια τελευταία δημοσκόπηση, εμφανίζεται η πλειοψηφία των Ελλήνων να τάσσεται υπέρ των απολύσεων στο δημόσιο τομέα. Και η εκστρατεία εναντίον των «προνομιούχων», μια εκστρατεία που τη διεξάγουν εκείνοι που τους κατέστησαν «προνομιούχους», όλα δείχνουν ότι πιάνει σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης.
Είναι γεγονός ότι η εκστρατεία αυτή βολεύει σήμερα και την κυβέρνηση, και τις δυνάμεις του μνημονίου και τις βλέψεις του Σόιμπλε και της Μέρκελ. Είναι γεγονός όμως επίσης, ότι ο συνδικαλισμός του δημόσιου τομέα και ο συνδικαλισμός γενικώς που γνωρίσαμε έχει φάει τα ψωμιά του και ζει την περίοδο της σήψης και της παρακμής του. Ο Φωτόπουλος περιγράφει χαρακτηριστικά τις ενδείξεις, όταν κάνει λόγο για «έλλειψη ενότητας, σεβασμού, αλληλεγγύης και συναδελφικότητας» στην κάποτε πανίσχυρη ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ. Κι αυτά είναι τα στοιχεία που μαζί με εκατοντάδες άλλα πιστοποιούν το τέλος του συνδικαλισμού όπως τον γνωρίσαμε και όπως εξελίχθηκε.
Το θέμα σήμερα, τόσο για το συνδικαλιστικό κίνημα όσο και για τους πιο συνειδητούς εργαζόμενους δεν είναι να θρηνούν για ότι πεθαίνει. Στην κοινωνία το νέο είναι πάντα εν αναμονή και το θέμα είναι να το βοηθήσουν να γεννηθεί και να υπάρξει. Και αντί τελικού σχολίου για το συνδικαλιστικό κύκλο που κλείνει ας διαβάσει όποιος έχει διάθεση την παρακάτω μικρή ιστορία του Μπρεχτ, με ήρωα τον κύριο Κ:
Ο απεσταλμένος
Κουβέντιαζα τελευταία με τον κ. Κ. την περίπτωση του απεσταλμένου μιας ξένης δύναμης, του κ. Χ., που επισκέφτηκε τη χώρα μας για κάτι υποθέσεις της κυβέρνησής του. Με λύπη πληροφορηθήκαμε πως, όταν γύρισε στη χώρα του, τιμωρήθηκε σκληρά μολονότι η αποστολή του είχε μεγάλη επιτυχία.
- Τον κατηγόρησαν, είπα εγώ, πως για να πετύχει στην αποστολή του δημιούργησε πολύ στενούς δεσμούς με μάς, τον εχθρό. Πιστεύετε ότι, αν δεν το έκανε αυτό, θα μπορούσε να πετύχει;
- Όχι, είπε ο κ. Κ. έπρεπε να τρώει καλά για να μπορεί να διαπραγματεύεται με τους εχθρούς του.
- Τότε λοιπόν έκανε σωστά τη δουλειά του; ρώτησα εγώ.
- Και βέβαια έκανε σωστά τη δουλειά του, αποκρίθηκε αφηρημένα ο κ. Κ. και θέλησε να μ” αποχαιρετήσει.
Μα εγώ τον κράτησα από το μανίκι
- Γιατί λοιπόν, όταν γύρισε, τού φέρθηκαν με τέτοια περιφρόνηση; ρώτησα οργισμένος.
- Φαίνεται πως συνήθισε στο καλό φαΐ, συνέχισε να κάνει παρέα με εγκληματίες κι έχασε τη σιγουριά στην κρίση του, είπε ο κ. Κ. αδιάφορα, γι” αυτό αναγκάστηκαν να πάρουν μέτρα εναντίον του.
- Κι εσείς το βρίσκετε σωστό αυτό που έκαναν; έφριξα εγώ.
- Μα βέβαια, τι άλλο θέλατε να κάνουν; ρώτησε ο κ. Κ., είχε το θάρρος να αναλάβει μια θανάσιμη αποστολή, αυτή ήταν η υπηρεσία που πρόσφερε. Πέθανε όμως πάνω στην αποστολή του. Τί έπρεπε να κάνουν λοιπόν; Αντί να τον θάψουν, να τον αφήσουν να σαπίσει και να καταπίνουν τη μπόχα.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου